Κυριακή 14 Ιουνίου 2009

Μ. Αλέξανδρος ( 3ο Μέρος )



[[δαμ-ων ]]

Το οικουμενικό όραμα και έργο του Μ. Αλέξανδρου

Οι αρχαίοι πρόγονοί μας, άνθρωποι της φρόνησης, είχαν δημιουργήσει και τελειοποιήσει το πανανθρώπινο ιδανικό, Βασισμένο στις φυσικές κι ακατάλυτες ιδέες της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης και της Αλήθειας, ιδέες που είχαν θεοποιηθεί. Οι έννοιες του ατομισμού και του εθνικισμού είχαν ξεπεραστεί από υψηλόφρονες Αθηναίους, που όριζαν τον Έλληνα σαν πολιτισμένο άνθρωπο μέτοχο του Λόγου και του Μέτρου.
Ο Ισοκράτης όριζε: « το των Ελλήνων όνομα πεποίηκεν μηκέτι του γένους, αλλά της διανοίας δοκείν είναι, και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους παιδεύσεως της ημετέρας η της κοινής φύσεως μετέχοντας.»
Ο Αλέξανδρος ήταν αυτός που συνέλαβε την ιδέα της υλοποίησης αυτού του πανανθρώπινου ιδανικού της κλασικής Ελλάδας και με τη δύναμη των σαρισσών και τους ιππείς εταίρους του γκρέμισε τα τείχη του δογματισμού και της εξουσίας, που κράταγαν τους ανθρώπους στο πολιτιστικό και πνευματικό σκοτάδι.
Υπήρξε ο τελειότερος εκπρόσωπος του υπερχρονικού Ελληνικού κόσμου, που έδωσε σάρκα και οστά στους βαθύτερους κι ευγενέστερους πόθους και παλμούς αιώνων και στην υψηλότερη ιδέα, τη Μεγάλη Ιδέα του ελληνισμού, την εξάπλωση και την πνευματική, πολιτική, κοινωνική και οικονομική επιβολή και κυριαρχία του Ελληνισμού στη Μεσόγειο και πέρα απ’ αυτήν.
Το όνειρό του ήταν η αναστύλωση της οικουμενικής πολιτείας των Διογενών Ηρακλή, Περσέα και Διονύσου, δηλ να φτάσει στην Ανατολική θάλασσα, την “Εώα θάλαττα” όπως έλεγε και το Ίμαον όρος, τα σημερινά Ιμαλάϊα, όπου είχαν φτάσει στα μυκηναϊκά χρόνια οι μυθικοί πρόγονοί του. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος μιλώντας στον κυνικό φιλόσοφο Διογένη, κατά την επίσκεψή του στην Κόρινθο, είπε: « Νυν δε σύγνωθι, Διόγενες, Ηρακλέα μιμούμαι και περσέα ζηλώ, και τα Διονύσου μετιών ίχνη, θεού γενάρχου και προπάτορος, βούλομαι πάλιν εν Ινδία νικώντας Έλληνας εγχορεύσαι και τους υπέρ Καύκασον ορείους και αγρίους των βακχικών αναμνύσαι κώμων ».
Ο Αλέξανδρος, σαν ο τελειότερος εκπρόσωπος2 του Ελληνικού κόσμου, ενσαρκώνει και τις δύο τάσεις του Ελληνισμού, που τον χαρακτηρίζουν σε όλες τις ιστορικές στιγμές του και την εξέλιξή του, και τις οποίες επιτυχέστατα μπορούμε να συμβολίσουμε με τα υπέροχα σύμβολα του απολλωνιακού και του διονυσιακού πνεύματος. Ο Απόλλωνας ήταν ο στατικός θεός της αποκάλυψης και ο Διόνυσος ο δυναμικός θεός της εξέλιξης. Οι συναντήσεις τους, οι διαμάχες τους και οι προσωρινές συμμαχίες τους αποτελούσαν από τη σκοπιά του εσωτερισμού την ίδια την ιστορία της ελληνικής ψυχής. Στην αρχαία Ελλάδα η τέλεια ισορροπία και ο αρμονικός συγκερασμός των δύο τάσεων είχε σαν αποτέλεσμα το αριστούργημα της ελληνικής θρησκείας και το μυστικό της ιερής Ελλάδας.
Το απολλωνιακό πνεύμα, είναι το πνεύμα και η ψυχή του ελληνικού κλασικισμού, του ελληνικού μέτρου, της ελληνικής αρετής και μορφής, της απόλυτης φυσικής, πνευματικής και ηθικής υγείας, της κυριαρχίας, της ισορροπίας, της αρμονίας και γαλήνης. Το διονυσιακό πνεύμα, είναι το πνεύμα του αχαλίνωτου και σεισμικού φυσικού πάθους, που εκρήγνυται σαν θύελλα και κεραυνός και ξεσπά σαν σεισμός και δημιουργεί το δράμα και τη τραγωδία, το πνεύμα του ρομαντισμού.
Σ’ όλη τη ζωή του Αλέξανδρου βλέπουμε να διεκδικούν την απόλυτη κυριαρχία στη ψυχή του οι δύο αυτές τάσεις του Απόλλωνα και του Διονύσου. Έχει απολλωνιακές εξάρσεις, που κυριαρχούν στη ζωή του και οι οποίες τον κατευθύνουν στο οικουμενικό του έργο, προκαλώντας τις θαυμάσιες εμπνεύσεις και σχεδιασμούς του. Όμως έχει και διονυσιακές περιόδους, που σε συνδυασμό με το πάθος που κληρονόμησε από την μητέρα του Ολυμπιάδα, η οποία ήταν “μαινάς”, τον οδήγησαν σε πράξεις για τις οποίες μετάνιωσε πικρά.
Μεταξύ των δύο αυτών τάσεων αγωνίζεται και συγκρούεται η προσωπικότητά του. Και οι τάσεις αυτές είναι δύο τάσεις μεταξύ των οποίων ταλαντεύεται ο ελληνικός κόσμος σ’ όλη του την ιστορία. Από τη σύγκρουση αυτή δημιουργείται το αιώνιο ελληνικό δράμα που παρακολουθούμε με αγωνία και δέος, αλλά και βαθύτατη τραγική συγκίνηση σε όλη την από φως και σκοτάδι ζυμωμένη ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Αυτό το δράμα των συνεχών μεταπτώσεων του Ελληνισμού από την κορυφή μέχρι τα χείλη της αβύσσου και μετά πάλι στην κορυφή.
Ο Αλέξανδρος δεν ήταν μόνον ένας μεγάλος στρατηλάτης, ο μέγιστος από τους στρατηλάτες όλου του κόσμου κι όλων των εποχών, αλλά και μέγας πολιτικός και κυβερνήτης λαών, ένα ανώτερο φωτισμένο- υψηλόφρον και μεγαλεπήβολο πολιτικό πνεύμα, που αντλούσε το φως του από τις αιώνιες πηγές του Ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού και που θεωρούσε το έργο της ιστορίας σαν εκπολιτιστικό και την ουσία και την αποστολή του κράτους καθαρά πνευματική κι εκπολιτιστική. Και στη στάση αυτή του Αλέξανδρου αποκαλύπτεται κι ενσαρκώνεται η βαθύτερη κι αληθινή ουσία του ελληνικού κόσμου, που τον ιστορικό του ρόλο τον βλέπει κύρια σαν πνευματικό κι εκπολιτιστικό. Μόνον ο υπέροχος κι αθάνατος αυτός κόσμος είδε την ιστορική και κοσμική αποστολή του σαν αποστολή ιεροφάντου της θρησκείας του Ωραίου, του Αληθινού και του Καλού, μ’ έναν λόγο του θείου και της αιώνιας Θείας Ιδέας. Έτσι είδαν τον κόσμο οι μέγιστοι των Ελλήνων φιλοσόφων και ιδίως ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, που ανήγειραν Πνευματικό Παρθενώνα Ιδεών, λαμπρότερο κι από τον μαρμάρινο ναό της Αθηνάς στην Ακρόπολη, τον Παρθενώνα της ιδέας του Αγαθού, της βασίλισσας όλων των ιδεών και ήλιου όλης της δημιουργίας. Και σαν μαθητής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, σαν κοσμικός ιεροφάντης κι ενσαρκωτής της ελληνικής ιδέας στο πεδίο της πνευματικής ζωής και στον κύκλο της πολιτικής ζωής έρχεται ο Αλέξανδρος με το οικουμενικό του πνεύμα.
Ο πνευματικός και καθαρά ιδεαλιστικός αυτός χαρακτήρας του Αλέξανδρου, καθώς και το έργο του, είναι τα χαρακτηριστικά που τον ξεχωρίζουν από τους άλλους μεγάλους κατακτητές της παγκόσμιας ιστορίας, που υπήρξαν μόνο στρατιωτικοί κατακτητές και τίποτα άλλο, δημιουργώντας μόνο στρατιωτικά εφήμερα έργα, ενώ υπήρξαν καταστροφές πολιτισμών και μάστιγες της ανθρωπότητας από την άποψη του πολιτισμού.
Η εκστρατεία στην Ανατολή και την Αίγυπτο έγινε με σκοπό οι Έλληνες να δώσουν κι όχι να πάρουν. Οι σκοποί τους ήσαν καθαρά ιδεαλιστικοί.
Τόσο ο Αλέξανδρος, όσο κι ολόκληρο το εκστρατευτικό του σώμα διακρίνονται για τον αντιοικονομισμό τους. Η περιφρόνηση του Αλέξανδρου για κάθε υλικό κι εφήμερο, που τα θεωρούσε κατώτερα πράγματα, τον έκαναν τον μέγιστο των ηγετών. Στη συνέχεια θα αναφέρουμε δύο γεγονότα, για να διαφανεί η διαφορά αυτού του μεγάλου ηγεμόνα με τους κατοπινούς και τους σημερινούς ηγεμόνες:
Φεύγοντας ο Αλέξανδρος για την Ασία, μοίρασε στους εταίρους όλα του τα περιουσιακά στοιχεία. Την ερώτηση του στρατηγού Περδίκα « Σεαυτώ δε, ω βασιλεύ, τι καταλείπεις; », απάντησε « τας ελπίδας ».
Όταν, εξάλλου, ο Δαρείος, καθώς βρισκόταν σε δύσκολη θέση, ζήτησε συνθήκη υποσχόμενος να πληρώσει στον Αλέξανδρο ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, ο στρατηγός Παρμενίων συμβούλευσε τον βασιλιά Αλέξανδρο να δεχθεί τα χρήματα λέγοντας « Εγώ μεν, ει Αλέξανδρος ην, έλαβον ταύτα ». Και η απάντηση του Αλέξανδρου ήταν « Κ’αγώ, νη Δία, ει Παρμενίων ».
Την εκπαίδευση των εθνών την πραγματοποίησε διαμέσου της ελληνικής παιδείας. Με όπλα το λόγο και το διάλογο, τον έλεγχο και την απόδειξη, το μέτρο και το παράδειγμα, βάλθηκε να εκπολιτίσει τους ημιβάρβαρους της Ασίας. Τρεις χιλιάδες φιλόσοφοι, διανοούμενοι, και λειτουργοί της τέχνης ακολούθησαν τον Αλέξανδρο στην εκστρατεία του και αναλώθηκαν προκειμένου να πραγματοποιήσουν τον ιδεαλιστικό τους σκοπό.
Τα έθνη που απελευθέρωνε από τους τυράννους τους, τα ονόμαζε “Ελληνικά”, άρα μη βαρβαρικά, έννοια δηλωτική της αρετής και όχι του γένους. Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος: « Πατρίδα μεν την οικουμένην προσέταξε ηγείσθαι πάντας..., συγγενείς δε τους αγαθούς, αλλοφύλους δε τους πονηρούς. Το μεν Ελληνικόν αρετή, το δε βαρβαρικόν κακία τεκμαίρεσθαι.»
Με την έννοια “Έλληνες” ο Αλέξανδρος εννοούσε τους καλούς ανθρώπους, τους λάτρεις της αρετής, που τους άριστους έπρεπε να έχουν ηγέτες, ενώ αντίθετα τους κακούς και φαύλους τους χαρακτήριζε αλλόφυλους, κι ας ήσαν κατά το γένος Έλληνες. Ο φυλετισμός, ο ρατσισμός, το αίμα και κάθε παρεμφερές φασιστικό δόγμα αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα ξένου πνεύματος που δεν έχουν καμία σχέση με τον Ελληνισμό. Σεβάστηκε απόλυτα τους λαούς των χωρών που κατέκτησε και δεν συμπεριφέρθηκε σαν κατακτητής, έχοντας σαν στόχο του την ομόνοια μεταξύ των ηπείρων. Το κράτος που προώθησε είχε την τάση προς την παγκοσμιότητα, προς την “κοσμόπολη”, δημιουργώντας κοινοπολιτεία, με πόλεις αυτόνομες, ελεύθερες, που σαν επίσημη γλώσσα είχαν την ελληνική.

(…Συνεχίζεται…)

Δεν υπάρχουν σχόλια: