[[ δαμ-ων ]]
Τον Απρίλη του 1204 οι Σταυροφόροι δεν κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ, αλλά την Κωνσταντινούπολη. Εχθροί δεν ήσαν οι άπιστοι Μουσουλμάνοι, αλλά οι ομόθρησκοι Βυζαντινοί. Ας κάνουμε ένα σύντομο αφιέρωμα σ’ αυτά τα γεγονότα, που αποτέλεσαν το προοίμιο της οριστικής κατάλυσης του Βυζαντίου από τους οθωμανούς. Το 1203 νέα σταυροφορία, η Δ', μετά από παραίνεση του πάπα Iννοκέντιου Γ' ξεκινά. Στόχος: Η ανακατάληψη της Ιερουσαλήμ, που είχε κυριεύσει ο σουλτάνος Σαλαδίνος της Αιγύπτου, μετά τη μεγάλη νίκη του εναντίον των σταυροφόρων στο Χατίν της λίμνης Τιβεριάδας το 1187. Οι άνδρες της Γ' Σταυροφορίας των Ριχάρδου Λεοντόκαρδου της Αγγλίας και Φιλίππου Αυγούστου της Γαλλίας διέσωσαν το σταυροφορικό βασίλειο στα παράλια των σημερινών Συρίας - Λιβάνου - Ισραήλ, αλλά δεν κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν την Ιερουσαλήμ. Παρεμπιπτόντως ο Ριχάρδος κατέλαβε στον πηγαιμό, διά θαλάσσης, τη βυζαντινή Κύπρο, που είχε όμως επαναστατήσει εναντίον της κεντρικής εξουσίας του αυτοκράτορα Ισαάκιου Αγγέλου. Προπομπός των όσων θα ακολουθούσαν...
Η Δ' Σταυροφορία δεν είχε ιδιαίτερη ανταπόκριση. Κανείς βασιλιάς δεν πήρε μέρος. Άγγλοι και Γάλλοι πολεμούσαν μεταξύ τους για την κυριαρχία της Νορμανδίας. Στον πόλεμο αναμείχθηκε και ο Γερμανός αυτοκράτορας, που το πλήρωσε ακριβά αργότερα με την ήττα του στη μάχη της Μπουβίν...
Έτσι, ασπάσθηκαν τον σταυρό Σταυροφόροι ευγενείς κυρίως από τη Φλάνδρα, τη Βόρεια Γαλλία, τη Βόρεια Ιταλία και τη Γερμανία. Κυριότεροι ανάμεσά τους ο κόμης Βαλδουίνος της Φλάνδρας (που έγινε ο πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης), ο αδερφός του Ερρίκος του Αινώ (δεύτερος Λατίνος αυτοκράτορας), ο Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος (χρονογράφος της Σταυροφορίας, όπως και ο Γάλλος ιππότης Ρομπέρ ντε Κλαρί), ο μαρκήσιος Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός (Β. Ιταλία) κ.ά.
Όπως συμβαίνει πάντα με τον Μεσαίωνα, η εκτίμηση του αριθμού των ανδρών του στρατού των Σταυροφόρων είναι δύσκολη. Οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί δέχονται δύναμη 15-20.000 ανδρών.
Οι Σταυροφόροι επέλεξαν τον δρόμο της θάλασσας, γιατί η κάθοδος από τα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία θεωρήθηκε πιο δύσκολη και χρονοβόρα. Ζήτησαν από την κυρίαρχη ναυτική δύναμη της εποχής, τη Βενετία, να ναυλώσουν πλοία, για να τους μεταφέρουν στους Αγίους Τόπους.
Οι διαπραγματεύσεις ευοδώθηκαν και οι Σταυροφόροι συγκεντρώθηκαν στις ακτές της ηπειρωτικής Βενετίας. Από εκεί, οι Βενετοί τους μετέφεραν σε ένα ακατοίκητο τότε νησάκι στον κόλπο, ώσπου οι Σταυροφόροι να πληρώσουν το ποσό του ναύλου για να τους επιβιβάσουν στα πλοία.
Αιχμάλωτοι των Βενετσιάνων
Και ξαφνικά (όπως τόσα παράξενα που είχε αυτή η ιστορία), οι Σταυροφόροι διαπιστώνουν πως δεν διαθέτουν τα χρήματα που έχουν συμφωνήσει. Οι Βενετσιάνοι, με γνήσιο χριστιανικό ήθος, απαντούν πως θα περιμένουν ώσπου να τα συγκεντρώσουν. Εντωμεταξύ οι απλοί στρατιώτες Σταυροφόροι μορούν να... πεθαίνουν από την πείνα στο άγονο νησάκι...
Οι αρχηγοί των Σταυροφόρων ψάχνουν απεγνωσμένα για χρήματα, αλλά μάταια. Τότε, ως από μηχανής θεός, ο δόγης της Βενετίας, τους προτείνει, έναντι μέρους της οφειλής, να βοηθήσουν τους Βενετούς να καταλάβουν τη δαλματική πόλη Ζάρα, που είχε αποστατήσει και είχε υπαχθεί στο βασίλειο της Ουγγαρίας. Οι Σταυροφόροι αναγκαστικά δέχονται.
Οι Βενετοί τους μεταφέρουν στη Ζάρα, που πέφτει μετά από πολιορκία, τον Νοέμβριο του 1202.
Οι Σταυροφόροι βρίσκουν ευκαιρία για λεηλασίες και βιαιοπραγίες. Είναι το προοίμιο αυτών που ακολούθησαν στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και μια πρώτη περίπτωση παρέμβασης της Δύσης στα Βαλκάνια.
Οι Σταυροφόροι γυρίζουν νικητές στο... νησί τους, αιχμάλωτοι ξανά των Βενετών, που απαιτούν την υπόλοιπη οφειλή. Ο σύγχρονος αναγνώστης πραγματικά απορεί με τους αρχηγούς τους που τόσο εύκολα έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης των Βενετών. Γιατί δεν διαπραγματεύτηκαν σκληρότερα, ώστε να εξοφλήσουν το χρέος τους με την κατάληψη της Ζάρας και όχι μόνο μέρος του χρέους; Ή, εφόσον έβλεπαν τη δυσκολία αποπληρωμής, αφού βρίσκονταν ήδη στα Βαλκάνια, γιατί δεν συνέχιζαν τον δρόμο από τη στεριά προς τους Αγίους Τόπους, όπως το είχαν κάνει οι Σταυροφόροι της Α' Σταυροφορίας αντί να γυρίσουν πίσω; Στις αρχές του 13ου αιώνα αυτό το εγχείρημα θα ήταν πιο εύκολο από ό,τι στα τέλη του 11ου, γιατί το κράτος των Σελτζούκων, που έπρεπε να διασχίσουν στη Μικρά Ασία μετά το Βυζάντιο, ήταν πια αδυνατισμένο από δυναστικές έριδες. Όμως, οι Σταυροφόροι γύρισαν πίσω, πειθήνια όργανα των Βενετών και του πολυμήχανου τυφλού ογδοντάχρονου δόγη Ερρίκου Δάνδολου, έμπειρου διπλωμάτη, υπερασπιστή των συμφερόντων της Γαληνοτάτης και για τους Βυζαντινούς και για μας, του "πρώτου κακού" της Ιστορίας. Αλλά οι Βενετσιάνοι είχαν τότε το εξής ρητό: "Είμαστε πρώτα Βενετσιάνοι, και μετά Χριστιανοί". Το απέδειξαν έμπρακτα στη Δ' Σταυροφορία.
