Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2009

Ν. Καζαντζάκης



[[ δαμ-ων ]]

Εισαγωγή
● Ο πεζογράφος, ποιητής, συγγραφέας θεατρικών έργων και μεταφραστής Ν. Καζαντζάκης είναι από τις πνευματικές φυσιογνωμίες με την μεγαλύτερη απήχηση στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1883 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Πέθανε στο Φράϊμπουργκ της Γερμανίας στις 26 Οκτωβρίου 1957 και κηδεύτηκε λίγες μέρες αργότερα στο Ηράκλειο, όπου βρίσκεται και ο τάφος του.
50 χρόνια αργότερα, για να τιμήσει ο πνευματικός κόσμος το μεγάλο έργο του, κήρυξε το 2007 ως έτος Ν. Καζαντζάκη. Σε όλη την Ελλάδα έγιναν πολλές εκδηλώσεις προς τιμή του μεγάλου μας στοχαστή.

Τιμώντας τον μεγάλο στοχαστή, αυτό το ανήσυχο πνεύμα με τη διεισδυτική μεταφυσική σκέψη και το πλούσιο φιλολογικό του έργο, έγραψα αυτό το μικρό δοκίμιο, που θα το παρουσιάσω σε τέσσερεις συνέχειες.
Με την πίστη ότι πολλοί από τους επισκέπτες της ιστοσελίδας μας αγαπούν τον Κρητικό συγγραφέα, θαρρώ ότι θα βρουν ενδιαφέρουσες τις σκέψεις του συγγραφέα, που σας μεταφέρω.

● Η πνευματική φυσιογνωμία του Ν. Καζαντζάκη διαθέτει το εξαιρετικό προνόμιο να μην αφήνει κανέναν, απ’ όσους έρχονται σ’ επαφή με το πνευματικό του έργο, μελετώντας τον ή απλά διαβάζοντάς τον, αδιάφορο. Γιατί ο Κρητικός στοχαστής εκπροσωπεί μιαν πρόκληση, μια μεγάλη πρόκληση, που μπορεί να κάνει τον αναγνώστη θαυμαστή και φίλο του ή εχθρό κι αντιρρησία, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θα τον αφήσει ανεπηρέαστο. Σίγουρα θα τον προβληματίσει, σε βάθος και σε πλάτος, θα του προκαλέσει οδυνηρά ερωτήματα στον εσωτερικό του κόσμο. Το προνόμιο να προκαλεί έντονο προβληματισμό, δεν του παραχωρήθηκε σαν θείο δώρημα, αλλά είναι απόχτημα πολύχρονου κι εντατικού ηθικού, πνευματικού και δημιουργικού μόχθου. Είναι το τρόπαιο του συντριπτικού του ψυχικού αγώνα, στον οποίο πρόσφερε ολόκληρη την ύπαρξή του.
Ο Τιτάνας αυτός του λόγου, μας άφησε έναν απίστευτα μεγάλο όγκο πνευματικής δημιουργίας, με φιλοσοφικές ιδέες, που άλλους μαγνητίζουν, ενώ άλλους απωθούν. Αυτές τις ιδέες είτε τις εκφράζει σε πρώτο πρόσωπο, είτε τις βάζει στο στόμα των ηρώων του με πολύ πειστικό και παραστατικό τρόπο, δείχνοντας έτσι το πάθος του για την αναζήτηση της Αλήθειας. Μια αναζήτηση στην οποία αφιερώθηκε ολοκληρωτικά.
Για το πώς συνταίριαζε τις ιδέες του και τις μετέφερε στο χαρτί, μας λέει ο ίδιος ο συγγραφέας:
« Έγραφα και καμάρωνα, ήμουν θεός κι έκανα ό,τι ήθελα, μετουσίωνα την πραγματικότητα, την έπλαθα όπως θα ’θελα και θα ‘πρεπε να ‘ναι, έσμιγα αξεδιάλυτα αλήθειες και ψευτιές, δεν υπήρχαν πια αλήθειες και ψευτιές όλα ζύμη μαλακιά και την έπλαθα, την ξέπλαθα, όπως μου κανοναρχούσε το κέφι μου, λεύτερα, χωρίς να πάρω κανενός την άδεια. Υπάρχει φαίνεται μια αβεβαιότητα πιο σίγουρη από τη βεβαιότητα• μα η μια από αυτές βρίσκεται ένα πάτωμα πιο ψηλά από το ισόγειο κατασκεύασμα του ανθρώπου που το λέμε αλήθεια.»
Η καρδιά του συγγραφέα δεν βολεύεται. Στο μυαλό του στροβιλίζονται πλήθος ερωτήματα, που δεν τον αφήνουν να ησυχάσει:
«Ένα μονάχα λαχταρίζω: Να συλλάβω τι κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα, τι είναι το μυστήριο που με γεννάει και με σκοτώνει, κι αν πίσω από την ορατή ακατάπαυτη ροή του κόσμου κρύβεται μια αόρατη παρουσία.»
Ο Καζαντζάκης βαδίζει πάνω στα χνάρια που άφησαν όλοι οι συγγραφείς, ρήτορες, φιλόσοφοι, ποιητές και ιστορικοί από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Μέσα στα γραπτά του πολυταξιδεμένου συγγραφέα μετουσιώνεται ο θολός ιδεαλισμός της Ανατολής και γίνεται καθάρια σκέψη :
« Η θολή, ακαταστάλαχτη κραυγή της Ανατολής, περνώντας από το φως της Ελλάδας, καθαρίζει, ανθρωπίζεται, γίνεται Λόγος. Η Ελλάδα είναι το φίλτρο που λαγαρίζει με αγώνα πολύ το κτήνος σε άνθρωπο, την ανατολίτικη σκλαβιά σ’ ελευτερία και τη βάρβαρη μέθη σε νηφάλιο λογισμό.»
Στα μύχια της ψυχής του συναισθάνεται πως έχει ένα μεγάλο χρέος:
« Ποιο είναι το χρέος μου; Να συντρίψω το σώμα, να χυθώ να σμίξω με το Αόρατο. Να σωπάσει ο νους, ν’ ακούσω τον Αόρατο να φωνάζει. »
Και το Αόρατο, μέσα από τον κρητικό συγγραφέα, φώναξε, τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα του κατεστημένου, δημιούργησε…., αφήνοντας ένα μεγάλο έργο που έλκει διαχρονικά τον αναγνώστη.

Ο θεολογικός και μεταφυσικός χαρακτήρας του έργου του Ν. Καζαντζάκη

Οι μελετητές του Ν. Καζαντζάκη αναγνωρίζουν έναν έντονο θεολογικό και μεταφυσικό χαρακτήρα στο έργο του. Ο Μ. Αυγέρης αποφαίνεται πως είναι « ο διανοούμενος που θεολογεί περισσότερο από όλους τους Έλληνες διανοούμενους », ο Π. Χάρης παρατηρεί ότι είναι « ο μοναδικός λογοτέχνης που έδωσε στο έργο του τόση θέση στον Θεό και τον Χριστό, που ούτε ο Παπαδιαμάντης δεν έδωσε », ενώ ο Κ. Τσάτσος τον χαρακτηρίζει ως « τον θρησκευτικώτερο όλων των συγγραφέων ».
Ο συνεχής και μεγαλύτερος στόχος του Καζαντζάκη είναι η αναζήτηση του Θεού. Σε όλη του τη ζωή αναζήτησε την αρμονία, την πλήρη ελευθερία, την τελείωση μέσα από αγώνα, την κατάκτηση της βασιλείας των Ουρανών. Λαχταρούσε να συλλάβει τι κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα, ν’ ανακαλύψει το μυστήριο που γεννάει τον άνθρωπο και τον σκοτώνει, κι αν πίσω από την ορατή ακατάπαυτη ροή του κόσμου κρύβεται μια αόρατη παρουσία. Γι’ αυτό μελέτησε όλες τις θρησκείες και φιλοσοφίες, ήρθε σ’ επαφή με εσωτερικά ρεύματα και μυστικιστικά τάγματα. Μα περισσότερο από όλες τις “σειρήνες”, όπως έλεγε, τον γοήτευε ο Χριστός. Η θεολογική θεώρηση του έργου του δεν διακρίνεται από τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό, κάτι που σαφώς διακρίνουμε στον Παπαδιαμάντη. Ο Θεός και ο Χριστός στα μυθιστορήματα και τα θεατρικά έργα του Καζαντζάκη δεν είναι αυτοί που μας διδάσκουν οι Πατέρες της εκκλησίας. Είναι αυτοί που η καρδιά του έχει διαμορφώσει μέσα από τις εμπειρίες του και το συνταίριασμα όσων του έκαναν εντύπωση από τον συγκρητισμό που ακολούθησε, και του προκάλεσαν πνευματικό συντονισμό, με βάση τον εσωτερικό του οδηγό. Κι ο Καζαντζάκης δεν ήταν θεολόγος, αλλά ένας λογοτέχνης και στοχαστής, που τον απασχόλησε πολύ, και αυτό είναι αποτυπωμένο σε όλα του τα γραπτά, η πνευματικότητα και η θρησκευτικότητα του ανθρώπου.
Η σκέψη του Καζαντζάκη χαρακτηρίζεται από ελευθερία, που σημαίνει πρώτα απ’ όλα την απουσία του φόβου και της ελπίδας. Θέλει τον άνθρωπο να μη φοβάται την προσωπική τελειοποίηση, ούτε τη μέλλουσα ζωή., γιατί όπως είπε κι ο Αβερρόης, ένας μουσουλμάνος φιλόσοφος, « μια ηθική βασισμένη στην ελπίδα, την ανταμοιβή και το φόβο της τιμωρίας είναι ανάξια του ανθρώπου του Θεού, είναι ανήθικη. »
Ο συγγραφέας διακρίνει τρεις κατηγορίες ανθρώπων: Αυτούς που πασχίζουν στη ζωή τους να φαν, να πιουν, να φιλήσουν, να πλουτίσουν, να δοξαστούν. Αυτούς που έβαλαν σκοπό όχι την προσωπική τους ζωή, παρά τη ζωή των άλλων, που νιώθουν πως όλοι οι άνθρωποι είναι ένα και μάχονται να φωτίσουν, ν’ αγαπήσουν, να ευεργετήσουν όσο μπορούν την ανθρωπότητα. Και τέλος αυτούς που βάζουν σκοπό της ζωή τους να ζήσουν τη ζωή του σύμπαντος, που νιώθουν ότι όλοι, άνθρωποι, φυτά, ζώα, άστρα είμαστε ένα και η ίδια ουσία μάχεται τον ίδιο φοβερό αγώνα να μετουσιώσει την ύλη και να την κάνει πνεύμα. Σίγουρα ο συγγραφέας μας δεν ανήκει στην πρώτη κατηγορία.
Ο Καζαντζάκης έχει μελετήσει σε βάθος την ιερή Γραφή και γνωρίζει, έχει βιώσει θα ‘λεγα ότι: « πνεύμα Θεού οικεί εν υμίν ». Ο Θεός έχει ενοικήσει στον μεγάλο στοχαστή και γι’ αυτό ομολογεί:
«Τόσο Θεό αισθάνομαι μέσα μου, που αν τη στιγμή τούτη αγγίσεις το χέρι μου, θα πετάξει σπίθες.»
Θα σας μεταφέρω ένα μικρό απόσπασμα, μόλις μια σειρά, της θεολογικής θεώρησης του Καζαντζάκη:
« -Είπα στη μυγδαλιά: “Αδερφή, μίλησέ μου για το Θεό”. Κι η μυγδαλιά άνθισε.»
Επιτρέψτε μου να σας εξομολογηθώ πως σ’ αυτές τις ελάχιστες λέξεις είναι συμπυκνωμένα όσα θα μπορούσαν να μου πουν, προσωπικά, εκατό πατερικά κείμενα.
Θεωρεί τη μυγδαλιά αδερφή, μια συνέχεια του εαυτού του, γιατί όλα, το σύμπαν ολόκληρο, ήταν ένα στη σκέψη του Θεού. « Εν το Παν » έλεγαν οι μύστες πρόγονοί μας. Ο Θεός, το θείο Πνεύμα, βρίσκεται παντού. Εκφράζεται μέσα από κάποιο αστέρι, από έναν πλανήτη, από την ταπεινή χλόη μέχρι τον ένδοξο αρχάγγελο. Και το καθένα συμμετέχει στο αέναο τραγούδι- ύμνο με τον τρόπο του προς την Υπερδιάνοια που το έπλασε στη Σκέψη Της και μετά το υλοποίησε. . Τα αστέρια και οι πλανήτες με τη μουσική των σφαιρών, η χλόη με το θρόισμα, το πουλί με το κελάηδημά του, ο άνθρωπος με το τραγούδι του σεβντά αλλά και με τον ψαλμό, ο άγγελος με τον αίνο του. Κι η μυγδαλιά σκεπάστηκε μ’ ανθούς εκφράζοντας το θείο κάλλος, το κάλλος το αΐδιο, που στα πεπερασμένα μας μάτια εμφανίζεται με λευκά άνθη.
Σε όλα τα δημιουργήματα ο συγγραφέας διακρίνει τον Πανταχού Παρόντα Θεό, από το μικρό χοχλάδι της θάλασσας μέχρι τον μεγαλύτερο γαλαξία. Παντού το Πνεύμα δρα, βοηθώντας το κάθε τι να εξελίσσεται. Γι’ αυτό και μας εξομολογείται:
« Στο κάθε χορταράκι αφουκράζουμουν να παραστέκεται ένα πνέμα, να το βοηθάει να μεγαλώσει και να τελέψει απάνω στη γης το χρέος του. Ένιωθα εδώ, στην απόρθητη μοναξιά μου, πως και το πιο ασήμαντο πλάσμα του Θεού, ένα σπυρί σιτάρι, ένα σκουλήκι, ένα μερμήγκι, θυμάται ξαφνικά τη θεϊκιά καταγωγή του, κυριεύεται από ένθεη μανία και θέλει ν’ ανέβει από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι και ν’ αγγίξει το Θεό• να τον αγγίξει και να σταθεί πλάι του, το σιτάρι, το σκουλήκι, το μερμήγκι, μαζί με τους αγγέλους κι αρχαγγέλους• άγγελος κι αυτό κι αρχάγγελος. »
Κάποιοι τόλμησαν να τον πουν άθεο, κι άλλοι αντίχριστο. Όμως για τον Κρητικό συγγραφέα κάθε άνθρωπος, ακόμα και ο πιο άθεος, έχει στο βάθος του εαυτού του, μέσα στην καρδιά του, το Θεό. Μόνο που ο Θεός δεν είναι μια βεβαιότητα, είναι μια διαρκής αναζήτηση. Ήταν, άραγε, ο Καζαντζάκης άθεος; Την απάντηση θα τη δώσετε μόνοι σας, αφού ολοκληρώσετε την ανάγνωση.
Κάποιοι σκληροπυρηνικοί αρχιερείς θέλησαν να τον αφορίσουν. Θα τονίσω, όμως, πως ο Καζαντζάκης δεν αφορίστηκε. Κατηγορήθηκε, ναι, πολεμήθηκε, αλλά ποτέ δεν αφορίστηκε. Λόγω των έργων του, κυρίως του “Καπετάν Μιχάλη” και του “Τελευταίου Πειρασμού” έγινε σάλος στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία, με επέμβαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κων/πολης, δεν προχώρησε σε αφορισμό. Τα βιβλία που μνημονεύσαμε κρίθηκαν ως απαγορευμένα από την καθολική Εκκλησία, και γράφτηκαν για μερικά χρόνια στο INDEX.
Ο Καζαντζάκης δεν είναι αρνητής, αντίθετα, όλη η αγωνία του και η προσπάθειά του είναι να βρει το Θεό. Τον αναζητά σε όλη του τη ζωή. Βαδίζει σε αγιασμένους τόπους, στα σκιερά μονοπάτια του Αγίου Όρους, στις κακοτράχαλες κι άνυδρες ατραπούς του Σινά, στα στενόσακα της Ασίζης του “Φτωχούλη του Θεού”, στα καλντερίμια της Άβιλα της Αγίας Τερέζας. Περνά ώρες κουβεντιάζοντας με ιερείς, αβάδες, ραβίνους, καλόγερους, θιβετανούς λάμα και δάσκαλους, σε εκκλησίες και ναούς διαφόρων θρησκειών. Θέλει να βρει τον Θεό, να τον ανταμώσει, να τον κατανοήσει, να τον βάλλει στο μεδούλι του, ν’ αναμετρηθεί μαζί του. Να καεί και να γίνει φως, να μετουσιώσει την ύλη και να την κάνει πνεύμα.
Από νεαρή ηλικία είναι ασυμβίβαστος. Λέει:
« Χαρά στο νέο που θαρρεί πως έχει χρέος να ξαναδημιουργήσει τον κόσμο• να τον κάμει πιο σύμφωνο με την αρετή και τη δικαιοσύνη• πιο σύμφωνο με την καρδιά του• αλίμονο σε όποιον αρχίζει τη ζωή του χωρίς παραφροσύνη.»
Δεν του αρέσουν οι αγκυλώσεις, το τέλμα. Ο Θεός, ο Χριστός, μέσα του αλλάζει μορφές. Διηγείται σε κάποιο βιβλίο του:
« Όταν σήμερα ρωτήσαμε έναν καλόγερο που συναπαντήσαμε απόξω από το νεκροταφείο της Μονής γιατί ζωγραφίζουν πάντα στην είσοδο του κοιμητηρίου το Χριστό σταυρωμένο κι όχι, όπως θα ‘πρεπε, το Χριστό που ανασταίνεται, ο καλόγερος θύμωσε: « Ο Χριστός ο σταυρωμένος είναι ο Χριστός μας» αποκρίθηκε, «είδες ποτέ στο Βαγγέλιο ο Χριστός να γελάει; Πάντα αναστενάζει, μαστιγώνεται και κλαίει• πάντα σταυρώνεται.» Κι εμείς, μην μπορώντας απόψε να κοιμηθούμε, λέγαμε:
- Πρέπει, ήρθε ο καιρός να κάμουμε το Χριστό να γελάσει• να μη μαστιγώνεται πια, να μην κλαίει, να μη σταυρώνεται. Να σμίξει μέσα του και ν’ αφομοιώσει τους δυνατούς χαρούμενους θεούς της Ελλάδας. Ήρθε ο καιρός ο Ιουδαίος Χριστός να γίνει Έλληνας.
- Εμείς θα τον κάμουμε! Είπε ο φίλος μου και σήκωσε το χέρι, σαν να ‘παιρνε όρκο.
- Εμείς, αποκρίθηκα κι εγώ, και τη στιγμή εκείνη μου φαίνουνταν πως τίποτα δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στην ψυχή του ανθρώπου.
- Δε θα χωριστούμε ποτέ! Φώναξε ο φίλος μου• θα ζευτούμε σαν δυο βόδια να οργώσουμε τη γης!
Πέρασαν τα χρόνια, είδαμε• ζευτήκαμε σαν βόδια κι οργώσαμε τον αέρα.»
Ο Θεός μέσα του, μεταλλάσσεται από τον φοβερό Γιαχβέ των Ιουδαίων της Π. Διαθήκης και γίνεται ο στρατηγός στην μεγάλη μάχη του ανθρώπου να ξεκολλήσει από τη λάσπη. Στο γέρμα της ζωής του Καζαντζάκη, ο Θεός γίνεται έλεος, που μ’ ένα σφουγγάρι σβήνει τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, γίνεται αγάπη, που συγχωρεί ακόμη και τον μεγάλο αποστάτη, τον Εωσφόρο.
Στην αρχή, ο Θεός στη σκέψη του Καζαντζάκη είναι ο φοβερός Θεός του Αβραάμ και των προφητών, ο Γιαχβέ. Αυτός που δεν παρουσιάζεται απευθείας στον άνθρωπο, αλλά μέσα από νεφέλες, με αστραπές και βροντές, μέσα από φωτιά. Ο Κύριος, του οποίου αναντίρρητα πρέπει οι άνθρωποι, οι δούλοι Του, να κάνουν το θέλημά Του:
« Κι άκουγε την πνοή του Ιεχωβά να ξεραίνει και ν’ αφανίζει τον κόσμο. Από το ένα του μελίγγι στο άλλο, οι προφήτες δρασκέλιζαν το νου του, σε τέτοιον πυρωμένο αγέρα έκραζαν το Θεό, όμοια πυρωμένο θα ‘νιωθαν στα χείλια τους και στα μάτια τους τον Κύριο των Δυνάμεων να ζυγώνει. Έρημος, άνεμος καυτός είναι ο Θεός, το ξέρω, μουρμούριζε• δεν είναι ανθισμένο περιβόλι• κι η καρδιά του ανθρώπου είναι ένα πράσινο φύλλο, το στρουφίζει ο Θεός και το ξεραίνει. Τί κάνουμε, πώς να του φερθούμε, να γλυκάνει το πρόσωπό του; Αν του φερθούμε με θυσίες αρνιά, δε θέλω, φωνάζει, δε θέλω κρέατα, οι ψαλμοί μονάχα χορταίνουν την πείνα μου• αν ανοίξουμε το στόμα κι αρχίσουμε τους ψαλμούς, δε θέλω λόγια, φωνάζει, μονάχα το κρέας του αρνιού, του γιου, του μοναχογιού, χορταίνει την πείνα μου! »

(Συνεχίζεται… )


Δεν υπάρχουν σχόλια: