Τρίτη 12 Μαΐου 2009

Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια ( 2ο Μέρος )



[[ δαμ-ων ]]

Στα Ελευσίνια Μυστήρια δίδασκαν ευθύς εξ αρχής την ανύψωση της Ψυχής ( της Περσεφόνης ) προς την πηγή της, το ουράνιο Φως (τη Δήμητρα ). Από τα αρχαιότατα χρόνια τα μυστήρια της Δήμητρας και της Περσεφόνης ενσωμάτωναν για τους μύστες την ιστορία της ψυχής του κόσμου, της ανθρώπινης ψυχής και του ζώντος Πνεύματος, το οποίο εξαπλώνεται στο σύμπαν. Υπήρχαν τρεις τρόποι για να κατανοηθεί ο μύθος, στη φυσική του έννοια, την ανθρώπινη και τη θεία. Ο πρώτος ήταν για το μεγάλο πλήθος, ο δεύτερος για τους αναπτυγμένους και ο τρίτος για τους λίγους αλλά εκλεκτούς. Κάθε τρόπος, στον κύκλο του, ήταν αληθινός και ανταποκρινόταν έως ένα βαθμό αντίληψης. Ο δεύτερος εξηγούσε τον πρώτο και ο τρίτος τους άλλους δύο συνθέτοντάς τους. Έτσι η Δήμητρα μπορούσε να νοηθεί ουσιαστικά σαν η Μητέρα-Γη, που δίνει γέννηση σε όλα τα υλικά όντα, νοερά και ως η Πρόνοια, που διδάσκει στους ανθρώπους τη γεωργία και τον πολιτισμό, πνευματικά όμως το Φως το άϋλο, (το « άκτιστο φως »), το νοητό και ευκρινές, μητέρα των ψυχών, το φως που μυεί τους ανθρώπους στις υπέρτατες Αλήθειες. Τα μυστήρια έγιναν για να αποκαλυφθούν σε όσους μπορούν να τα εννοήσουν, να διανοίξουν τον εσωτερικό τους οφθαλμό , το “τρίτο μάτι”, για να αντιλαμβάνονται το εσώτερο νόημα των πραγμάτων.
Τα μυστήρια στην αρχαιότητα χωρίζονταν στα Μικρά και τα Μεγάλα Μυστήρια ( ή Ελάσσονα και Μείζονα).
Τα Μικρά Μυστήρια ήταν η προκαταρτική φάση για τη συμμετοχή στα Μεγάλα. Απαραίτητο στοιχείο για το πέρασμα στα Μεγάλα Μυστήρια ήταν να παρακολουθήσει ο υπό μύηση τις προκαταρτικές φάσεις της Μαθητείας, που αποτελούσαν τα Μικρά Μυστήρια. Ο μεγάλος αριθμός των μυημένων απέκλειε την ατομική μύηση. Πρέπει να συνέβαινε κάτι στο ψυχικό επίπεδο, που άγγιζε όλους τους παρόντες, ένα συλλογικό όραμα, που άφηνε μια αλησμόνητη εντύπωση. Δίνονταν θεωρητικές γνώσεις, που μετέβαλαν την όλη εικόνα, που είχαν για τον άνθρωπο και τον κόσμο και τους ήταν χρήσιμες όταν θα εγκατέλειπαν αυτό τον κόσμο. Σ’ αυτά, όπου έπαιρναν τους κατώτερους βαθμούς μύησης, διδάσκονταν για τη φύση των ανώτερων κόσμων, ενώ τα Μεγάλα απέβλεπαν στην πραγματοποίηση επαφής με τα όντα που υπάρχουν σ’ αυτούς τους κόσμους. Στα Μικρά Μυστήρια, υποστηρίζεται από μερικούς ερευνητές, αποκαλυπτόταν το γεγονός της ηλιοκεντρικότητας, ενώ σε ορισμένα περιλάμβαναν και τη διδασκαλία της μετενσάρκωσης. Σύμφωνα με τους ερευνητές ο υποψήφιος των μυστηρίων έπρεπε να απευθυνθεί σε δύο μυημένους, που γίνονταν οι ανάδοχοί του, και οι οποίοι έκαναν τη σχετική εισήγηση. Αν κρινόταν πως ήταν άτομο χρηστό και δε διέπραξε ανθρωποκτονία, γινόταν δεκτή η αίτηση και ένας από τους αναδόχους του ανελάμβανε την εισαγωγική διδασκαλία, οπότε γινόταν ο μυσταγωγός του. Σαν δόκιμος νήστευε πολλές ημέρες και προσευχόταν, ενώ σαν ένδειξη της απόφασής του να απαρνηθεί τις κτηνώδεις ορέξεις και συνήθειες, θυσίαζε ένα χοιρίδιο.
