Θεόδωρος Κ. Παπαϊωάννου, Πολιτικός Μηχανικός
Τώρα που οι κραδασμοί του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος μεταφέρονται από τις USA σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, ο νομπελίστας του 2008 στην Οικονομία νεο-κεϋνσιανός οικονομολόγος, δριμύς επικριτής της αχαλίνωτης αγοράς και της οικονομικής πολιτικής των Ρεπουμπλικάνων, καθηγητής στο Princeton συγγραφέας πολλών βιβλίων Πωλ Κρούγμαν ( πρόσφατο «η συνείδηση ενός προοδευτικού » εκδ.ΠΟΛΙΣ * ), αυτοσαρκαζόμενος μέμφθηκε τον εαυτό του γιατί δεν μπόρεσε να προβλέψει χρονικά επακριβώς την παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση.
Ο Αλαν Γκρίνσπαν σε βιβλίο του από το 1997. αναφέρει : «…Οι οικονομικές υφέσεις δύσκολα προβλέπονται επειδή βασίζονται ως ένα βαθμό σε παράλογες συμπεριφορές. Τα δε συναισθήματα απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις είναι σαν την κατάρρευση ενός φράγματος. Η πλημμύρα εκδηλώνεται αφού εμφανιστούν ρωγμές και το φράγμα υποχωρήσει. Όταν ο χείμαρρος ξεχυθεί, συμπαρασύρει κάθε ίχνος αυτοπεποίθησης, αφήνοντας πίσω του μόνο φόβο….». Παρά την συσσωρευμένη τεράστια εμπειρία του, ως διατελέσας από το 1987 έως το 2006 πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των USA και της απόλυτης εμπιστοσύνης τριών Προέδρων των USA (Ρ. Ρίγκαν, Μπ. Κλίντον και Τζ. Μπους) δεν μπόρεσε να προβλέψει ούτε αυτός τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Πώς να το δει, αφού οι προβλέψεις – όπως ο ίδιος εκμυστηρεύεται – ανέβαζαν το πλεόνασμα των USA για το οικονομικό έτος 2001 στα 280 δισ. δολάρια και είχε προηγηθεί μία δεκαετία ανερχόμενης παραγωγικότητας με δημοσιονομική πειθαρχία. Το 2001 ήταν η τέταρτη συνεχής χρονιά, όπου η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των USA είχε πλεόνασμα. Μέσα σ΄ αυτό το αισιόδοξο κλίμα αρμόδια στελέχη επί του προϋπολογισμού υπολόγιζαν ότι το πλεόνασμα θα κατέρριπτε το φράγμα των 500 δισ. δολαρίων έως το 2006 και με συνεχιζόμενη πέραν αυτού ανοδική τάση ετησίως.
Πού λοιπόν θα επένδυε το Υπουργείο Οικονομικών τα τόσα πολλά χρήματα ; Προφανώς στις αγορές ομολόγων, μετοχών και ακινήτων στις USA και στο εξωτερικό. Ο κ. Τζ. Μπούς μπροστά σε μία τέτοια κατάσταση ευδαιμονίας εφάρμοσε μία πολιτική δημοσιονομικής χαλαρότητας. Πριν όμως οι πολίτες παραλάβουν τις επιταγές με τις επιστροφές φόρων τα ομοσπονδιακά έσοδα έκαναν βουτιά. Και αυτό γιατί πέραν των φοροαπαλλαγών, το χρηματιστήριο σημείωνε μία ευρύτατη και συνεχιζόμενη κάμψη που σήμαινε μειωμένα κέρδη και αποδόσεις. Στα παραπάνω θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς και την απώλεια άλλων 180 δισ. δολάρια περίπου, για λόγους «αλλαγής τεχνικού χαρακτήρα» όπως βάφτισαν οι ειδικοί τα απροσδιόριστα αίτια. Παρότι μεσολάβησε η 11η Σεπτεμβρίου 2001 (ημέρα συντριβής των δίδυμων πύργων), τα επιτόκια ήταν αρκετά χαμηλά, τόσο που προβλημάτισε την κυβέρνηση ακόμη και το ενδεχόμενο ενός αντιπληθωρισμού!
Και σίγουρα οι καταναλωτικές δαπάνες και η στέγη ήταν οι κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας. Έτσι η αγοραστική αξία έτοιμων σπιτιών παρουσίασε ετήσια άνοδο 7.55 τα έτη 2000, 2001 και 2002 με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι πριν λίγα χρόνια. Μαζί με την κατασκευή νέων σπιτιών, έφτασε στα ύψη ρεκόρ ο αριθμός σπιτιών που άλλαζε χέρια. Ήδη το 2006 σχεδόν το 70% των νοικοκυριών διέθετε δικό του σπίτι, δηλαδή 64% παραπάνω από αυτούς που είχαν σπίτι πριν δέκα χρόνια! Το συμπέρασμα είναι ότι ακόμη και στην ψηφιακή εποχή (όταν ο δείκτης NASDAQ κατρακυλούσε και παρέσυρε και τον Dow Jones) τα οικοδομικά υλικά έδιναν τον τόνο της ανάπτυξης. Το περιοδικό «News Week» έγραφε στο τεύχος της 30ής Δεκ. 2002: «Η έκρηξη στην αγορά κατοικίας έσωσε την οικονομία».
Αυτού του τύπου οι εκρήξεις φυσικά γεννούν φούσκες όπως παραδέχεται και οG. Soros στο τελευταίο του βιβλίο. Κάποιοι επενδυτές είχαν αρχίσει να βλέπουν τα σπίτια και τα συγκροτήματα κατοικιών σαν το σύγχρονο Ελντοράντο. Και σε πολλές περιοχές παρατηρούσε κανείς να εκδηλώνονται τοπικές φουσκάλες (Ν. Υόρκη, Σαν Ντιέγκο, Μαϊάμι, Λάς Βέγκας), αδύναμες όμως για την ώρα εκείνη να διαμορφώσουν μία μεγάλη και απειλητική φούσκα.
Ο φόβος αυτός έγινε πραγματικότητα αργότερα, όταν πολλοί ιδιοκτήτες χαμηλού εισοδήματος και πιστοληπτικής διαβάθμισης μπήκαν αργά στο παιχνίδι. Μετά το 2006, όταν οι αξίες έπαιρναν την κατιούσα και άρα δεν μπορούσαν σε περίπτωση δυσκολίας να προστατεύσουν τον αγοραστή και σε μία περίοδο όπου πολλοί δεν κατάφερναν να πληρώσουν τις μηνιαίες δόσεις τους. Έτσι το 2006 από τα 3 τρισ. στεγαστικών δανείων, τα 2/5 ήταν είτε υψηλού ρίσκου είτε για άλλους λόγους εμφάνιζαν δυσκολίες αποπληρωμής. Η χαλάρωση των όρων χορήγησης στεγαστικών δανείων σε επισφαλείς δανειολήπτες αύξησε το ρίσκο και επειδή οι τράπεζες πουλούσαν πάμπολλα ακατανόητα, πολυδαίδαλα προϊόντα και άχρηστα χαρτιά και επειδή ταυτόχρονα προωθούσαν επενδύσεις με συνεργαζόμενες ή θυγατρικές εταιρίες και εκτός USA, έγινε διασπορά του προβλήματος (ντόμινο) σε πολλές περιοχές του κόσμου.
Το αποτέλεσμα: Υπερχρεωμένοι τραπεζικοί κολοσσοί μεταξύ των οποίων και η Τράπεζα που διοικούσε ο εισηγητής του «σχεδίου διάσωσης», σημερινός υπουργός Οικονομικών των USA Χ. Πόλσον.
Παλαιό... γεράκι της Wall Street,ο κ. Πόλσον πέρασε το σχέδιό του από τη Βουλή των αντιπροσώπων (263 υπέρ - 175 κατά) την Παρασκευή 3/10/08, αφού το είχε ήδη εγκρίνει η Γερουσία (75 υπέρ - 25 κατά), που σε χρόνο ρεκόρ υπέγραψε ο Πρόεδρος. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την έγκριση μέχρι την υπογραφή, είναι ο λιγότερος όλων των εποχών. Κατέρριψε μάλιστα και το ρεκόρ κατείχε το νομοσχέδιο που προέβλεπε την είσοδο των ΗΠΑ στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όλοι όσοι περίμεναν μία θετική ανταπόκριση των αγορών διαψεύστηκαν. Η Δευτέρα 6/10/08 ήταν μία άλλη Μαύρη Δευτέρα (είναι περίεργο, άλλα οι κρίσεις... προτιμούν τις Δευτέρες).
Ο Δείκτης Dow Jones έπεσε 800 μονάδες συν άλλες 800 την Τρίτη και έκλεισε, για πρώτη φορά μετά από 4 χρόνια, κάτω από 9.500 μονάδες. Γιατί;
Κατ’ αρχήν το Νομοσχέδιο είναι περίπου 400 σελίδες και κανείς δε γνωρίζει ακριβώς τι προβλέπει και κυρίως πώς θα υλοποιηθεί. Τώρα, λένε, το κράτος θα προσλάβει ειδικούς γι’ αυτή την εργασία, και θ’ αρχίσει η επεξεργασία όλων των προβληματικών πιστώσεων των Τραπεζών. «…ζήσε Μάη μου, να φας τριφύλλι..».
Οι διάφορες κυβερνήσεις αντί να είναι αδιαμεσολάβητοι αρωγοί προς τους αδύναμους πολίτες – όπως ρητά όλα τα Συντάγματα ανεξαρτήτως ιδεολογίας ορίζουν – μετατράπηκαν σε χρηματοδότες των χρεοκοπημένων μεν τραπεζών, αλλά πάμπλουτων πλέον αφεντικών τους.
Πέρα όμως από τους προβληματισμούς και τα ερωτήματα ιδεολογικού τύπου, επείγει να συμμαζευτεί η κατάσταση προτού η χρηματοπιστωτική κρίση αγγίξει πλήρως τη αποκαλούμενη «εμπράγματη οικονομία» με ό,τι αρνητικό συνεπάγεται για τους πολίτες που χωρίς να ευθύνονται, θα κληθούν αναδρομικά να πληρώσουν τη ζημιά.
Ενώ όμως η Wall Street θρηνεί σήμερα απώλειες μεγέθους 1 με 1,5 τρισ. δολ., σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, η πραγματικότητα είναι περισσότερο εφιαλτική ,αφού με τους σημερινούς ρυθμούς χάνουμε φυσικά κεφάλαια τουλάχιστον 2 με 5 τρισ. δολ. κάθε χρόνο από την καταστροφή των δασών σε παγκόσμιο επίπεδο, γεγονός που προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά στη διεθνή οικονομία από ό,τι η σημερινή κρίση στις χρηματαγορές, εκτιμούν οικονομολόγοι της Deutsche Bank σε έκθεσή τους που τιτλοφορείται «Oικονομία των Oικοσυστημάτων και της Bιοπικοιλότητας» για λογαριασμό της όπως δήλωσε στο BBC ο επικεφαλής της μελέτης.
Oι συντάκτες της έκθεσης που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN) στη Βαρκελώνη υπολόγισαν την αξία των υπηρεσιών που προσφέρουν στον άνθρωπο τα δάση, για την παραγωγή τροφής και την κατακράτηση πόσιμου νερού μέχρι την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται επίσης ότι το κόστος των διεθνών μέτρων για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής είναι κατά πολύ μικρότερο από τις ζημιές που θα υπάρξουν αν το φαινόμενο αφεθεί ανεξέλεγκτο.
Τονίζεται μάλιστα ότι οι επιπτώσεις της αποψίλωσης θα είναι εντονότερες στις φτωχές περιοχές του πλανήτη που εξαρτώνται από τα δάση ως πηγές τροφίμων.
Από τις οικονομικές ζημίες που αναφέρονται, η μεγαλύτερη αντιστοιχεί στη μείωση της απορρόφησης αερίων του θερμοκηπίου από τα δάση.
Την ίδια στιγμή ο αρμόδιος για το Περιβάλλον επίτροπος της E. E. Σταύρος Δήμας επισήμανε ότι «…τα επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των κλιματικών θα συμβάλουν στο ξεπέρασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Aντιμετωπίζουμε την κλιματική αλλαγή σημαίνει επενδύουμε στην ενεργειακή αποτελεσματικότητα, προωθούμε τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και παρέχουμε κίνητρα…».
…Να το δούμε απαντά ο συντάκτης αυτού του κειμένου…. υποσχόμενος να επανέλθει στα σχετικά με την χρηματοπιστωτική κρίση γρήγορα….
* Σ΄ αυτό του το βιβλίο ο Κρούγκμαν ξεναγεί τον αναγνώστη σ΄ ένα αιώνα ιστορίας πού φθάνει μέχρι την τραγωδία των ετών Μπους Μια τραγωδία που ήταν αναπόφευκτη, από τη στιγμή που οι συντηρητικοί πήραν στα χέρια τους τον πλήρη έλεγχο της αμερικανικής κυβέρνησης. Ταυτόχρονα δείχνει πώς μια νέα πολιτική συμμαχία μπορεί και να υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις και να υποστηριχθεί από αυτές, κάνοντας έτσι την αμερικανική κοινωνία όχι μόνο κοινωνία ισότητας αλλά και κοινωνία δικαιοσύνης.
Τώρα που οι κραδασμοί του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος μεταφέρονται από τις USA σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, ο νομπελίστας του 2008 στην Οικονομία νεο-κεϋνσιανός οικονομολόγος, δριμύς επικριτής της αχαλίνωτης αγοράς και της οικονομικής πολιτικής των Ρεπουμπλικάνων, καθηγητής στο Princeton συγγραφέας πολλών βιβλίων Πωλ Κρούγμαν ( πρόσφατο «η συνείδηση ενός προοδευτικού » εκδ.ΠΟΛΙΣ * ), αυτοσαρκαζόμενος μέμφθηκε τον εαυτό του γιατί δεν μπόρεσε να προβλέψει χρονικά επακριβώς την παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση.
Ο Αλαν Γκρίνσπαν σε βιβλίο του από το 1997. αναφέρει : «…Οι οικονομικές υφέσεις δύσκολα προβλέπονται επειδή βασίζονται ως ένα βαθμό σε παράλογες συμπεριφορές. Τα δε συναισθήματα απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις είναι σαν την κατάρρευση ενός φράγματος. Η πλημμύρα εκδηλώνεται αφού εμφανιστούν ρωγμές και το φράγμα υποχωρήσει. Όταν ο χείμαρρος ξεχυθεί, συμπαρασύρει κάθε ίχνος αυτοπεποίθησης, αφήνοντας πίσω του μόνο φόβο….». Παρά την συσσωρευμένη τεράστια εμπειρία του, ως διατελέσας από το 1987 έως το 2006 πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των USA και της απόλυτης εμπιστοσύνης τριών Προέδρων των USA (Ρ. Ρίγκαν, Μπ. Κλίντον και Τζ. Μπους) δεν μπόρεσε να προβλέψει ούτε αυτός τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Πώς να το δει, αφού οι προβλέψεις – όπως ο ίδιος εκμυστηρεύεται – ανέβαζαν το πλεόνασμα των USA για το οικονομικό έτος 2001 στα 280 δισ. δολάρια και είχε προηγηθεί μία δεκαετία ανερχόμενης παραγωγικότητας με δημοσιονομική πειθαρχία. Το 2001 ήταν η τέταρτη συνεχής χρονιά, όπου η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των USA είχε πλεόνασμα. Μέσα σ΄ αυτό το αισιόδοξο κλίμα αρμόδια στελέχη επί του προϋπολογισμού υπολόγιζαν ότι το πλεόνασμα θα κατέρριπτε το φράγμα των 500 δισ. δολαρίων έως το 2006 και με συνεχιζόμενη πέραν αυτού ανοδική τάση ετησίως.
Πού λοιπόν θα επένδυε το Υπουργείο Οικονομικών τα τόσα πολλά χρήματα ; Προφανώς στις αγορές ομολόγων, μετοχών και ακινήτων στις USA και στο εξωτερικό. Ο κ. Τζ. Μπούς μπροστά σε μία τέτοια κατάσταση ευδαιμονίας εφάρμοσε μία πολιτική δημοσιονομικής χαλαρότητας. Πριν όμως οι πολίτες παραλάβουν τις επιταγές με τις επιστροφές φόρων τα ομοσπονδιακά έσοδα έκαναν βουτιά. Και αυτό γιατί πέραν των φοροαπαλλαγών, το χρηματιστήριο σημείωνε μία ευρύτατη και συνεχιζόμενη κάμψη που σήμαινε μειωμένα κέρδη και αποδόσεις. Στα παραπάνω θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς και την απώλεια άλλων 180 δισ. δολάρια περίπου, για λόγους «αλλαγής τεχνικού χαρακτήρα» όπως βάφτισαν οι ειδικοί τα απροσδιόριστα αίτια. Παρότι μεσολάβησε η 11η Σεπτεμβρίου 2001 (ημέρα συντριβής των δίδυμων πύργων), τα επιτόκια ήταν αρκετά χαμηλά, τόσο που προβλημάτισε την κυβέρνηση ακόμη και το ενδεχόμενο ενός αντιπληθωρισμού!
Και σίγουρα οι καταναλωτικές δαπάνες και η στέγη ήταν οι κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας. Έτσι η αγοραστική αξία έτοιμων σπιτιών παρουσίασε ετήσια άνοδο 7.55 τα έτη 2000, 2001 και 2002 με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι πριν λίγα χρόνια. Μαζί με την κατασκευή νέων σπιτιών, έφτασε στα ύψη ρεκόρ ο αριθμός σπιτιών που άλλαζε χέρια. Ήδη το 2006 σχεδόν το 70% των νοικοκυριών διέθετε δικό του σπίτι, δηλαδή 64% παραπάνω από αυτούς που είχαν σπίτι πριν δέκα χρόνια! Το συμπέρασμα είναι ότι ακόμη και στην ψηφιακή εποχή (όταν ο δείκτης NASDAQ κατρακυλούσε και παρέσυρε και τον Dow Jones) τα οικοδομικά υλικά έδιναν τον τόνο της ανάπτυξης. Το περιοδικό «News Week» έγραφε στο τεύχος της 30ής Δεκ. 2002: «Η έκρηξη στην αγορά κατοικίας έσωσε την οικονομία».
Αυτού του τύπου οι εκρήξεις φυσικά γεννούν φούσκες όπως παραδέχεται και οG. Soros στο τελευταίο του βιβλίο. Κάποιοι επενδυτές είχαν αρχίσει να βλέπουν τα σπίτια και τα συγκροτήματα κατοικιών σαν το σύγχρονο Ελντοράντο. Και σε πολλές περιοχές παρατηρούσε κανείς να εκδηλώνονται τοπικές φουσκάλες (Ν. Υόρκη, Σαν Ντιέγκο, Μαϊάμι, Λάς Βέγκας), αδύναμες όμως για την ώρα εκείνη να διαμορφώσουν μία μεγάλη και απειλητική φούσκα.
Ο φόβος αυτός έγινε πραγματικότητα αργότερα, όταν πολλοί ιδιοκτήτες χαμηλού εισοδήματος και πιστοληπτικής διαβάθμισης μπήκαν αργά στο παιχνίδι. Μετά το 2006, όταν οι αξίες έπαιρναν την κατιούσα και άρα δεν μπορούσαν σε περίπτωση δυσκολίας να προστατεύσουν τον αγοραστή και σε μία περίοδο όπου πολλοί δεν κατάφερναν να πληρώσουν τις μηνιαίες δόσεις τους. Έτσι το 2006 από τα 3 τρισ. στεγαστικών δανείων, τα 2/5 ήταν είτε υψηλού ρίσκου είτε για άλλους λόγους εμφάνιζαν δυσκολίες αποπληρωμής. Η χαλάρωση των όρων χορήγησης στεγαστικών δανείων σε επισφαλείς δανειολήπτες αύξησε το ρίσκο και επειδή οι τράπεζες πουλούσαν πάμπολλα ακατανόητα, πολυδαίδαλα προϊόντα και άχρηστα χαρτιά και επειδή ταυτόχρονα προωθούσαν επενδύσεις με συνεργαζόμενες ή θυγατρικές εταιρίες και εκτός USA, έγινε διασπορά του προβλήματος (ντόμινο) σε πολλές περιοχές του κόσμου.
Το αποτέλεσμα: Υπερχρεωμένοι τραπεζικοί κολοσσοί μεταξύ των οποίων και η Τράπεζα που διοικούσε ο εισηγητής του «σχεδίου διάσωσης», σημερινός υπουργός Οικονομικών των USA Χ. Πόλσον.
Παλαιό... γεράκι της Wall Street,ο κ. Πόλσον πέρασε το σχέδιό του από τη Βουλή των αντιπροσώπων (263 υπέρ - 175 κατά) την Παρασκευή 3/10/08, αφού το είχε ήδη εγκρίνει η Γερουσία (75 υπέρ - 25 κατά), που σε χρόνο ρεκόρ υπέγραψε ο Πρόεδρος. Ο χρόνος που μεσολάβησε από την έγκριση μέχρι την υπογραφή, είναι ο λιγότερος όλων των εποχών. Κατέρριψε μάλιστα και το ρεκόρ κατείχε το νομοσχέδιο που προέβλεπε την είσοδο των ΗΠΑ στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όλοι όσοι περίμεναν μία θετική ανταπόκριση των αγορών διαψεύστηκαν. Η Δευτέρα 6/10/08 ήταν μία άλλη Μαύρη Δευτέρα (είναι περίεργο, άλλα οι κρίσεις... προτιμούν τις Δευτέρες).
Ο Δείκτης Dow Jones έπεσε 800 μονάδες συν άλλες 800 την Τρίτη και έκλεισε, για πρώτη φορά μετά από 4 χρόνια, κάτω από 9.500 μονάδες. Γιατί;
Κατ’ αρχήν το Νομοσχέδιο είναι περίπου 400 σελίδες και κανείς δε γνωρίζει ακριβώς τι προβλέπει και κυρίως πώς θα υλοποιηθεί. Τώρα, λένε, το κράτος θα προσλάβει ειδικούς γι’ αυτή την εργασία, και θ’ αρχίσει η επεξεργασία όλων των προβληματικών πιστώσεων των Τραπεζών. «…ζήσε Μάη μου, να φας τριφύλλι..».
Οι διάφορες κυβερνήσεις αντί να είναι αδιαμεσολάβητοι αρωγοί προς τους αδύναμους πολίτες – όπως ρητά όλα τα Συντάγματα ανεξαρτήτως ιδεολογίας ορίζουν – μετατράπηκαν σε χρηματοδότες των χρεοκοπημένων μεν τραπεζών, αλλά πάμπλουτων πλέον αφεντικών τους.
Πέρα όμως από τους προβληματισμούς και τα ερωτήματα ιδεολογικού τύπου, επείγει να συμμαζευτεί η κατάσταση προτού η χρηματοπιστωτική κρίση αγγίξει πλήρως τη αποκαλούμενη «εμπράγματη οικονομία» με ό,τι αρνητικό συνεπάγεται για τους πολίτες που χωρίς να ευθύνονται, θα κληθούν αναδρομικά να πληρώσουν τη ζημιά.
Ενώ όμως η Wall Street θρηνεί σήμερα απώλειες μεγέθους 1 με 1,5 τρισ. δολ., σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, η πραγματικότητα είναι περισσότερο εφιαλτική ,αφού με τους σημερινούς ρυθμούς χάνουμε φυσικά κεφάλαια τουλάχιστον 2 με 5 τρισ. δολ. κάθε χρόνο από την καταστροφή των δασών σε παγκόσμιο επίπεδο, γεγονός που προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά στη διεθνή οικονομία από ό,τι η σημερινή κρίση στις χρηματαγορές, εκτιμούν οικονομολόγοι της Deutsche Bank σε έκθεσή τους που τιτλοφορείται «Oικονομία των Oικοσυστημάτων και της Bιοπικοιλότητας» για λογαριασμό της όπως δήλωσε στο BBC ο επικεφαλής της μελέτης.
Oι συντάκτες της έκθεσης που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN) στη Βαρκελώνη υπολόγισαν την αξία των υπηρεσιών που προσφέρουν στον άνθρωπο τα δάση, για την παραγωγή τροφής και την κατακράτηση πόσιμου νερού μέχρι την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται επίσης ότι το κόστος των διεθνών μέτρων για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής είναι κατά πολύ μικρότερο από τις ζημιές που θα υπάρξουν αν το φαινόμενο αφεθεί ανεξέλεγκτο.
Τονίζεται μάλιστα ότι οι επιπτώσεις της αποψίλωσης θα είναι εντονότερες στις φτωχές περιοχές του πλανήτη που εξαρτώνται από τα δάση ως πηγές τροφίμων.
Από τις οικονομικές ζημίες που αναφέρονται, η μεγαλύτερη αντιστοιχεί στη μείωση της απορρόφησης αερίων του θερμοκηπίου από τα δάση.
Την ίδια στιγμή ο αρμόδιος για το Περιβάλλον επίτροπος της E. E. Σταύρος Δήμας επισήμανε ότι «…τα επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των κλιματικών θα συμβάλουν στο ξεπέρασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Aντιμετωπίζουμε την κλιματική αλλαγή σημαίνει επενδύουμε στην ενεργειακή αποτελεσματικότητα, προωθούμε τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και παρέχουμε κίνητρα…».
…Να το δούμε απαντά ο συντάκτης αυτού του κειμένου…. υποσχόμενος να επανέλθει στα σχετικά με την χρηματοπιστωτική κρίση γρήγορα….
* Σ΄ αυτό του το βιβλίο ο Κρούγκμαν ξεναγεί τον αναγνώστη σ΄ ένα αιώνα ιστορίας πού φθάνει μέχρι την τραγωδία των ετών Μπους Μια τραγωδία που ήταν αναπόφευκτη, από τη στιγμή που οι συντηρητικοί πήραν στα χέρια τους τον πλήρη έλεγχο της αμερικανικής κυβέρνησης. Ταυτόχρονα δείχνει πώς μια νέα πολιτική συμμαχία μπορεί και να υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις και να υποστηριχθεί από αυτές, κάνοντας έτσι την αμερικανική κοινωνία όχι μόνο κοινωνία ισότητας αλλά και κοινωνία δικαιοσύνης.
2 σχόλια:
Πολύ καλό Θοδωρή. Να δουμε που πάει η ιστορία με την παγκόσμια οικονομία. ρε μπάς και είναι ένα μεγάλο κόλπο;
ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΟΥ ΘΟΔΩΡΗ.
Δημοσίευση σχολίου