Η προδοσία του Ισαάκιου
Εντωμεταξύ νέος από μηχανής θεός εμφανίζεται για να σώσει τους Σταυροφόρους. Έχει τη μορφή του έκπτωτου Βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαάκιου Β' Άγγελου, και του γιου του, Αλέξιου Άγγελου, που τους έχει εκθρονίσει ο αδελφός του πρώτου, Αλέξιος Γ' Άγγελος. Η δυναστεία των Αγγέλων είναι η χειρότερη που πέρασε ποτέ από τον θρόνο του Βυζαντίου. Το καταστροφικό όμως είναι ότι βασιλεύει σε αποφασιστική για τις τύχες της αυτοκρατορίας εποχή. Οι δυο αυτοκράτορες καλούν τους Σταυροφόρους να τους βοηθήσουν να ανακτήσουν τον θρόνο, φυσικά έναντι αδρής αμοιβής, που θα τους βοηθήσει να λύσουν οριστικά τις οικονομικές διαφορές με τη Βενετία. Ο δόγης προτρέπει τους Σταυροφόρους να δεχθούν, και όλοι επιβιβάζονται στα πλοία των Βενετών, που φτάνουν γρήγορα στην Κωνσταντινούπολη. Όταν τους βλέπει, πανικόβλητος ο Αλέξιος Γ' εγκαταλείπει τον θρόνο, αντί να πολεμήσει. Ο Ισαάκιος και ο Αλέξιος Δ' ανακτούν τον θρόνο και όλα φαίνονται να βαίνουν προς αίσιο τέλος.
Δυστυχώς όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το αυτοκρατορικό ταμείο είναι άδειο. Όπως πριν οι Σταυροφόροι, έτσι τώρα και οι Άγγελοι αποδεικνύονται αφερέγγυοι και δεν μπορούν να εκπληρώσουν την υποχρέωση που με τόση ελαφρότητα ανέλαβαν. Όπως πριν οι Βενετοί περιόρισαν τους Σταυροφόρους περιμένοντάς τους να πληρώσουν, έτσι και τώρα οι Σταυροφόροι και οι Βενετσιάνοι στρατοπεδεύουν έξω από την Κωνσταντινούπολη περιμένοντας. Απελπισμένοι οι Άγγελοι ψάχνουν για χρήματα: πρόσθετοι φόροι, δασμοί, ακόμη και το ασήμι και το χρυσάφι από στολίδια και εικόνες εκκλησιών δεν γλιτώνουν. Αρχίζουν να πληρώνουν... όμως η έχθρα του λαού της Κωνσταντινούπολης και των Ορθοδόξων κληρικών μεγαλώνει τόσο, που η πόλη μεταβάλλεται σε καζάνι που βράζει. Η επανάσταση ξεσπάει. Ο λαός ανακηρύσσει αυτοκράτορα τον Αλέξιο Ε' Μούρτζουφλο, που ανατρέπει τους Αγγέλους. Εκείνος, τύπος όχι παλικαριού αλλά παλικαρά, δηλώνει στους Σταυροφόρους πως δεν θα πληρώσει και να φύγουν. Όταν δεν υπακούνε, βγαίνει επικεφαλής του βυζαντινού στρατού να τους πολεμήσει... και στην πρώτη συμπλοκή το σκάει πρώτος, δίνοντας το παράδειγμα να τραπεί σε φυγή όλο το βυζαντινό στράτευμα.
Βενετοί και Σταυροφόροι, σαστισμένοι από την ευκολία της νίκης, πολιορκούν προσεκτικά την πόλη. Η Κωνσταντινούπολη είναι ιδιαίτερα οχυρή, η καλύτερα οχυρωμένη πόλη της Ευρώπης. Ο πληθυσμός της, σύμφωνα με μάλλον συντηρητικές εκτιμήσεις, υπερβαίνει τις 200.000, ίσως και κατά πολύ. Η έκτασή της τόση, που οι Σταυροφόροι δεν μπορούν να αποκλείσουν όλο το μήκος των τειχών της. Ουσιαστικά η πόλη δεν είναι πολιορκημένη, γιατί επικοινωνεί άνετα με τον έξω κόσμο.
Η δύναμη των υπερασπιστών είναι άγνωστη σε μας, όμως μια πόλη 200.000 κατοίκων άνετα μπορούσε να συγκεντρώσει "εθνοφρουρά" 20.000 ανδρών, ικανή να αμύνεται πίσω από τα τείχη. Σίγουρα υπήρχαν επίλεκτες μονάδες, οι Βάραγγοι μισθοφόροι της αυτοκρατορικής φρουράς (εκείνη την εποχή κυρίως Αγγλοσάξονες και Νορμανδοί) και μονάδες του αυτοκρατορικού στρατού. Στο σύνολό του, ο βυζαντινός στρατός στην πόλη ήταν αριθμητικά υπέρτερος των πολιορκητών.
Το 1453 οι 5.000 Έλληνες και 3.000 Ευρωπαίοι αντιστάθηκαν με ηρωισμό για δυο μήνες στις επιθέσεις περίπου 80.000 Τούρκων πολιορκητών. Το 1204 αντίθετα, ο υπέρτερος αριθμητικά βυζαντινός στρατός δεν είχε ψυχή, παίρνοντας παράδειγμα από τους αυτοκράτορες.
Επαίσχυντη ήττα
Οι Σταυροφόροι αποφάσισαν να επιτεθούν από τη θάλασσα, γιατί εκεί τα τείχη, αντίθετα με τη διπλή σειρά των τειχών της στεριάς, ήταν μονά. Χάρη στους Βενετούς είχαν την κυριαρχία της θάλασσας. Οι Άγγελοι είχαν παραμελήσει τελείως το ναυτικό, που μόλις 25 χρόνια πριν, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Μανουήλ Κομνηνός, κυριαρχούσε στην Ανατολική Μεσόγειο. Άλλο ένα μεγάλο ερωτηματικό είναι τι είχε γίνει το περίφημο μυστικό όπλο των Βυζαντινών, το υγρό πυρ. Δεν αναφέρεται καθόλου χρήση του στην πολιορκία.
Οι Σταυροφόροι έδεσαν ανά δύο τα μεγάλα βενετσιάνικα πλοία, και πάνω τους στήριζαν ένα είδος πολιορκητικού πύργου, που τους επέτρεπε να έχουν το ίδιο ύψος με τα θαλασσινά τείχη της πόλης. Από την κορυφή των πύργων, ένα είδος κινητής εξέδρας, σαν τις πόρτες των φρουρίων που ανεβοκατέβαιναν πάνω από τάφρο, έπεφτε πάνω στις πολεμίστρες του τείχους, επιτρέποντας στους πολιορκητές να εισβάλλουν. Οι πρώτες επιθέσεις αποκρούσθηκαν, κυρίως από τους Βαράγγους, όμως κάποια στιγμή, ένας γιγαντόσωμος ιππότης, αδελφός του χρονογράφου Ρομπέρ ντε Κλαρί, κατόρθωσε να πηδήσει στο εσωτερικό του τείχους και να αποκρούσει τους Βαράγγους, δίνοντας χρόνο και σε άλλους Σταυροφόρους να έρθουν. Έτσι μπόρεσαν να κυριεύσουν μέρος του τείχους.
Δεν είχαν χαθεί τα πάντα. Θαρραλέα ανεπίθεση των Βυζαντινών μπορούσε να εκδιώξει τους Σταυροφόρους. Όμως ο αυτοκράτορας Μούρτζουφλος, μόλις έμαθε την είδηση, προτίμησε να μαζέψει ό,τι είχε απομείνει από τον αυτοκρατορικό στρατό και να το σκάσει. Ακέφαλος ο βυζαντινός στρατός δεν αντέδρασε τις κρίσιμες πρώτες ώρες. Οι Σταυροφόροι δεν πίστευαν την επιτυχία τους. Θαμπωμένοι από το μέγεθος της πόλης, δίσταζαν να προχωρήσουν στο εσωτερικό της, φοβούμενοι παγίδα των Βυζαντινών που θα μπορούσαν να τους εξοντώσουν στήνοντας ενέδρες. Όταν καμιά αντεπίθεση δεν εκδηλώθηκε, τότε εισχώρησαν προσεχτικά στο εσωτερικό. Καθώς δεν συναντούσαν αντίσταση, αναθάρρησαν και άρχισαν τις λεηλασίες.
Βάρβαροι λεηλάτες
Την ύστατη ώρα, ο λαός έστεψε αυτοκράτορα στην Αγία Σοφία τον Θεόδωρο Λάσκαρη, γενναίο ευγενή. Εκείνος προσπάθησε να ανασυντάξει την άμυνα. Ήταν, όμως, πια αργά. Ο στρατός είχε χάσει τη συνοχή του, ο λαός είχε πανικοβληθεί. Ο Λάσκαρης αναγκάστηκε να καταφύγει με ένα μέρος του λαού και τους περισσότερους αυλικούς και ευγενείς στη Νίκαια της Βιθυνίας. Εκεί δημιούργησε την αυτοκρατορία της Νικαίας, ανασυγκρότησε τον στρατό και γρήγορα πέτυχε νίκες, περιορίζοντας ουσιαστικά τους Σταυροφόρους στο ευρωπαϊκό τμήμα της αυτοκρατορίας. Αν αντί για τον Μούρτζουφλο είχε ανακηρυχθεί αυτοκράτωρ ο Λάσκαρης, είναι πολύ πιθανό πως η Κωνσταντινούπολη δεν θα είχε πέσει.
Ανενόχλητοι πια, οι Σταυροφόροι επιδόθηκαν σε όργιο λεηλασίας, βιαιοτήτων και καταστροφών, πολύ χειρότερο από εκείνο των Τούρκων.
Άλλωστε η Κωνσταντινούπολη του 1204, με 200.000 κατοίκους και πάνω, με συσσωρευμένο πλούτο αιώνων, ήταν η πλουσιότερη και μεγαλύτερη πόλη της Ευρώπης. Σε τίποτα δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη φτωχή, μισοέρημη Κωνσταντινούπολη των 50.000 κατοίκων που κατέλαβε ο Μωάμεθ το 1453. Οι Σταυροφόροι, θεωρώντας τους Βυζαντινούς μισητούς σχισματικούς, δεν σεβάστηκαν τίποτα. Άξεστοι, θαμπώθηκαν από τον πλούτο, όχι όμως από τις καλλιτεχνικές ομορφιές της πόλης. Έτσι κατέστρεψαν πολύτιμα αγάλματα, εικόνες, πολυέλαιους και γενικά έργα τέχνης για να μαζέψουν τον χρυσό, το ασήμι και τις πολύτιμες πέτρες που τα κοσμούσαν. Δεν σεβάστηκαν ούτε εκκλησίες, ούτε μοναστήρια, φτάνοντας στο σημείο να μεταβάλουν την Αγία Σοφία σε στάβλο για τα άλογά τους. Μόνο οι πιο εξευγενισμένοι Βενετοί έσωσαν κάποιους θησαυρούς, όπως τα περίφημα άλογα του Ιπποδρόμου, που τα μετέφεραν στην πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία, όπου σώζονται μέχρι σήμερα. Ο μεγάλος σύγχρονος Άγγλος ιστορικός σερ Στήβεν Ράνσιμαν ονόμασε την άλωση του 1204 "Έγκλημα εναντίον της ανθρωπότητας".
Λίγο αργότερα οι Σταυροφόροι αιχμαλώτισαν τον Μούρτζουφλο, τον έφεραν στον Ιππόδρομο και τον εκτέλεσαν ρίχνοντάς τον από μια κολόνα.
Έτσι έπεσε η Κωνσταντινούπολη το 1204, από τις εσωτερικές έριδες των Αγγέλων, την απληστία των Βενετών, την ευφυΐα του δόγη Δάνδολου και την οικονομική δυσπραγία των Σταυροφόρων. Ο πάπας δεν έστρεψε τους Σταυροφόρους εναντίον του Βυζαντίου. Όταν μάλιστα έμαθε την εκτροπή τους και την άλωση της πόλης, θέλησε να τους αφορίσει. Μετά από ωριμότερη σκέψη, κατάλαβε πως αυτό δεν θα άλλαζε τίποτα και απλά δέχτηκε το τετελεσμένο γεγονός.
Κερδισμένη η Βενετία
Η αυτοκρατορία διασπάσθηκε σε λατινικά κράτη, πολλά εφήμερα, βενετικές κτήσεις, και τρία βυζαντινά κράτη, της Νικαίας, της Τραπεζούντας και της Ηπείρου, που ποτέ δεν κατόρθωσαν να ξαναενωθούν. Το 1261 ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος κατόρθωσε να ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη, ενώ ο προκάτοχός του αυτοκράτωρ Ιωάννης Δούκας Βατάτζης της Νικαίας είχε ήδη ανακτήσει τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία. Ωστόσο η αυτοκρατορία των Παλαιολόγων, παρόλο που θα διαρκούσε σχεδόν άλλα διακόσια χρόνια, ήταν σκιά της παλιάς πριν από το 1204.
Εκτός από την αυτοκρατορία, χαμένα βγήκαν τελικά και τα φραγκικά κράτη στους Αγίους Τόπους, που γι' αυτά είχε γίνει η Σταυροφορία. Έχασαν την έστω και μακρινή υποστήριξη του Βυζαντίου, που ήταν σημαντική στα χρόνια των Κομνηνών. Έχασαν όμως και την υποστήριξη των Δυτικών τυχοδιωκτών ευγενών που έβρισκαν πιο εύκολο και λιγότερο επικίνδυνο καταφύγιο και απασχόληση στα φραγκικά κρατίδια της αυτοκρατορίας παρά σε εκείνα των Αγίων Τόπων. Πριν το τέλος του αιώνα και το τελευταίο από αυτά, της Άκρας, θα πέσει στα χέρια των Μαμελούκων της Αιγύπτου. Έμμεσα, η Δ' Σταυροφορία σήμανε και το τέλος των σταυροφορικών βασιλείων.
Ο μεγάλος κερδισμένος της Δ' Σταυροφορίας ήταν αναμφισβήτητα η Βενετία, που μεταβαλλόταν σε αυτοκρατορία, κερδίζοντας την Κρήτη, την Εύβοια, τη Μονεμβασία, τη Ναύπακτο, το Ναύπλιο, την Κορώνη, τη Μεθώνη και μερικά νησιά, ενώ αργότερα θα κέρδιζε και την Κύπρο και τα νησιά του δουκάτου του Αιγαίου, τις Κυκλάδες. Για 250 χρόνια η Βενετία θα γινόταν η πιο πλούσια και ισχυρή χώρα της Ευρώπης.
Τον Απρίλη του 1204 οι Σταυροφόροι δεν κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ, αλλά την Κωνσταντινούπολη. Εχθροί δεν ήσαν οι άπιστοι Μουσουλμάνοι, αλλά οι ομόθρησκοι Βυζαντινοί. Ας κάνουμε ένα σύντομο αφιέρωμα σ’ αυτά τα γεγονότα, που αποτέλεσαν το προοίμιο της οριστικής κατάλυσης του Βυζαντίου από τους οθωμανούς. Το 1203 νέα σταυροφορία, η Δ', μετά από παραίνεση του πάπα Iννοκέντιου Γ' ξεκινά. Στόχος: Η ανακατάληψη της Ιερουσαλήμ, που είχε κυριεύσει ο σουλτάνος Σαλαδίνος της Αιγύπτου, μετά τη μεγάλη νίκη του εναντίον των σταυροφόρων στο Χατίν της λίμνης Τιβεριάδας το 1187. Οι άνδρες της Γ' Σταυροφορίας των Ριχάρδου Λεοντόκαρδου της Αγγλίας και Φιλίππου Αυγούστου της Γαλλίας διέσωσαν το σταυροφορικό βασίλειο στα παράλια των σημερινών Συρίας - Λιβάνου - Ισραήλ, αλλά δεν κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν την Ιερουσαλήμ. Παρεμπιπτόντως ο Ριχάρδος κατέλαβε στον πηγαιμό, διά θαλάσσης, τη βυζαντινή Κύπρο, που είχε όμως επαναστατήσει εναντίον της κεντρικής εξουσίας του αυτοκράτορα Ισαάκιου Αγγέλου. Προπομπός των όσων θα ακολουθούσαν...
Η Δ' Σταυροφορία δεν είχε ιδιαίτερη ανταπόκριση. Κανείς βασιλιάς δεν πήρε μέρος. Άγγλοι και Γάλλοι πολεμούσαν μεταξύ τους για την κυριαρχία της Νορμανδίας. Στον πόλεμο αναμείχθηκε και ο Γερμανός αυτοκράτορας, που το πλήρωσε ακριβά αργότερα με την ήττα του στη μάχη της Μπουβίν...
Έτσι, ασπάσθηκαν τον σταυρό Σταυροφόροι ευγενείς κυρίως από τη Φλάνδρα, τη Βόρεια Γαλλία, τη Βόρεια Ιταλία και τη Γερμανία. Κυριότεροι ανάμεσά τους ο κόμης Βαλδουίνος της Φλάνδρας (που έγινε ο πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης), ο αδερφός του Ερρίκος του Αινώ (δεύτερος Λατίνος αυτοκράτορας), ο Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος (χρονογράφος της Σταυροφορίας, όπως και ο Γάλλος ιππότης Ρομπέρ ντε Κλαρί), ο μαρκήσιος Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός (Β. Ιταλία) κ.ά.
Όπως συμβαίνει πάντα με τον Μεσαίωνα, η εκτίμηση του αριθμού των ανδρών του στρατού των Σταυροφόρων είναι δύσκολη. Οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί δέχονται δύναμη 15-20.000 ανδρών.
Οι Σταυροφόροι επέλεξαν τον δρόμο της θάλασσας, γιατί η κάθοδος από τα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία θεωρήθηκε πιο δύσκολη και χρονοβόρα. Ζήτησαν από την κυρίαρχη ναυτική δύναμη της εποχής, τη Βενετία, να ναυλώσουν πλοία, για να τους μεταφέρουν στους Αγίους Τόπους.
Οι διαπραγματεύσεις ευοδώθηκαν και οι Σταυροφόροι συγκεντρώθηκαν στις ακτές της ηπειρωτικής Βενετίας. Από εκεί, οι Βενετοί τους μετέφεραν σε ένα ακατοίκητο τότε νησάκι στον κόλπο, ώσπου οι Σταυροφόροι να πληρώσουν το ποσό του ναύλου για να τους επιβιβάσουν στα πλοία.
Αιχμάλωτοι των Βενετσιάνων
Και ξαφνικά (όπως τόσα παράξενα που είχε αυτή η ιστορία), οι Σταυροφόροι διαπιστώνουν πως δεν διαθέτουν τα χρήματα που έχουν συμφωνήσει. Οι Βενετσιάνοι, με γνήσιο χριστιανικό ήθος, απαντούν πως θα περιμένουν ώσπου να τα συγκεντρώσουν. Εντωμεταξύ οι απλοί στρατιώτες Σταυροφόροι μορούν να... πεθαίνουν από την πείνα στο άγονο νησάκι...
Οι αρχηγοί των Σταυροφόρων ψάχνουν απεγνωσμένα για χρήματα, αλλά μάταια. Τότε, ως από μηχανής θεός, ο δόγης της Βενετίας, τους προτείνει, έναντι μέρους της οφειλής, να βοηθήσουν τους Βενετούς να καταλάβουν τη δαλματική πόλη Ζάρα, που είχε αποστατήσει και είχε υπαχθεί στο βασίλειο της Ουγγαρίας. Οι Σταυροφόροι αναγκαστικά δέχονται.
Οι Βενετοί τους μεταφέρουν στη Ζάρα, που πέφτει μετά από πολιορκία, τον Νοέμβριο του 1202.
Οι Σταυροφόροι βρίσκουν ευκαιρία για λεηλασίες και βιαιοπραγίες. Είναι το προοίμιο αυτών που ακολούθησαν στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και μια πρώτη περίπτωση παρέμβασης της Δύσης στα Βαλκάνια.
Οι Σταυροφόροι γυρίζουν νικητές στο... νησί τους, αιχμάλωτοι ξανά των Βενετών, που απαιτούν την υπόλοιπη οφειλή. Ο σύγχρονος αναγνώστης πραγματικά απορεί με τους αρχηγούς τους που τόσο εύκολα έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης των Βενετών. Γιατί δεν διαπραγματεύτηκαν σκληρότερα, ώστε να εξοφλήσουν το χρέος τους με την κατάληψη της Ζάρας και όχι μόνο μέρος του χρέους; Ή, εφόσον έβλεπαν τη δυσκολία αποπληρωμής, αφού βρίσκονταν ήδη στα Βαλκάνια, γιατί δεν συνέχιζαν τον δρόμο από τη στεριά προς τους Αγίους Τόπους, όπως το είχαν κάνει οι Σταυροφόροι της Α' Σταυροφορίας αντί να γυρίσουν πίσω; Στις αρχές του 13ου αιώνα αυτό το εγχείρημα θα ήταν πιο εύκολο από ό,τι στα τέλη του 11ου, γιατί το κράτος των Σελτζούκων, που έπρεπε να διασχίσουν στη Μικρά Ασία μετά το Βυζάντιο, ήταν πια αδυνατισμένο από δυναστικές έριδες. Όμως, οι Σταυροφόροι γύρισαν πίσω, πειθήνια όργανα των Βενετών και του πολυμήχανου τυφλού ογδοντάχρονου δόγη Ερρίκου Δάνδολου, έμπειρου διπλωμάτη, υπερασπιστή των συμφερόντων της Γαληνοτάτης και για τους Βυζαντινούς και για μας, του "πρώτου κακού" της Ιστορίας. Αλλά οι Βενετσιάνοι είχαν τότε το εξής ρητό: "Είμαστε πρώτα Βενετσιάνοι, και μετά Χριστιανοί". Το απέδειξαν έμπρακτα στη Δ' Σταυροφορία.
Η προδοσία του Ισαάκιου
Εντωμεταξύ νέος από μηχανής θεός εμφανίζεται για να σώσει τους Σταυροφόρους. Έχει τη μορφή του έκπτωτου Βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαάκιου Β' Άγγελου, και του γιου του, Αλέξιου Άγγελου, που τους έχει εκθρονίσει ο αδελφός του πρώτου, Αλέξιος Γ' Άγγελος. Η δυναστεία των Αγγέλων είναι η χειρότερη που πέρασε ποτέ από τον θρόνο του Βυζαντίου. Το καταστροφικό όμως είναι ότι βασιλεύει σε αποφασιστική για τις τύχες της αυτοκρατορίας εποχή. Οι δυο αυτοκράτορες καλούν τους Σταυροφόρους να τους βοηθήσουν να ανακτήσουν τον θρόνο, φυσικά έναντι αδρής αμοιβής, που θα τους βοηθήσει να λύσουν οριστικά τις οικονομικές διαφορές με τη Βενετία. Ο δόγης προτρέπει τους Σταυροφόρους να δεχθούν, και όλοι επιβιβάζονται στα πλοία των Βενετών, που φτάνουν γρήγορα στην Κωνσταντινούπολη. Όταν τους βλέπει, πανικόβλητος ο Αλέξιος Γ' εγκαταλείπει τον θρόνο, αντί να πολεμήσει. Ο Ισαάκιος και ο Αλέξιος Δ' ανακτούν τον θρόνο και όλα φαίνονται να βαίνουν προς αίσιο τέλος.
Δυστυχώς όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το αυτοκρατορικό ταμείο είναι άδειο. Όπως πριν οι Σταυροφόροι, έτσι τώρα και οι Άγγελοι αποδεικνύονται αφερέγγυοι και δεν μπορούν να εκπληρώσουν την υποχρέωση που με τόση ελαφρότητα ανέλαβαν. Όπως πριν οι Βενετοί περιόρισαν τους Σταυροφόρους περιμένοντάς τους να πληρώσουν, έτσι και τώρα οι Σταυροφόροι και οι Βενετσιάνοι στρατοπεδεύουν έξω από την Κωνσταντινούπολη περιμένοντας. Απελπισμένοι οι Άγγελοι ψάχνουν για χρήματα: πρόσθετοι φόροι, δασμοί, ακόμη και το ασήμι και το χρυσάφι από στολίδια και εικόνες εκκλησιών δεν γλιτώνουν. Αρχίζουν να πληρώνουν... όμως η έχθρα του λαού της Κωνσταντινούπολης και των Ορθοδόξων κληρικών μεγαλώνει τόσο, που η πόλη μεταβάλλεται σε καζάνι που βράζει. Η επανάσταση ξεσπάει. Ο λαός ανακηρύσσει αυτοκράτορα τον Αλέξιο Ε' Μούρτζουφλο, που ανατρέπει τους Αγγέλους. Εκείνος, τύπος όχι παλικαριού αλλά παλικαρά, δηλώνει στους Σταυροφόρους πως δεν θα πληρώσει και να φύγουν. Όταν δεν υπακούνε, βγαίνει επικεφαλής του βυζαντινού στρατού να τους πολεμήσει... και στην πρώτη συμπλοκή το σκάει πρώτος, δίνοντας το παράδειγμα να τραπεί σε φυγή όλο το βυζαντινό στράτευμα.
Βενετοί και Σταυροφόροι, σαστισμένοι από την ευκολία της νίκης, πολιορκούν προσεκτικά την πόλη. Η Κωνσταντινούπολη είναι ιδιαίτερα οχυρή, η καλύτερα οχυρωμένη πόλη της Ευρώπης. Ο πληθυσμός της, σύμφωνα με μάλλον συντηρητικές εκτιμήσεις, υπερβαίνει τις 200.000, ίσως και κατά πολύ. Η έκτασή της τόση, που οι Σταυροφόροι δεν μπορούν να αποκλείσουν όλο το μήκος των τειχών της. Ουσιαστικά η πόλη δεν είναι πολιορκημένη, γιατί επικοινωνεί άνετα με τον έξω κόσμο.
Η δύναμη των υπερασπιστών είναι άγνωστη σε μας, όμως μια πόλη 200.000 κατοίκων άνετα μπορούσε να συγκεντρώσει "εθνοφρουρά" 20.000 ανδρών, ικανή να αμύνεται πίσω από τα τείχη. Σίγουρα υπήρχαν επίλεκτες μονάδες, οι Βάραγγοι μισθοφόροι της αυτοκρατορικής φρουράς (εκείνη την εποχή κυρίως Αγγλοσάξονες και Νορμανδοί) και μονάδες του αυτοκρατορικού στρατού. Στο σύνολό του, ο βυζαντινός στρατός στην πόλη ήταν αριθμητικά υπέρτερος των πολιορκητών.
Το 1453 οι 5.000 Έλληνες και 3.000 Ευρωπαίοι αντιστάθηκαν με ηρωισμό για δυο μήνες στις επιθέσεις περίπου 80.000 Τούρκων πολιορκητών. Το 1204 αντίθετα, ο υπέρτερος αριθμητικά βυζαντινός στρατός δεν είχε ψυχή, παίρνοντας παράδειγμα από τους αυτοκράτορες.
Επαίσχυντη ήττα
Οι Σταυροφόροι αποφάσισαν να επιτεθούν από τη θάλασσα, γιατί εκεί τα τείχη, αντίθετα με τη διπλή σειρά των τειχών της στεριάς, ήταν μονά. Χάρη στους Βενετούς είχαν την κυριαρχία της θάλασσας. Οι Άγγελοι είχαν παραμελήσει τελείως το ναυτικό, που μόλις 25 χρόνια πριν, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Μανουήλ Κομνηνός, κυριαρχούσε στην Ανατολική Μεσόγειο. Άλλο ένα μεγάλο ερωτηματικό είναι τι είχε γίνει το περίφημο μυστικό όπλο των Βυζαντινών, το υγρό πυρ. Δεν αναφέρεται καθόλου χρήση του στην πολιορκία.
Οι Σταυροφόροι έδεσαν ανά δύο τα μεγάλα βενετσιάνικα πλοία, και πάνω τους στήριζαν ένα είδος πολιορκητικού πύργου, που τους επέτρεπε να έχουν το ίδιο ύψος με τα θαλασσινά τείχη της πόλης. Από την κορυφή των πύργων, ένα είδος κινητής εξέδρας, σαν τις πόρτες των φρουρίων που ανεβοκατέβαιναν πάνω από τάφρο, έπεφτε πάνω στις πολεμίστρες του τείχους, επιτρέποντας στους πολιορκητές να εισβάλλουν. Οι πρώτες επιθέσεις αποκρούσθηκαν, κυρίως από τους Βαράγγους, όμως κάποια στιγμή, ένας γιγαντόσωμος ιππότης, αδελφός του χρονογράφου Ρομπέρ ντε Κλαρί, κατόρθωσε να πηδήσει στο εσωτερικό του τείχους και να αποκρούσει τους Βαράγγους, δίνοντας χρόνο και σε άλλους Σταυροφόρους να έρθουν. Έτσι μπόρεσαν να κυριεύσουν μέρος του τείχους.
Δεν είχαν χαθεί τα πάντα. Θαρραλέα ανεπίθεση των Βυζαντινών μπορούσε να εκδιώξει τους Σταυροφόρους. Όμως ο αυτοκράτορας Μούρτζουφλος, μόλις έμαθε την είδηση, προτίμησε να μαζέψει ό,τι είχε απομείνει από τον αυτοκρατορικό στρατό και να το σκάσει. Ακέφαλος ο βυζαντινός στρατός δεν αντέδρασε τις κρίσιμες πρώτες ώρες. Οι Σταυροφόροι δεν πίστευαν την επιτυχία τους. Θαμπωμένοι από το μέγεθος της πόλης, δίσταζαν να προχωρήσουν στο εσωτερικό της, φοβούμενοι παγίδα των Βυζαντινών που θα μπορούσαν να τους εξοντώσουν στήνοντας ενέδρες. Όταν καμιά αντεπίθεση δεν εκδηλώθηκε, τότε εισχώρησαν προσεχτικά στο εσωτερικό. Καθώς δεν συναντούσαν αντίσταση, αναθάρρησαν και άρχισαν τις λεηλασίες.
Βάρβαροι λεηλάτες
Την ύστατη ώρα, ο λαός έστεψε αυτοκράτορα στην Αγία Σοφία τον Θεόδωρο Λάσκαρη, γενναίο ευγενή. Εκείνος προσπάθησε να ανασυντάξει την άμυνα. Ήταν, όμως, πια αργά. Ο στρατός είχε χάσει τη συνοχή του, ο λαός είχε πανικοβληθεί. Ο Λάσκαρης αναγκάστηκε να καταφύγει με ένα μέρος του λαού και τους περισσότερους αυλικούς και ευγενείς στη Νίκαια της Βιθυνίας. Εκεί δημιούργησε την αυτοκρατορία της Νικαίας, ανασυγκρότησε τον στρατό και γρήγορα πέτυχε νίκες, περιορίζοντας ουσιαστικά τους Σταυροφόρους στο ευρωπαϊκό τμήμα της αυτοκρατορίας. Αν αντί για τον Μούρτζουφλο είχε ανακηρυχθεί αυτοκράτωρ ο Λάσκαρης, είναι πολύ πιθανό πως η Κωνσταντινούπολη δεν θα είχε πέσει.
Ανενόχλητοι πια, οι Σταυροφόροι επιδόθηκαν σε όργιο λεηλασίας, βιαιοτήτων και καταστροφών, πολύ χειρότερο από εκείνο των Τούρκων.
Άλλωστε η Κωνσταντινούπολη του 1204, με 200.000 κατοίκους και πάνω, με συσσωρευμένο πλούτο αιώνων, ήταν η πλουσιότερη και μεγαλύτερη πόλη της Ευρώπης. Σε τίποτα δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη φτωχή, μισοέρημη Κωνσταντινούπολη των 50.000 κατοίκων που κατέλαβε ο Μωάμεθ το 1453. Οι Σταυροφόροι, θεωρώντας τους Βυζαντινούς μισητούς σχισματικούς, δεν σεβάστηκαν τίποτα. Άξεστοι, θαμπώθηκαν από τον πλούτο, όχι όμως από τις καλλιτεχνικές ομορφιές της πόλης. Έτσι κατέστρεψαν πολύτιμα αγάλματα, εικόνες, πολυέλαιους και γενικά έργα τέχνης για να μαζέψουν τον χρυσό, το ασήμι και τις πολύτιμες πέτρες που τα κοσμούσαν. Δεν σεβάστηκαν ούτε εκκλησίες, ούτε μοναστήρια, φτάνοντας στο σημείο να μεταβάλουν την Αγία Σοφία σε στάβλο για τα άλογά τους. Μόνο οι πιο εξευγενισμένοι Βενετοί έσωσαν κάποιους θησαυρούς, όπως τα περίφημα άλογα του Ιπποδρόμου, που τα μετέφεραν στην πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία, όπου σώζονται μέχρι σήμερα. Ο μεγάλος σύγχρονος Άγγλος ιστορικός σερ Στήβεν Ράνσιμαν ονόμασε την άλωση του 1204 "Έγκλημα εναντίον της ανθρωπότητας".
Λίγο αργότερα οι Σταυροφόροι αιχμαλώτισαν τον Μούρτζουφλο, τον έφεραν στον Ιππόδρομο και τον εκτέλεσαν ρίχνοντάς τον από μια κολόνα.
Έτσι έπεσε η Κωνσταντινούπολη το 1204, από τις εσωτερικές έριδες των Αγγέλων, την απληστία των Βενετών, την ευφυΐα του δόγη Δάνδολου και την οικονομική δυσπραγία των Σταυροφόρων. Ο πάπας δεν έστρεψε τους Σταυροφόρους εναντίον του Βυζαντίου. Όταν μάλιστα έμαθε την εκτροπή τους και την άλωση της πόλης, θέλησε να τους αφορίσει. Μετά από ωριμότερη σκέψη, κατάλαβε πως αυτό δεν θα άλλαζε τίποτα και απλά δέχτηκε το τετελεσμένο γεγονός.
Κερδισμένη η Βενετία
Η αυτοκρατορία διασπάσθηκε σε λατινικά κράτη, πολλά εφήμερα, βενετικές κτήσεις, και τρία βυζαντινά κράτη, της Νικαίας, της Τραπεζούντας και της Ηπείρου, που ποτέ δεν κατόρθωσαν να ξαναενωθούν. Το 1261 ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος κατόρθωσε να ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη, ενώ ο προκάτοχός του αυτοκράτωρ Ιωάννης Δούκας Βατάτζης της Νικαίας είχε ήδη ανακτήσει τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία. Ωστόσο η αυτοκρατορία των Παλαιολόγων, παρόλο που θα διαρκούσε σχεδόν άλλα διακόσια χρόνια, ήταν σκιά της παλιάς πριν από το 1204.
Εκτός από την αυτοκρατορία, χαμένα βγήκαν τελικά και τα φραγκικά κράτη στους Αγίους Τόπους, που γι' αυτά είχε γίνει η Σταυροφορία. Έχασαν την έστω και μακρινή υποστήριξη του Βυζαντίου, που ήταν σημαντική στα χρόνια των Κομνηνών. Έχασαν όμως και την υποστήριξη των Δυτικών τυχοδιωκτών ευγενών που έβρισκαν πιο εύκολο και λιγότερο επικίνδυνο καταφύγιο και απασχόληση στα φραγκικά κρατίδια της αυτοκρατορίας παρά σε εκείνα των Αγίων Τόπων. Πριν το τέλος του αιώνα και το τελευταίο από αυτά, της Άκρας, θα πέσει στα χέρια των Μαμελούκων της Αιγύπτου. Έμμεσα, η Δ' Σταυροφορία σήμανε και το τέλος των σταυροφορικών βασιλείων.
Ο μεγάλος κερδισμένος της Δ' Σταυροφορίας ήταν αναμφισβήτητα η Βενετία, που μεταβαλλόταν σε αυτοκρατορία, κερδίζοντας την Κρήτη, την Εύβοια, τη Μονεμβασία, τη Ναύπακτο, το Ναύπλιο, την Κορώνη, τη Μεθώνη και μερικά νησιά, ενώ αργότερα θα κέρδιζε και την Κύπρο και τα νησιά του δουκάτου του Αιγαίου, τις Κυκλάδες. Για 250 χρόνια η Βενετία θα γινόταν η πιο πλούσια και ισχυρή χώρα της Ευρώπης.
2 σχόλια:
● O ιππότης Γοδεφρείδος Bιλλεαρδουΐνος, που μετείχε ο ίδιος στη Σταυροφορία, έκπληκτος και αυτός, έγραψε χρονογραφία («Χρονικό της Κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης») που δίνει σαφή εικόνα των εντυπώσεων, σχετικά με το μέγεθος του ρωμαϊκού πολιτισμού, που αντίκρισαν οι στρατιώτες:
Παράγραφος 128.: «Τώρα μπορείτε να μάθετε πως κοίταζαν επίμονα την Κωνσταντινούπολη εκείνοι που δεν την είχαν δει ποτέ [σ.σ.: αναφέρεται στην στιγμή όπου τα δυτικά στρατεύματα πρωτοαντίκρισαν την Πόλη, 24 Ιουνίου 1203]. Γιατί δεν μπορούσαν καθόλου να σκεφτούν πως μπορεί να υπάρχει σε όλο τον κόσμο μια τόσο ΠΛΟΥΣΙΑ πόλη, όταν είδαν αυτά τα ψηλά της τείχη και τους ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ πύργους κι αυτά τα ΠΛΟΥΣΙΑ παλάτια με τις ψηλές εκκλησίες, που ήταν τόσες πολλές που κανείς δεν θα το πίστευε αν δε το έβλεπε με τα μάτια του, και ακόμα το μήκος της πόλης που κυβερνούσε τις υπόλοιπες. Και μάθετε πως δεν υπήρξε άνθρωπος, άνθρωπος τόσο ασυγκίνητος, που να μην ανατριχιάσει. Κι αυτό δεν ήταν καθόλου περίεργο, γιατί ποτέ δεν ανέλαβαν άνθρωποι μια τόσο μεγάλη επιχείρηση από τότε που χτίστηκε ο κόσμος.»
● «Οι επιπτώσεις της Τέταρτης Σταυροφορίας επί του ευρωπαϊκού πολιτισμού υπήρξαν εξ ολοκλήρου καταστρεπτικές. Η λάμψη του ελληνικού πολιτισμού, την οποία το Βυζάντιο (σ.σ: διάβαζε Ρωμανία) συντηρούσε επί εν¬νέα αιώνες μετά από την επιλογή της Κωνσταντινούπολης ως πρωτεύου¬σας, έσβησε ξαφνικά... Το έγκλημα της Τέταρτης Σταυροφορίας παρέδω¬σε την Κωνσταντινούπολη και τη Βαλκανική Χερσόνησο σε έξι αιώνες βαρβαρότητας... Προκειμένου να αντιληφθούμε την πλήρη σημασία της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, πρέπει να προσπαθήσουμε να συνειδητοποιήσουμε ποιος θα ήταν σήμερα ο πολιτισμός της Δυτικής Ευρώπης, αν η προ έξι αιώνων Ρωμανία δεν είχε καταστραφεί. Μπορεί κανείς να φανταστεί όχι μόνο τη Μαύρη Θάλασσα, τον Βόσπορο και τον Μαρμαρά να περιβάλλονται από προοδευτικά και πολιτισμένα έθνη. αλλά ακόμα και τα ανατολικά και νότια παράλια της Μεσογείου να έχουν επι¬στρέψει υπό μια καλή διακυβέρνηση και υπό μια θρησκεία η οποία δεν αποτελεί φραγμό στον πολιτισμό...» [σερ Έντουιν Πήαρς, «Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204»]
● Γράφει κι ο Νικήτας Χωνιάτης για την Άλωση της Πόλης:
«Κι έτσι, καθένας είχε πόνο, στα στενά θρήνος και κλάματα, στα τρίστρατα οδυρμοί, στους ναούς ολοφυρμοί, φωνές των ανδρών, κραυγές των γυναικών, απαγωγές, υποδουλώσεις, τραυματισμοί και βιασμοί σωμάτων. (..)Το ίδιο και στις πλατείες, και δεν υπήρχε μέρος ανεξερεύνητο που να δώσει άσυλο σε αυτούς. Χριστέ μου, τι θλίψη και φόβος υπήρχαν τότε στους ανθρώπους (...) Τέτοιες παρανομίες έκαναν οι στρατοί από τη Δύση εναντίον της κληρονομιάς του Χριστού, χωρίς να δείξουν σε κανένα φιλανθρωπία, αλλά γυμνώνοντάς τους όλους από χρήματα και κτήματα, από σπίτια και ρούχα. (...) και το πιο σημαντικό, αυτοί που πήραν το σταυρό στους ώμους και πολλές φορές ορκίστηκαν σε αυτόν και στα θεία λόγια ότι θα περάσουν δίχως να πειράξουν τις χώρες των Χριστιανών, χωρίς να κοιτάξουν αριστερά ή να εκκλίνουν προς τα δεξιά, αλλά θα οπλιστούν κατά των Σαρακηνών και να βάψουν τα ξίφη τους με το αίμα τους.(...) Οι δε Σαρακηνοί δεν έκαναν έτσι, και φέρθηκαν πολύ φιλάνθρωπα και ευγενικά όταν κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ. Γιατί ούτε πείραξαν τις γυναίκες των Λατίνων, ούτε τον κενό τάφο του Χριστού έκαναν ομαδικό τάφο,(...) και αφήνοντας όλους να φύγουν με ένα ορισμένο αριθμό χρυσών νομισμάτων και από τον καθένα έπαιρναν μερικά πράγματα αφήνοντας τα υπόλοιπα στους κατόχους τους, ακόμα κι αν αυτά ήταν σαν την άμμο. Κι έτσι φέρθηκε το γένος που μάχονταν το Χριστό [σ.σ: οι Άραβες] προς τους αλλόπιστους Λατίνους, ούτε με ξίφος ούτε με φωτιά ούτε με λιμό ούτε με διωγμούς ούτε με άλλα δεινά. Σε εμάς όμως τα προκάλεσαν αυτά τα παραπάνω οι φιλόχριστοι και ομόδοξοι [σ.σ: οι Δυτικοί της Δ΄ Σταυροφορίας], όπως είπαμε με συντομία, αν και δεν είχαμε κάνει κάποιο αδίκημα»
● Διαβάζουμε, από την περιγραφή του Γοδεφρείδου Βιλλαρδουίνου, που συμμετείχε στη πολιορκία, στο “Χρονικό της Κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης”:
247. “Εκείνη τη νύχτα [σ.σ: 12 προς 13 Απριλίου 1204], μπροστά στο στρατόπεδο του Βονιφάτιου του Μονφερατικού, δεν ξέρω ποιοι άνθρωποι, που φοβόντουσαν μην τους επιτεθούν οι Έλληνες, βάλανε φωτιά στο χώρο ανάμεσα σε αυτούς και στους Έλληνες. Και η πόλη άρχισε να αρπάζει φωτιά και να καίγεται πολύ άσχημα, και καιγόταν όλη εκείνη τη νύχτα και την άλλη μέρα μέχρι το απόγευμα. Και τούτη ήταν η τρίτη πυρκαγιά στην Κωνσταντινούπολη από τότε που ήρθανε οι Φράγκοι στην χώρα. Και υπήρχαν περισσότερα καμένα σπίτια από όσα υπήρχαν στις τρεις πιο μεγάλες πόλεις του βασιλείου της Γαλλίας.
248. Και τα λάφυρα ήταν τόσα πολλά που κανείς δεν ήξερε να πει πόσα, χρυσάφι, και ασήμι και σκεύη και πολύτιμα πετράδια και μετάξια και γούνινα φορέματα από γκρίζο σκίουρο και από ερμίνα, και όλα τα ακριβά πράγματα που βρέθηκαν ποτέ στη γη. Και δίνει βέβαιη μαρτυρία ο Γοδεφρίδος ο Μαρεσάλης της Καμπανίας, αληθινά και έχοντας σωστά τα λογικά του, πως από τότε που χτίστηκε ο κόσμος δεν πάρθηκαν τόσα λάφυρα από μια μόνο πόλη.
249. Ο μαρκήσιος Βονιφάτιος του Μονφερράτου προχώρησε κατά μήκος της ακτής προς το παλάτι του Βουκολέοντα. Και σαν έφτασε εκεί, του το παρέδωσαν, για να σώσουν τη ζωή τους, εκείνοι που ήταν μέσα. Εκει βρήκε τις περισσότερες από τις πιο σπουδαίες κυρίες όλου του κόσμου, που είχαν καταφύγει στο κάστρο. Εκεί βρισκόταν η αδελφή του βασιλιά της Γαλλίας, που ήταν κάποτε αυτοκράτειρα [Αγνή, κόρη του Λουδοβίκου Ζ΄], και η αδελφή του βασιλια της Ουγγαρίας που ήταν κι αυτή αυτοκρατειρα, και πολλές σπουδαίες κυρίες. Για το θησαυρό που βρισκόταν σε εκείνο το παλάτι, δε πρέπει καθόλου να μιλάμε. Γιατί υπήρχαν τόσα που δεν έχουν ούτε τέλος ούτε αριθμό.
251. Ο καθένας πήρε για να μείνει όποιο σπίτι ήθελε, και υπήρχαν πολλά. Και έπρεπε να δοξάσουν πολύ τον Κύριο Ημών, γιατί δεν είχαν πάνω από είκοσι χιλιάδες οπλισμένους ανθρώπους ανάμεσά τους και με τη βοήθεια του Θεού νίκησαν τετρακόσιες χιλιάδες ανθρώπους ή και περισσότερους, και μάλιστα μέσα στην πιο ισχυρή πόλη που υπήρξε σε όλον τον κόσμο, που ήταν μεγάλη πόλη, και η πιο καλά οχυρωμένη.
● Όμως η λεηλασία και η άλωση, δεν σταμάτησε στο «1204». Η Φραγκικη αγνωμοσύνη και τάση προς την καταστροφή, συνεχίστηκαν και στους επόμενους αιώνες. Χαρακτηριστικό , είναι το εξής: Το 450 μ.Χ. ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία. Κατόπιν, το 1453, κάτω από την κυριαρχία των Τούρκων πλέον, εξελίχθηκε σε τζαμί. Το 1674, ο Γάλλος πρεσβευτής Μαρκήσιος του Nointel επισκεύτηκε την Αθήνα συνοδευόμενος από τον Jacques Carrey, ο οποίος έκανε κάποια σχέδια του Παρθενώνα. Στα σχέδια του Carrey φαίνεται ότι εκείνη την εποχή ο Παρθενώνας παρέμενε ακόμα άθικτος. Δεκατρία χρόνια αργότερα, το 1687, ο Βενετός στρατηγός Francesco Morosini πολιόρκησε την Ακρόπολη. Τη βομβάρδισε παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως οι Τούρκοι τη χρησιμοποιούσαν ως πυριτιδαποθήκη. Από την έκρηξη που δημιουργήθηκε καταστράφηκε μεγάλο μέρος του Παρθενώνα.
Οκτακόσια χρόνια έχουν παρέλθει από την πρώτη Αλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1204 από τους δυτικούς Σταυροφόρους.
Το γεγονός αυτό, πέρα από το ότι βάθυνε "αντιδυτικά συναισθήματα" τα οποία ήδη υπήρχαν στους Βυζαντινούς, απετέλεσε ορόσημο για τις σχέσεις Ανατολής και Δύσης στο πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτισμικό επίπεδο.
Οι σχέσεις αυτές περιγράφηκαν και βιώθηκαν διαφορετικά από τους συγχρόνους της Αλωσης και από μεταγενέστερους ιστοριογράφους της δυτικής και της ελληνικής παράδοσης.
Οι Σταυροφορίες αφενός και η Λατινοκρατία που ακολούθησε αφετέρου απεικονίστηκαν άλλοτε ως το απόγειο της δυτικής επιθετικότητας προς την ελληνική Ανατολή και άλλοτε ως ευκαιρία για επικοινωνία, επαφή και σύντηξη των δύο διαφορετικών πολιτισμών.
H ένταξη της "Αλωσης του 1204", στην ελληνική εθνική ιστορία και η ασάφεια που ούτως ή άλλως χαρακτηρίζει την περίοδο της Φραγκοκρατίας (ή Βενετοκρατίας), λόγω της χρονικής και γεωγραφικής διάσπασης, επέτρεψαν για πολλές δεκαετίες την καλλιέργεια ιστορικής άγνοιας και στερεότυπων ερμηνειών.
Σήμερα η ιστορική έρευνα μας επιτρέπει να δούμε την πρώτη Αλωση της Βασιλεύουσας μέσα από πολλαπλές και διαφορετικές οπτικές.
Η μνήμη των γεγονότων της Αλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους ήταν βραχεία και οι Βυζαντινοί συμβίωσαν με τους Δυτικούς τόσο στις υπό λατινική κατοχή περιοχές όσο και στις περιοχές που υπήρχε ακόμη βυζαντινή εξουσία, γράφοντας ένα κομμάτι κοινής ιστορίας. Ο εκκλησιαστικός «αντιλατινικός» λόγος αποτελούσε πάντα το λειτουργικό υφάδι για την αντιπαράθεση και παρείχε μια τυποποιημένη εικόνα. Οπως λέει ο λατινόφρων αξιωματούχος του βυζαντινού κράτους Δημήτριος Κυδώνης (μέσα 14ου αι.), αυτός ο τυποποιημένος κώδικας αποτελούσε το κύριο μέσο άμυνας που χρησιμοποιούσαν οι αμαθέστεροι και φιλονικότεροι άνθρωποι της Εκκλησίας και έβρισκε ανταπόκριση στο βιωμένο από την παρουσία των Δυτικών λαϊκό αίσθημα.
H αντίληψη ωστόσο ότι η πολιτική συμπεριφορά των Βυζαντινών ήταν προκαθορισμένη από το μίσος τους κατά των Λατίνων, που συμπυκνώνεται στην περίφημη φράση του μεγάλου δούκα Λουκά Νοταρά "κρειτότερόν εστι ειδέναι εν μέση τη πόλη φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν" είναι μάλλον επιπόλαιη. Μόνο λίγοι βυζαντινοί πολιτικοί ήταν τόσο "ανόητοι", για να μπερδεύουν τη λατινική «αίρεση» με την άσκηση πολιτικής ή να επιμένουν σε αντιλατινικές εκδηλώσεις για να ικανοποιούν το «λαϊκό αίσθημα».
Το 1453 εξάλλου ανάμεσα στους πολιορκημένους Κωνσταντινουπολίτες επιβίωνε μιαν άλλη ιδέα: αυτή της ενότητας του χριστιανικού κόσμου· κάποιοι εύχονταν να περάσει η Πόλη "εν χερσί των Λατίνων των ονομαζόντων τον Χριστόν και την Θεοτόκον, και μη απορριφθώμεν εν ταις ασεβών [Τούρκων] παλάμαις".
Πολύ καλή λοιπόν η αναφορά-ανάρτηση σου αγαπητέ "ΔΑΜ-ΩΝΑ" και πολύ επίκαιρη έχω την αίσθηση
{Από τάδε έφη: "SFIGGA"}.
Δημοσίευση σχολίου