Είναι γεγονός πως απέδιδαν μεγάλη σημασία στην προπαρασκευή, που τη θεωρούσαν σαν σπουδαίο μέρος της όλης μύησης. Κατά τη διάρκεια της προπαρασκευής επεδίωκαν να καταλαγιάσουν τις επιθυμίες για κάθε είδους σαρκική ηδονή, να εναρμονίσουν τα συναισθήματά τους και τις σκέψεις τους, ώστε να καταστούν κατάλληλοι φορείς των μαγνητικών δυνάμεων και ρευστών, που θα τους περιέβαλαν και θα τους διαπερνούσαν κατά την μύηση.
Η βασική προπαρασκευή ανέπτυσσε το θείο αίσθημα. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας λέγει : « Μετά δε ταύτα, εστί τα μικρά μυστήρια διδασκαλίας τινά έχοντα υπόθεσιν και προπαρασκευής των μελλόντων, τα δε μεγάλα περί των συμπάντων ου μανθάνειν έτι υπολείπεται, εποπτεύειν δε και περινοείν την τε φύσιν και τα πράγματα ».
Τα Μεγάλα Μυστήρια, όπου έπαιρναν τους ανώτερους βαθμούς μύησης, γίνονταν ατομικά μάλλον παρά συλλογικά. Κύριος στόχος των μυήσεων αυτών ήταν να περάσουν τον υποψήφιο μέσα από τις πύλες του θανάτου. Ο υποψήφιος έπεφτε σε έκσταση, η συνειδητότητά του εγκατέλειπε το σώμα του και στην κατάσταση αυτή δοκίμαζε υψηλότερες καταστάσεις ύπαρξης, ενώ συναντούσε μερικούς από τους ενοίκους των αόρατων κόσμων. Ο Πρόκλος περιγράφει ορισμένους σαν φωτεινές μορφές, που παίρνουν ανθρώπινο σχήμα. Μέσα από την άμεση εμπειρία ο υποψήφιος μάθαινε ότι μπορούσε να ζει ελεύθερα χωρίς το υλικό του σώμα κι ότι οι θεοί , που λάτρεψε, ήσαν πέρα για πέρα αληθινοί. Μετά ξαναγύριζε στο φυσικό επίπεδο πεπεισμένος για την αθανασία του και προετοιμασμένος να αντικρίσει άφοβα το θάνατο, ξέροντας ότι είναι η πύλη της ελευθερίας και πως ο άλλος κόσμος, ο πνευματικός, είναι ο αληθινός οίκος της ψυχής του. Ο Πλούταρχος έλεγε ότι όταν έρχεται ο θάνατος είναι σαν μύηση στα Μεγάλα Μυστήρια.
Στα μυστήρια αυτά υπήρχε μια σοφή αρμονία και ένας υπέρτατος σύνδεσμος που ένωνε τις ιεροτελεστίες με το θείο δράμα . Έτσι οι μύστες λίγο-λίγο ταυτίζονταν με την υπόθεση του δράματος και από απλοί θεατές μετατρέπονταν σε ηθοποιούς, ενώ στο τέλος αναγνώριζαν ότι το δράμα της πάσχουσας θεότητας, ήταν το δικό τους δράμα.
Στα μυστήρια, όπως αναφέραμε, υπήρχαν βαθμοί μύησης. Οι βαθμοί μύησης στην ατραπό της σοφίας αντιπροσώπευαν το επίπεδο της πνευματικής εξέλιξης κι αφύπνισης του μαθητή καθώς και τις δυνατότητες αυτοθυσίας και προσφοράς του ανάλογα με τις δοκιμασίες, που είχε ξεπεράσει και τις αρετές και γνώσεις που είχε κάνει κτήμα του. Ο πραγματικός βαθμός μύησης του υποψήφιου εξαρτάται από τη βιωματική ένταση και πληρότητα της πνευματικής αποκάλυψης του Μύθου. Εξαρτάται δηλαδή από το βαθμό προσέγγισης του Πραγματικού, γιατί η Μύηση απαιτεί μια οντολογική μετάλλαξη (μια εσωτερική αλχημεία ) της υπαρξιακής κατάστασης του υποψήφιου.
Οι αρχαίοι σοφοί θεωρούσαν όλα τα δημιουργήματα σαν φωτισμένα ενδύματα του Δημιουργού, ενώ στις εκδηλώσεις της
φύσης διέκριναν τις εκδηλώσεις του Θεού. Έτσι λάτρευαν το Θεό όπως φανερώνεται στη Φύση.
Για τους αρχαίους μύστες ο Θεός είναι καθολικό ον, που αγκαλιάζει τα πάντα. Όλα τα πλάσματα, ακόμα και τα πιο υλικά και τα πιο γήϊνα , είναι στο θεό με ένα τρόπο ολότελα πνευματικό. Το σύμπαν είναι στο θεό. Ο θεός είναι όλα τα όντα, γιατί περιέχει τα πάντα, δεν είναι όμως κανένα από τα ξεχωριστά όντα. Ο στωϊκός Κλεάνθης έλεγε : « εν τούτω κινούμεθα και ζώμεν και εσμέν ».
Όλοι οι θεοί και οι θεές στο αρχαίο Ελληνικό Πάνθεο αντιπροσωπεύουν δυνάμεις της φύσης και θεμελιακές πνευματικές αρχές, γιατί το ένα δεν είναι παρά η αντίστροφη όψη του άλλου. Για τους μυστικιστές υπάρχει μια εξαίρεση, ο Θυσιασμένος Θεός, που παριστάνει την ψυχή του μυημένου και για τον οποίο είναι ο Μέγας Μυητής. Τα τέσσερα στοιχεία της φύσης, οι επτά ιεροί πλανήτες, και τα δώδεκα σύμβολα του ζωδιακού αποτελούν θεμελιώδεις παράγοντες στον Κόσμο. Καθένα απ` αυτά επηρεάζει τα συστήματα φυσικής λατρείας, που να τονίσουμε ότι δεν είναι ειδωλολατρική, αλλά απλά αποτελεί μια επέκταση της λατρείας του Θεού στη φύση.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αρχική θρησκεία των προγόνων μας ήταν φυσιολατρεία, όπου λάτρευαν τις δυνάμεις της φύσης. Ο Παυσανίας μας λέγει : « Στην Ελλάδα, όπως κι αλλού, το θείο φαίνεται να αποκαλύπτεται στη ψυχή του ανθρώπου διαμέσου της φύσης, και η αποκάλυψη αυτή, που του διεγείρει τόσα πολλά αισθήματα ευχαρίστησης και φόβου, παρήγαγε όλες αυτές τις θαυμάσιες αφηγήσεις, από τις οποίες αποτελείται ο μυθολογικός μας θησαυρός ».
Πολυθεΐα για τους μύστες της αρχαιότητας, με την έννοια που συνήθως της αποδίδουμε, δεν υπάρχει. Πάντοτε αναγνωρίζεται ένας Πατέρας των Θεών που είναι η Πρώτη Αρχή του σύμπαντος και από τον οποίο εκπορεύονται τα πάντα. Στους Ορφικούς ύμνους διαβάζουμε : « Είς Ζεύς, είς Αΐδης, είς Ήλιος, είς Διόνυσος, είς Θεός εν πάντεσι ». Ο Ξενοφάνης γράφει : « Είς Θεός, εν τε θεοΐσι και ανθρώποις μέγιστος », ενώ ο Ηράκλειτος αναφωνεί : « Εκ των πάντων έν και εξ ενός τα πάντα ». Οι Ορφικοί έψαλαν : « Ζευς πρώτος, Ζευς ύστατος, Ζευς κεφαλή, Ζευς μέσον, Διός δ’ εκ πάντα τέκτυκται ».
Ο Πλούταρχος, μέγας αρχιερέας και γνώστης των Μυστηρίων είναι σαφέστατος και αποκαλυπτικότατος για τον Μονοθεϊσμό : « Θεούς ενομίσαμεν ουχ ετέρους περ’ ετέρους ουδέ βαρβάρους και Έλληνας, ουδέ νοτίους και βορείους. Αλλ’ ώσπερ ήλιος και σελήνη και ουρανός και γη και θάλασσα κοινά πάσιν ονομάζεται δ’ άλλως υπ’ άλλων, ούτως ενός Λόγου τον ταύτα κοσμούντος και μιάς Προνοίας επιτροπευούσης » (μετάφραση : δεν υποστηρίζουμε ότι υπάρχουν άλλοι θεοί σε άλλους λαούς και διαφορετικοί σε άλλους ούτε Έλληνες θεούς, ούτε νότιους και βόρειους. Αλλά όπως ο ήλιος και η σελήνη, ο ουρανός και η γη και η θάλασσα είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους, αλλά ονομάζονται αλλιώς από άλλους και διαφορετικά από άλλους, έτσι ένας είναι ο Λόγος, που διευθύνει το σύμπαν και μία η Πρόνοια, η οποία το κυβερνά ).

(…Συνεχίζεται..)

Δεν υπάρχουν σχόλια: