Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

Kαλό Ταξίδι Αλέξη










είθε η σφαίρα που σου αφαίρεσε την ζωή να γίνει ο καταλύτης να ξυπνήσουμε όλοι εμείς οι ... ζωντανοί νεκροί που μένουμε πίσω.

Να γελάς εκεί πάνω! για να μην κλαις όπως εμείς...


ΠΗΓΗ: environmentfood.blogspot.com

10 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Απ’ όλους εμάς τους βολεμένους που αράξαμε στους καναπέδες:

ΣΥΓΝΩΜΗ ΑΛΕΞΗ

(του Γιώργου Κρανιώτη)

Η λέξη συγγνώμη έχει χαθεί από το λεξιλόγιο των ανθρώπων πια!
Από το Σάββατο και μετά, ακούω πολλά για το ποιος φταίει για το θάνατο του 15χρονου Αλέξη. Ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του!
Έτσι ψυχρά! Η Ελλάδα χωρίστηκε σε εισαγγελείς της καφετέριας, του καναπέ και των τηλεοπτικών παράθυρων! Όχι φίλοι εισαγγελείς Νεοέλληνες !
Εγώ δε θα παίξω το παιχνίδι της νέας τάξης πραγμάτων που δημιουργεί ένα επεισόδιο για να μας σερβίρει μετά τη δικιά της λύση!
Δε θα χωριστώ μέσα μου σε αναρχικό και μπάτσο!
Απλά ήθελα να πω σαν άνθρωπος, σα γονιός, μα πιο πολύ σα πολίτης του καναπέ ένα μεγάλο συγγνώμη στο παιδί αυτό που δε το ξέρω, αλλά που θα μπορούσε να ήταν παιδί μου!!
Συγγνώμη Αλέξη που στα δεκαπέντε σου σε σκότωσα με την αδιαφορία μου!
Συγγνώμη Αλέξη που ξέχασα να υποσχεθώ στον εαυτό μου, όταν κι εγώ έκανα τα δικά μου πολυτεχνεία σχεδόν στην ηλικία σου, ότι δε θα επιτρέψω, όταν βγω από τα κάγκελα του πολυτεχνείου, να γίνω καναπεδοκεφτες!!!!
Συγγνώμη Αλέξη που επέτρεψα να πλημμυρίσουν πάλι τα πεζοδρόμια από νταήδες αστυνομικούς! Συγγνώμη Αλέξη που σου στέρησα μια κοινωνία αξιών!
Συγγνώμη Αλέξη που σου έφτιαξα ένα κόσμο για να ζήσεις, γεμάτο χοντρομπαλάδες πατεράδες των επιτοκίων και ξανθομαλλούδες μανάδες του Hondos center!
Συγγνώμη Αλέξη που σου έφτιαξα ένα σχολείο παραγωγής κιμά και όχι παραγωγής γνώσης.
Συγγνώμη Αλέξη που σε περιέλουσα με μοναξιά!
Συγγνώμη Αλέξη που σου έκαψα τα όνειρά σου για ένα κόσμο δίκαιο, φτιάχνοντας ένα γιαλαντζί κόσμο πλαστικής χλιδής!
Συγγνώμη Αλέξη που σου έφτιαξα στα 12 σου ένα δωμάτιο που θυμίζει NASA με τα τόσα ηλεκτρονικά που έχει εκεί μέσα, για να σε αποφύγω, γιατί φοβάμαι τις ερωτήσεις σου!
Συγγνώμη Αλέξη που σου στέρησα το δικαίωμα στην εργασία και εσύ ξέρεις πως, ο,τι και να γίνεις στη ζωή σου, θα είσαι άνεργος ή θα παίρνεις 700 ευρώ!
Συγγνώμη Αλέξη που δε σου μίλησα ποτέ για τίποτα άλλο, εκτός από μπάλα και γκόμενες!
Συγγνώμη Αλέξη που σε άφησα μόνο σου στους δρόμους, να διεκδικείς το δικαίωμα σου για ένα κόσμο καλύτερο, με τον άτσαλο τρόπο που εσύ ξέρεις.
Συγγνώμη Αλέξη που δε σου έμαθα οτι καίγοντας ένα αυτοκίνητο, η την επιχείρηση ενός κακομοίρη μικροαστού που κι αυτός υποφέρει από το ανάλγητο κράτος, δε καταφέρνεις τίποτα! Συγγνώμη Αλέξη που δε σε προφύλαξα ηθικά, ψυχικά και σωματικά από τα καθάρματα τους προβοκάτορες που εκμεταλλεύονται τη μοναξιά σου και τη τεστοστερόνη σου για να περάσουν τα δικά τους ανόσια σχέδια!
Που, ξέροντας ότι αυτός ο κόσμος που σου φτιάξαμε σε πνίγει, σε ωθεί να τα "χώνεις" σε λάθος κατευθύνσεις, για να εξυπηρετηθεί η ανάγκη του συστήματος να πειστούν οι καναπεδοκεφτεδες να κατηγορήσουν εσένα κι όχι τον υπαίτιο που σου όπλισε το χέρι η το στόμα!
Όχι φίλε Αλέξη!
Αυτοί που σε ωθούν να ανατινάξεις ένα αυτοκίνητο ενός μεροκαματιάρη, που ακόμα το χρωστάει στις τράπεζες του συστήματος που υπηρετούν, είναι οι ίδιοι που κατασκευάζουν τις ξανθούλες με τα μπουτάκια που τραγουδάνε, που κατασκευάζουν τα πλαστικά όνειρα της χαυνιτιδας, που σου πλασάρουν τα ναρκωτικά, που σου καταστρέφουν τη πατρίδα κάνοντάς την εχθρική απέναντι σου!
Έχεις δίκιο φίλε Αλέξη!
Σε ποια πατρίδα, σε ποιο θεό και σε ποια οικογένεια να πιστέψεις με το δεκαπεντάχρονο μυαλό σου?
Στα έχουν κάνει όλα ρημαδιό!
Οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι παπάδες, οι δάσκαλοί σου, ο κόσμος σου, εγώ ο ίδιος σα πολίτης αυτής της χώρας, ή μάλλον αυτού του απέραντου καναπέ!
Μέσα σου έχουν καταρρίψει κάθε έννοια δικαίου και αγώνα!
Σε βομβαρδίζουν από το πρωί ως το βράδυ με στείρα γνώση και μετά σου λένε, "δες τηλεόραση για να σου πούμε οτι όσο και να διαβάζεις, άμα δε γίνεις αχαχούχα ξανθιά δε θα επιβιώσεις"!
Εμείς οπλίσαμε ευαίσθητε Αλέξη το στόμα σου με τη βρισιά στο μπάτσο και το όπλο του μπάτσου εναντίον σου!
Γιατί ούτε αυτός έπρεπε να είναι μπάτσος, ούτε εσύ εκείνη την ώρα εκεί που ήσουν!
Συγγνώμη φίλε Αλέξη για όλα αυτά και άλλα τόσα που δε μου έρχονται αυτή τη στιγμή στο μυαλό! Νοιώθω τύψεις σαν πολίτης αυτής της χώρας για το χαμό σου!
Νοιώθω, αν και δε σε ξέρω, σα να έχασα δικό μου παιδί!
Εσύ είσαι το θύμα, είτε ζούσες προχτές είτε τώρα που είσαι νεκρός!
Εμείς φταίμε. Οι μεγάλοι που έχουμε χωριστεί σε καναπεδοκεφτέδες και θεωρητικούς μιας καλλίτερης κοινωνίας που στη πράξη δε την εφαρμόζουμε ούτε στα σπίτια μας!
Εμείς φταίμε, που έχουμε το μπάτσο μέσα μας και το παίζουμε επαναστάτες μόνο στα τσοντοκαναλα του ίντερνετ και της τηλεόρασης μας!
Εμείς φταίμε που σε κάναμε να μη ξέρεις που να τα "χώσεις", γιατί σε παρατήσαμε μόνο σου χωρίς ιδανικά και χωρίς ελπίδα!
Όλοι εμείς είμαστε οι φονιάδες των ονείρων σου!
Εμείς είμαστε αυτοί που ανεχόμαστε νταήδες αστυνομικούς να "ελέγχουν" περιοχές!
Εμείς φταίμε που ανεχόμαστε ένα τέτοιο κράτος!
Εμείς φταίμε για τα χτεσινά δακρυγόνα!
Εμείς φταίμε για τις χτεσινές μολότοφ!
Εμείς φταίμε που κάνουν οι προβοκάτορες το πολυτεχνείο κόλαση!
Εμείς φταίμε που ανεχόμαστε τους προβοκάτορες να καίνε μαγαζιά κι αμάξια!
Εμείς φταίμε που δε μιλάμε, όσο και να μας βιάζει αυτό το αισχρό και ανάλγητο κράτος!
Συγγνώμη Αλέξη!
Αν κάποιος έπρεπε να ήταν στη θέση σου, αυτός θα έπρεπε να ήμουν εγώ, ο "καθώς πρέπει" πολίτης, μαζί με το καναπέ μου κι όχι εσύ!
Αν κάποιος έπρεπε να τους πει "ΦΤΑΝΕΙ ΡΕ! ΩΣ ΕΔΩ Η ΕΝΟΧΗ ΣΙΩΠΗ!" ήμουν εγώ κι όχι εσύ!
Εύχομαι ο θάνατός σου να μας δώσει έστω και μια σταγόνα αφύπνισης από το λήθαργό μας!
Ντρέπομαι για μένα και τη κοινωνία μας!
ΣΥΓΝΩΜΗ ΑΓΝΩΣΤΕ ΜΙΚΡΕ ΜΟΥ ΦΙΛΕ ΑΛΕΞΗ!!!!
ΣΥΓΝΩΜΗ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ!!!!

Ανώνυμος είπε...

Οι πατέρες, οι μανες, οι παππούδες
Ρίξανε την τυραννία την χουντική

Τα εγγόνια, οι γιοί οι κόρες
Ρίξανε την ……Καραμανλική

Ανώνυμος είπε...

ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ ΑΛΕΞΗ ΠΙΣΤΕΥΩ ΠΩΣ ΚΑΠΟΙΑ ΜΕΡΑ ΘΑ ΔΙΚΑΙΩΘΕΙΣ!!!

Ανώνυμος είπε...

ΚΡΙΜΑ ΑΓΟΡΙ ΜΟΥ ΠΟΥ ΕΧΑΣΕΣ ΤΗ ΖΩΗ ΣΟΥ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΑΝΕΓΚΕΦΑΛΟ ΜΠΑΤΣΟ ΠΟΥ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΣΕ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ.
ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ...

istoploos είπε...

Το όπλο ήταν η προέκταση του χεριού του «οργάνου της τάξεως» και το χέρι η προέκταση του μυαλού του. Ποιος όπλισε το χέρι του εκτελεστή; Ποιος όπλισε το μυαλό του; Ποιος τον γαλούχησε με ηθική «επιθεωρητή Κάλαχαν» ώστε να ξαπλώσει στην άσφαλτο ένα δεκαπεντάχρονο, πατέρας κι αυτός τριών παιδιών; Το σύστημα. Για την ακρίβεια το χάλκεον του συστήματος χέρι για να μπορεί να προστατεύει το αργυρούν όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν. Η σφαίρα δε σημάδευε μόνο τα στήθη του έφηβου. Στόχευε στο μυαλό. Τα μυαλά όλων των ανυπότακτων εφήβων. Των παιδιών που βγάζουν γλώσσα στο σύστημα, εκείνων που δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό, όσων αντιστέκονται στην κοινωνία της σήψης και της διαφθοράς. Των παιδιών που βλέπουν να τους κλέβουν τα όνειρα, πριν ακόμα ονειρευτούν. Το όνειρο σημάδευε, επειδή τα όνειρα κατάντησαν επικίνδυνα για τους διαχειριστές της εξουσίας. Κι επειδή δεν μπορούν να επικηρύξουν το όνειρο εκτελούν όσους τολμούν να ονειρεύονται. Αδίστακτα. Χωρίς δεύτερη σκέψη.Στα Εξάρχεια, στο κέντρο της Αθήνας. Πώς φτάσαμε έως εδώ και ο ορκισμένος στο σύνταγμα ένστολος υπερασπιστής του πολίτη να γίνεται δήμιός του και ο δαίμονάς του; Σιωπήσαμε όταν ένστολοι περιέπαιζαν τις πόρνες, βασάνιζαν τον αλλοδαπό, προπηλάκιζαν τον αδύναμο γιατί δεν ήμασταν εμείς στη θέση τους ούτε τα παιδιά μας. Δεν ήμασταν ούτε πόρνες ούτε αλλοδαποί για να ενδιαφερθούμε και νομίσαμε ότι η σιωπή μας θα μας σώσει. Τη σιωπή μας πλήρωσε ο νεαρός έφηβος και η αγανάκτησή μας για την αποτρόπαια εκτέλεση δε μπορεί να μας λυτρώσει για τα όσα αφήσαμε να γίνουν.

Σώπα μη μιλάς ! (του Αζίζ Νεσίν)

Σώπα, μη μιλάς , είναι ντροπή
κόψ' τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
"σώπα".

Στο σχολείο μού κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε :"εσένα τι σε νοιάζει ; Σώπα!"

Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
"κοίτα μην πείς τίποτα, σσσσ....σώπα!"

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε,
"θα βρείς το μπελά σου, σώπα".

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις ,σώπα"

Παντρεύτηκα , έκανα παιδιά ,
η γυναίκα μου ήταν τίμια κι εργατική και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή , που της έλεγε "Σώπα".

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα"
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γείτονες, μας ένωνε , όμως, το Σώπα.

Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη ,αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ.
Εύκολα , μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα".

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν' την να σωπάσει.
Κόψ' την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες , τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς ,
χωρίς να μιλάς να λές "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"
Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς.

και δεν θα μιλάς ,
θα γίνεις φαφλατάς ,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς .

Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ' την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις , καλύτερα να το τολμήσεις Κόψε τη γλώσσα σου.

Για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα 'ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο , με ένα τραύλισμα , με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ!....

Ανώνυμος είπε...

LYPAMAI POLY & PENTHW GIA TO PAIDI OLWN TWN GONIWN THS ELLADAS.

Ανώνυμος είπε...

καλο ταξιδι φιλε ΑΛΕΞΗ και να σαι σιγουρος πως δεν θα αφησουμε να ξεχαστει ετσι ο αδικος χαμος σου απο ενα βλακα μπατσο, ας ελπισουμε πως εσυ θα βαλεις μυαλο σε ολυος αυτους τους ανεκδιηγητους
ΑΝΤΙΟ!!!

Ανώνυμος είπε...

Την ώρα την κηδείας, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να θυμηθούμε το ποίημα του Γάννη Ρίτσου:

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΕΞΗ
(ἀποσπάσματα)
(Θεσσαλονίκη. Μάης τοῦ 1936. Μιὰ μάνα, καταμεσὶς τοῦ δρόμου,
μοιρολογάει τὸ σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της καὶ πάνω της,
βουΐζουν καὶ σπάζουν τὰ κύματα τῶν διαδηλωτῶν - τῶν ἀπερ-
γῶν καπνεργατῶν. Ἐκείνη συνεχίζει τὸ θρῆνο της):

I

Γιέ μου, σπλάχνο τῶν σπλάχνων μου, καρδούλα τῆς καρδιᾶς μου,
πουλάκι τῆς φτωχιᾶς αὐλῆς, ἀνθὲ τῆς ἐρημιᾶς μου,

πῶς κλείσαν τὰ ματάκια σου καὶ δὲ θωρεῖς ποὺ κλαίω
καὶ δὲ σαλεύεις, δὲ γρικᾷς τὰ ποὺ πικρὰ σοῦ λέω;

Γιόκα μου, ἐσὺ ποὺ γιάτρευες κάθε παράπονό μου,
Ποὺ μάντευες τί πέρναγα κάτου ἀπ᾿ τὸ τσίνορό μου,

τώρα δὲ μὲ παρηγορᾶς καὶ δὲ μοῦ βγάζεις ἄχνα
καὶ δὲ μαντεύεις τὶς πληγὲς ποὺ τρῶνε μου τὰ σπλάχνα;

Πουλί μου, ἐσὺ ποὺ μοῦ ῾φερνες νεράκι στὴν παλάμη
πῶς δὲ θωρεῖς ποὺ δέρνουμαι καὶ τρέμω σὰν καλάμι;

Στὴ στράτα ἐδῶ καταμεσὶς τ᾿ ἄσπρα μαλλιά μου λύνω
καὶ σοῦ σκεπάζω τῆς μορφῆς τὸ μαραμένο κρίνο.

Φιλῶ τὸ παγωμένο σου χειλάκι ποὺ σωπαίνει
κι εἶναι σὰ νὰ μοῦ θύμωσε καὶ σφαλιγμένο μένει.

Δὲ μοῦ μιλεῖς κι ἡ δόλια ἐγὼ τὸν κόρφο δές, ἀνοίγω
καὶ στὰ βυζιὰ ποὺ βύζαξες τὰ νύχια, γιέ μου μπήγω.

II

Κορώνα μου, ἀντιστύλι μου, χαρὰ τῶν γερατειῶ μου,
ἥλιε τῆς βαρυχειμωνιᾶς, λιγνοκυπάρισσό μου,

Πῶς μ᾿ ἄφησες νὰ σέρνουμαι καὶ νὰ πονῶ μονάχη
χωρὶς γουλιά, σταλιὰ νερὸ καὶ φῶς κι ἄνθο κι ἀστάχυ ;

Μὲ τὰ ματάκια σου ἔβλεπα τῆς ζωῆς κάθε λουλούδι,
μὲ τὰ χειλάκια σου ἔλεγα τ᾿ αὐγερινὸ τραγούδι.

Μὲ τὰ χεράκια σου τὰ δυό, τὰ χιλιοχαϊδεμένα,
ὅλη τη γῆς ἀγκάλιαζα κι ὅλ᾿ εἴτανε γιὰ μένα.

Νιότη ἀπ᾿ τὴ νιότη σου ἔπαιρνα κι ἀκόμη ἀχνογελοῦσα,
τὰ γερατειὰ δὲν τρόμαζα, τὸ θάνατο ἀψηφοῦσα.

Καὶ τώρα ποὺ θὰ κρατηθῶ, ποὺ θὰ σταθῶ, ποὺ θἄμπω,
ποὺ ἀπόμεινα ξερὸ δεντρὶ σὲ χιονισμένο κάμπο;

Γιέ μου, ἂν δὲ σοὖναι βολετὸ νἀρθεῖς ξανὰ σιμά μου,
πᾶρε μαζί σου ἐμένανε, γλυκειά μου συντροφιά μου.

Κι ἂν εἶν᾿ τὰ πόδια μου λιγνά, μπορῶ νὰ πορπατήσω
κι ἂν κουραστεῖς, στὸν κόρφο μου, γλυκὰ θὰ σὲ κρατήσω.

III

Μαλλιὰ σγουρὰ ποὺ πάνω τους τὰ δάχτυλα περνοῦσα
τὶς νύχτες ποὺ κοιμόσουνα καὶ πλάϊ σου ξαγρυπνοῦσα,

Φρύδι μου, γαϊτανόφρυδο καὶ κοντυλογραμμένο,
καμάρα ποὺ τὸ βλέμμα μου κούρνιαζε ἀναπαμένο,

Μάτια γλαρὰ ποὺ μέσα τους ἀντίφεγγαν τὰ μάκρη
πρωινοῦ οὐρανοῦ, καὶ πάσκιζα μὴν τὰ θαμπώσει δάκρυ,

Χείλι μου μοσκομύριστο ποὺ ὡς λάλαγες ἀνθίζαν
λιθάρια καὶ ξερόδεντρα κι ἀηδόνια φτερουγίζαν,

Στήθεια πλατιὰ σὰν τὰ στρωτὰ φτερούγια τῆς τρυγόνας
ποὺ πάνωθέ τους κόπαζε κ᾿ ἡ πίκρα μου κι ὁ ἀγώνας,

Μπούτια γερὰ σὰν πέρδικες κλειστὲς στὰ παντελόνια
ποὺ οἱ κόρες τὰ καμάρωναν τὸ δείλι ἀπ᾿ τὰ μπαλκόνια,

Καὶ γώ, μὴ μοῦ βασκάνουνε, λεβέντη μου, τέτοιο ἄντρα,
σοῦ κρέμαγα τὸ φυλαχτὸ μὲ τὴ γαλάζια χάντρα,

Μυριόρριζο, μυριόφυλλο κ᾿ εὐωδιαστό μου δάσο,
πῶς νὰ πιστέψω ἡ ἄμοιρη πῶς μπόραε νὰ σὲ χάσω;

ΙV

Γιέ μου, ποιὰ Μοῖρα στὄγραφε καὶ ποιὰ μοῦ τὄχε γράψει
τέτοιον καημό, τέτοια φωτιὰ στὰ στήθεια μου ν᾿ ἀνάψει;

Πουρνὸ - πουρνὸ μοῦ ξύπνησες, μοῦ πλύθηκες, μοῦ ἐλούστης
πριχοῦ σημάνει τὴν αὐγὴ μακριὰ ὁ καμπανοκρούστης.

Κοίταες μὴν ἔφεξε συχνὰ - πυκνὰ ἀπ᾿ τὸ παραθύρι
καὶ βιαζόσουν σὰ νἄτανε νὰ πᾶς σὲ πανηγύρι.

Εἶχες τὰ μάτια σκοτεινά, σφιγμένο τὸ σαγόνι
κι εἴσουν στὴν τόλμη σου γλυκός, ταῦρος μαζὶ κι ἀηδόνι.

Καὶ γὼ ἡ φτωχειὰ κ᾿ ἡ ἀνέμελη καὶ γὼ ἡ τρελλὴ κ᾿ ἡ σκύλα,
σοὔψηνα τὸ φασκόμηλο κι ἀχνὴ ἡ ματιά μου ἐφίλα

Μιὰ - μιὰ τὶς χάρες σου, καλέ, καὶ τὸ λαμπρό σου θωρὶ
κι ἀγαλλόμουν καὶ γέλαγα σὰν τρυφερούλα κόρη.

Κι οὐδὲ κακόβαλα στιγμὴ κι οὐδ᾿ ἔτρεξα ξοπίσω
τὰ στήθεια μου νὰ βάλω μπρὸς τὰ βόλια νὰ κρατήσω.

Κι ἔφτασ᾿ ἀργὰ κι, ὤ, ποὺ ποτὲς μὴν ἔφτανε τέτοια ὥρα
κι, ὦ, κάλλιο νὰ γκρεμίζονταν στὸ καύκαλό μου ἡ χώρα.

V

Σήκω, γλυκέ μου, ἀργήσαμε· ψηλώνει ὁ ἥλιος· ἔλα,
καὶ τὸ φαγάκι σου ἔρημο θὰ κρύωσε στὴν πιατέλα.

Ἡ μπλέ σου ἡ μπλοῦζα τῆς δουλειᾶς στὴν πόρτα κρεμασμένη
θὰ καρτεράει τὴ σάρκα σου τὴ μαρμαρογλυμμένη.

Θὰ καρτεράει τὸ κρύο νερὸ τὸ δροσερό σου στόμα,
θὰ καρτεράει τὰ χνῶτα σου τ᾿ ἀσβεστωμένο δῶμα.

Θὰ καρτεράει κ᾿ ἡ γάτα μας στὰ πόδια σου νὰ παίξει
κι ὁ ἥλιος ἀργὸς θὰ καρτερᾷ στὰ μάτια σου νὰ φέξει.

Θὰ καρτεράει κ᾿ ἡ ρούγα μας τ᾿ ἁδρὸ περπάτημά σου
κ᾿ οἱ γρίλιες οἱ μισάνοιχτες τ᾿ ἀηδονολάλημά σου.

Καὶ τὰ συντρόφια σου, καλέ, ποὺ τὶς βραδιὲς ἐρχόνταν
καὶ λέαν καὶ λέαν κι ἀπ᾿ τὰ ἴδια τοὺς τὰ λόγια ἐφλογιζόνταν

Καὶ μπάζανε στὸ σπίτι μας τὸ φῶς, τὴν πλάση ἀκέρια,
παιδί μου, θὰ σὲ καρτερᾶν νὰ κάνετε νυχτέρια.

Καὶ γὼ θὰ καρτεράω σκυφτὴ βραδὶ καὶ μεσημέρι
νἀρθεῖ ὁ καλός μου, ὁ θάνατος, κοντά σου νὰ μὲ φέρει.

...

ΙΧ

Ὦ Παναγιά μου, ἂν εἴσουνα, καθὼς ἐγώ, μητέρα,
βοήθεια στὸ γιό μου θἄστελνες τὸν Ἄγγελο ἀπὸ πέρα.

Κι, ἄχ, Θέ μου, Θέ μου, ἂν εἴσουν Θεὸς κι ἂν εἴμασταν παιδιά σου
θὰ πόναγες καθὼς ἐγώ, τὰ δόλια πλάσματά σου.

Κι ἂν εἴσουν δίκειος, δίκαια θὰ μοίραζες τὴν πλάση,
κάθε πουλί, κάθε παιδὶ νὰ φάει καὶ νὰ χορτάσει.

Γιέ μου, καλὰ μοῦ τἄλεγε τὸ γνωστικό σου ἀχεῖλι
κάθε φορὰ ποὺ ὁρμήνευε, κάθε φορὰ ποὺ ἐμίλει:

Ἐμεῖς ταγίζουμε ζωὴ στὸ χέρι: περιστέρι,
κ᾿ ἐμεῖς οὔτ᾿ ἕνα ψίχουλο δὲν ἔχουμε στὸ χέρι.

Ἐμεῖς κρατᾶμε ὅλη τὴ γῆς μὲς στ᾿ ἀργασμένα μπράτσα
καὶ σκιάχτρα στέκουνται οἱ Θεοὶ κι ἀφέντη ἔχουνε φάτσα.

Ἄχ, γιέ μου, πιὰ δὲ μοὔμεινε καμιὰ χαρὰ καὶ πίστη,
καὶ τὸ χλωμὸ καὶ τὸ στερνὸ καντήλι μας ἐσβήστη.

Καί, τώρα, ἐπὰ σὲ ποιὰ φωτιὰ τὰ χέρια μου θ᾿ ἀνοίγω,
τὰ παγωμένα χέρια μου νὰν τὰ ζεστάνω λίγο;

Ανώνυμος είπε...

Ενωνω την σιωπη μου, με την δικη σου την σιωπη και στ' αψυχο σου σωμα
γυρευω μια πνοη...

Ν' ακουσω την μιλια σου,
περιτρανα να πει,
Ελλαδα σκοτωνεις τα παιδια σου,
χωρις σταλια ντροπη...

Δεν ειμαι εγω ο πρωτος,
μα θαμαι ο τελευταιος
του πιστολιου ο κροτος
για ναναι ο μοιραιος;


Πνοη δεν εχω αλλη,
μα εχω ψυχη μεγαλη,
παντα θαμαι κοντα σας,
στ' ατελειωτα ονειρα σας...

Για λιγο φευγω μακρυα,
με την καρδια σφιγμενη,
δεν θελησα εγω και τ' αλλα τα παιδια,
μια Ελλαδα ταραγμενη...

Η σφαιρα μεσα στην καρδια,
σημαδια αφησε βαθεια,
της μαννας μου εσκισε τα σωθικα
κι εκοψε για παντα την δικη μου την λαλια...

Αλεξη περασες στην αιωνιοτητα...

Ανώνυμος είπε...

ΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΛΗΓΟΘΗΚΑΝ ΟΛΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΔΙΚΟ ΧΑΜΟ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΑΛΕΞΗ ΑΣ ΑΦΗΝΑΝ ΤΟΥΤΗ ΤΗΝ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΝΑ ΗΤΑΝ ΕΙΡΗΝΗΚΗ ΚΑΙ ΑΣ ΣΕΒΟΝΤΟΥΣΤΑΝ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΟΙΑ ΠΟΥ ΠΗΓΕ ΝΑ ΠΕΙ ΕΝΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΝΤΙΟ ΣΤΟΝ "ΑΓΓΕΛΟ" ΤΟΥΣ
ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΣΕΒΑΣΤΗΚΑΝ ΟΥΤΕ ΤΗΝ ΨΥΧΟΥΛΑ ΤΟΥ