[[ δαμ-ων ]]
Αβραάμ και Σάρρα
Πριν ο Αβραάμ “συνάψει συμφωνία” με το Θεό είχε το όνομα Άβραμ και η Σάρρα το όνομα Σάρα. Με υπόδειξη του Κυρίου ο Άβραμ έφυγε από τη Χαρράν, όπου κατοικούσε με τους συγγενείς του και εγκαταστάθηκε στη Χαναάν. Όμως ξέσπασε πείνα κι αναγκάστηκε να μετοικήσει στην Αίγυπτο. Διαβάζουμε στη “Γένεση”:
[[ Όταν πλησίαζε στην Αίγυπτο, είπε στη Σάρα τη γυναίκα του: « Ξέρω πως είσαι γυναίκα με ωραία εμφάνιση. Αν σε δουν οι Αιγύπτιοι θα καταλάβουν πως είσαι γυναίκα μου. Τότε θα με σκοτώσουν• εσένα όμως θα σ’ αφήσουν να ζήσεις. Να λες λοιπόν ότι είσαι αδελφή μου, για να μου φερθούν καλά και να μ’ αφήσουν να ζήσω για χάρη σου».
Όταν ο Άβραμ έφτασε στην Αίγυπτο, οι Αιγύπτιοι είδαν πράγματι ότι η γυναίκα ήταν πάρα πολύ ωραία. Την είδαν και οι αυλικοί του Φαραώ, του την παίνεψαν και την έφεραν στο ανάκτορό του. Για χάρη της Σάρας φέρθηκαν καλά στον Άβραμ, και του έδωσαν πρόβατα, βόδια, γαϊδούρια αρσενικά και θηλυκά, δούλους, δούλες και καμήλες. Αλλά ο Κύριος χτύπησε με μεγάλες συμφορές το Φαραώ και τους αυλικούς του εξαιτίας της Σάρας, της γυναίκας του Άβραμ. Τότε ο Φαραώ κάλεσε τον Άβραμ και του είπε: « Τι ήταν αυτό που μου έκανες! Γιατί δε μου το ’πες ότι αυτή είναι η γυναίκα σου; Γιατί είπες ότι είναι αδελφή σου, κι εγώ την πήρα γυναίκα μου; Τώρα λοιπόν να είναι η γυναίκα σου. Πάρ΄ την και φύγε». ]] ( Γένεσις, ιβ’11-19)
Κι αφού εκπόρνευσε τη γυναίκα του, σαν καλός ταβατζής, έφυγε από την Αίγυπτο πάρα πολύ πλούσιος σε κοπάδια ασήμι και χρυσάφι. « Άβραμ δε ήν πλούσιος σφόδρα κτήνεσιν και αργυρίω και χρυσίω».
Ο καλός μας “προπάτορας” αντί να υπερασπιστεί τη γυναίκα του, αν προσπαθούσαν να του την πάρουν οι Αιγύπτιοι, ο ίδιος την ξεπούλησε και πήρε σαν αντάλλαγμα ζώα. Και ο “δήθεν Θεός” αντί να τιμωρήσει τον δειλό, υστερόβουλο κι ανήθικο Άβραμ, χτύπησε με συμφορές την αυλή του Φαραώ, που σε τίποτα δεν έφταιξε. Αν τώρα θέλουν να μας παρουσιάσουν έναν Θεό, που μεροληπτεί, που επιβραβεύει την ανηθικότητα και τιμωρεί αυτούς που οι εκλεκτοί του εξαπάτησαν, ας τον χαίρονται, γιατί αυτός δεν είναι ο Θεός μας! Γιατί ο Θεός μας είναι δίκαιος κι αμερόληπτος, χωρίς εκλεκτούς λαούς και ειδικές συμφωνίες. Αυτά τα σκαρφίζονται οι αγύρτες για να εξαπατούν τους αφελείς, όπως ο νέος εκλεκτός του Θεού, ο χασάπης- πλανητάρχης Μπους και η Εβραϊκή δολοφονο-ληστρική συμμορία, που τον χρησιμοποιεί σαν πιόνι, για να εξαπατούν τους αφελείς και να μακελεύουν τον πλανήτη!
Το ζευγάρι μας ήταν άτεκνο, κι έτσι πληροφορούμαστε στη συνέχεια:
[[ Η Σάρα, η γυναίκα του Άβραμ, δεν του γεννούσε παιδιά. Στην υπηρεσία της είχε μια δούλη Αιγύπτια, που ονομαζόταν Άγαρ. Είπε λοιπόν η Σάρα στον Άβραμ. « Ο Κύριος μου στέρησε την ικανότητα να γενώ. Πήγαινε, λοιπόν, στη δούλη μου, και ίσως αποκτήσω μέσω αυτής ένα γιο». Ο Άβραμ άκουσε τα λόγια της Σάρας. Έτσι, δέκα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στη Χαναάν, η γυναίκα του η Σάρα του έδωσε την Άγαρ, την Αιγύπτια δούλη της, για γυναίκα.
Ο Άβραμ, λοιπόν, συνευρέθη με την Άγαρ κι εκείνη έμεινε έγκυος. Όταν η Άγαρ είδε ότι ήταν έγκυος, άρχισε να φέρεται στην κυρά της με περιφρόνηση. Τότε είπε η Σάρα στον Άβραμ: « Εσύ είσαι η αιτία για την προσβολή που μου γίνεται. Εγώ σου έδωσα την δούλη μου στην αγκαλιά σου κι εκείνη όταν είδε ότι έμεινε έγκυος άρχισε να με περιφρονεί. Ο Κύριος ας είναι κριτής ανάμεσα σ΄ εμένα και σ΄ εσένα ». Ο Άβραμ απάντησε στη Σάρα: « Ορίστε η δούλη σου, στη διάθεσή σου. Κάνε της ό,τι σου αρέσει ». Τότε η Σάρα άρχισε να κακομεταχειρίζεται την Άγαρ, κι εκείνη έφυγε από κοντά της.
Κοντά σε μια νεροπηγή στην έρημο, στο δρόμο προς τη Σουρ, τη συνάντησε ένας άγγελος Κυρίου και της είπε:
« Άγαρ, δούλη της Σάρας από πού έρχεσαι και που πηγαίνεις; » Εκείνη του απάντησε: « Έφυγα απ’ τη κυρά μου τη Σάρα ». Ο άγγελος της είπε: « Γύρνα πίσω στην κυρά σου και υποτάξου σ’ αυτήν ». Της είπε ακόμα: « Θα σου δώσω πολλούς απογόνους, που κανείς δε θα μπορεί να τους μετρήσει. Τώρα είσαι έγκυος• θα γεννήσεις γιο και θα τον ονομάσεις Ισμαήλ γιατί ο Κύριος άκουσε τον πόνο σου…»]] ( Γένεσις, ιστ’ 1-11)
Η Σάρα, το υπόδειγμα γυναίκας, λοιπόν, πρόσφερε την δούλη της, σαν να ήταν κάποιο θηλυκό ζώο, στον Άβραμ, κι αυτός δεν έχασε καιρό, γεύτηκε τα κάλλη της νεαρής δούλας. Κι όταν άρχισαν οι συζυγικοί καυγάδες, γιατί μάλλον ζήλευε η Σάρα, αντί σαν άντρας να υπερασπιστεί την αδύναμη θεραπαινίδα, αφού είχε τρυγήσει την ομορφονιά, δεν την προστάτεψε, εφόσον έφερε στα σπλάχνα της τον καρπό της συνεύρεσής τους, αλλά την παράδωσε στην μανία της γυναίκας του. Αυτή ξέχασε τον σκοπό της παραχώρησης της δούλας στο κρεβάτι του Άβραμ και την κακομεταχειριζόταν, οπότε απαύδησε η νεαρή και το ’σκασε. Ευτυχώς που ο Κύριος κατάλαβε τον πόνο της κι έστειλε άγγελο να την παρηγορήσει και να την συμβουλέψει. Έτσι γύρισε πίσω η Άγαρ και γέννησε τον Ισμαήλ, τον πρώτο γιο του Άβραμ, που ήταν νόθος.
Ας έρθουμε τώρα στην περίφημη διαθήκη Θεού- Άβραμ, που έγινε και δική μας διαθήκη, αφού μας την επέβαλε το χριστιανικό ιερατείο. Συνεχίζουμε την ανάγνωση:
[[ Όταν ο Άβραμ ήταν ενενήντα εννέα ετών, του φανερώθηκε ο Κύριος και του είπε: « Εγώ είμαι ο Ελ- Σαδδάι ( Θεός Παντοκράτορας ). Να ζεις σύμφωνα με το θέλημά μου και να είσαι τέλειος. Θα συνάψω μαζί σου διαθήκη, και θα σου δώσω πολλούς απογόνους ».
Ο Άβραμ έπεσε με το πρόσωπό του στη γη και ο Θεός του είπε: « Αυτή είναι η διαθήκη που κάνω μαζί σου: Θα γίνεις πατέρας ενός πλήθους εθνών. Δε θα ονομάζεσαι πια Άβραμ αλλά Αβραάμ, γιατί θα σε κάνω πατέρα πλήθους εθνών. Θα κάνω ν’ αποκτήσεις πολλούς απογόνους και να γίνεις γενάρχης λαών• και βασιλιάδες θα προέλθουν από σένα. Τη διαθήκη μου τη συνάπτω μαζί σου, αλλά θα ισχύει και για όλες τις γενιές των απογόνων σου. Σ’ εσένα και τους απογόνους σου θα δώσω τη χώρα όπου τώρα κατοικείς σαν ξένος, όλη τη χώρα της Χαναάν, για αιώνια ιδιοκτησία και θα είμαι ο Θεός τους ». Είπε ακόμα ο Θεός στον Αβραάμ: « Θα πρέπει, όμως, να τηρείς τη διαθήκη μου τόσο εσύ όσο και οι επόμενες γενιές των απογόνων σου. Αυτή είναι η διαθήκη μου που θα τηρείτε: Κάθε αρσενικό παιδί σας θα περιτέμνεται. Θα κάνετε την περιτομή, κι αυτή αποτελεί σημείο της διαθήκης ανάμεσα σ’ εμένα και σ’ εσάς. Κάθε παιδί θα περιτέμνεται την όγδοη ημέρα από τη γέννησή του. Αυτό ισχύει για κάθε αρσενικό παιδί σε όλες τις γενιές σας, καθώς και για κάθε δούλο, είτε είναι γεννημένος στο σπίτι είτε αγορασμένος από ξένους και δεν περιλαμβάνεται στους απογόνους σας. Θα πρέπει οπωσδήποτε καθένας που γεννήθηκε στο σπίτι σου ή αγοράστηκε με χρήματα, να περιτέμνεται. Έτσι η διαθήκη μου θα μαρτυρεί στο σώμα σας, διαθήκη αιώνια. Ο απερίτμητος, δηλ. αυτός που δεν έχει κάνει περιτομή, θα αποκόπτεται από το λαό του, γιατί θα έχει παραβεί τη διαθήκη μου ». Έπειτα ο Θεός είπε στον Αβραάμ: « Η γυναίκα σου δεν θα ονομάζεται πια Σάρα αλλά Σάρρα… ».]] ( Γένεσις, ιζ’ 1-15)
Πάλι ο “προπάτοράς” μας, ως Αβραάμ πλέον, εξέδωσε τη γυναίκα του, είτε από δειλία είτε από υστεροβουλία. Ας συμβουλευτούμε το κείμενο:
[[ O Αβραάμ αναχώρησε από ’κει για τα νότια της Χαναάν και εγκαταστάθηκε ανάμεσα στην Κάδης και στη Σουρ, κατοικώντας ως ξένος στα Γάραρα. Εκεί έλεγε για τη γυναίκα του τη Σάρρα ότι ήταν αδελφή του. Φοβόταν να πει ότι ήταν γυναίκα του, για να μη τον σκοτώσουν οι άντρες της πόλης εξαιτίας της. Έτσι, ο βασιλιάς των Γεράρων Αβιμέλεχ έστειλε και πήρε τη Σάρρα στο παλάτι του. Τη νύχτα όμως παρουσιάστηκε ο Θεός στο όνειρό του και του είπε: « Πρόσεξε, θα πεθάνεις εξαιτίας της γυναίκας που πήρες, γιατί αυτή είναι γυναίκα άλλου ». Ο Αβιμέλεχ όμως δεν είχε ακόμα πλησιάσει τη Σάρρα, και είπε: « Κύριε, μη με θανατώσεις, δίκαιο άνθρωπο! Ο ίδιος ο Αβραάμ μου είπε ότι είναι αδελφή του, κι αυτή η ίδια με βεβαίωσε ότι αυτός είναι αδελφός της. Εγώ ό,τι έκανα το έκανα με καλή πρόθεση• δεν έπραξα τίποτε κακό ». Τότε ο Θεός του είπε, στο όνειρό του πάντα: « Το ξέρω κι εγώ ότι το έκανες με καλή πρόθεση• γι’ αυτό και σε προφύλαξα από του να αμαρτήσεις ενώπιόν μου, και δε σε άφησα να την αγγίσεις. Τώρα λοιπόν δώσε πίσω τη γυναίκα αυτού του ανθρώπου, γιατί είναι προφήτης• θα προσευχηθεί για σένα και θα ζήσεις. Αν όμως δεν του την επιστρέψεις, να ξέρεις ότι εξάπαντος θα πεθάνεις εσύ και όλοι οι δικοί σου ».
Ο Αβιμέλεχ σηκώθηκε νωρίς το πρωί, κάλεσε όλους τους αξιωματούχους του και τους ανακοίνωσε τα συμβάντα. Όλοι τους φοβήθηκαν πολύ. Έπειτα κάλεσε τον Αβραάμ και του είπε: « Τι μας έκανες! Τι σου έφταιξα εγώ, και έφερες σ’ εμένα και στο βασίλειό μου μια τόσο μεγάλη αμαρτία; Μου έκανες κάτι, που δεν επιτρέπεται να κάνει κανείς. Πού απέβλεπες όταν έκανες αυτό το πράγμα; »
Ο Αβραάμ απάντησε: « Σκέφτηκα ότι δεν υπάρχει καθόλου φόβος Θεού σ’ αυτόν τον τόπο, και θα με σκότωναν εξαιτίας της γυναίκας μου. Kι έπειτα είναι πράγματι αδερφή μου• είναι κόρη του πατέρα μου, όχι όμως και της μάνας μου. Όταν ο Θεός με οδήγησε μακριά από την πατρίδα μου στην ξενιτιά, της είπα: “- Έτσι θα δείξεις την αγάπη σου σ’ εμένα: σε κάθε τόπο που θα πηγαίνουμε, θα λες για μένα ότι είμαι αδερφός σου” ».
Τότε ο Αβιμέλεχ πήρε πρόβατα και βόδια, δούλους και δούλες και τα έδωσε στον Αβραάμ. Μαζί του έδωσε πίσω και τη Σάρρα τη γυναίκα του. Και του είπε ο Αβιμέλεχ: « όλη η χώρα είναι μπροστά σου. Μείνε όπου σου αρέσει ». Και στη Σάρρα είπε: « Δίνω στον αδερφό σου χίλια αργύρια. Αυτά αποτελούν απόδειξη για όλους τους δικούς σου, που βεβαιώνει σε όλους την αθωότητά σου ».]] ( Γένεσις, κ’ 1-16)
Για δεύτερη φορά ο “εκλεκτός” του Θεού, ο Αβραάμ για να σώσει το τομάρι του εκπορνεύει τη γυναίκα του τη Σάρρα.. Σκέφτηκε, όπως είπε εκ των υστέρων, πως οι κάτοικοι των Γεράρων ήσαν χωρίς φόβο Θεού και θα τον σκότωναν. Έτσι σαν εξιλαστήριο θύμα πρόσφερε τη γυναίκα του, γιατί η δειλία του δεν του επέτρεπε να υπερασπίσει την τιμή του! Σκεφτείτε πόσο τιμούσαν τις γυναίκες, ώστε να τις προσφέρουν σαν δώρο, όταν ήθελαν την εύνοια των αρχόντων. Κι ο Θεός γιατί μεροληπτεί και παίρνει το μέρος του Αβραάμ; Ποιος διέπραξε αμαρτία, ο Αβιμέλεχ ή ο Αβραάμ; Αντί να ρίξει κεραυνό στον φιλοτομαριστή και γεμάτο δόλο Αβραάμ, απειλεί να τιμωρήσει και να ρίξει θανατικό στον ανήξερο βασιλιά; Δεν είναι άδικο αυτό που μας μεταφέρει η συνέχεια της διήγησης;
[[ Τότε ο Αβραάμ προσευχήθηκε για τον Αβιμέχελ και ο Θεός τον απάλλαξε από την ποινή. Επίσης θεράπευσε τη γυναίκα του και τις δούλες του και μπορούσαν πάλι να γεννούν• γιατί εξαιτίας του περιστατικού με τη Σάρρα, τη γυναίκα του Αβραάμ, ο Κύριος είχε κάνει ώστε καμία γυναίκα στο παλάτι του Αβιμέχελ να μην μπορεί να γεννήσει.]] ( Γένεσις, κ’ 17-18)
Τιμωρία, λοιπόν, σε αθώους κι ανταμοιβή σε αυτούς, που πράγματι, διέπραξαν αμαρτία! Για να εξιλεωθεί από αμαρτία, που δεν έκανε, ο Αβιμέλεχ έδωσε στον Αβραάμ πρόβατα και βόδια , δούλους και δούλες και χίλια αργύρια. Βλέπετε η συζυγική προδοσία, στην Π. Διαθήκη, ακριβοπληρώνεται! Κι όλα αυτά, ο ιερέας μας εύχεται να τα επαναλάβουμε, προτάσσοντας στους άντρες σαν υπόδειγμα τον Αβραάμ και στις γυναίκες τη Σάρρα. Δηλαδή, αν κατάλαβα καλά, σεβάσμιοι λειτουργοί, για να περάσουμε καλά και για να προκόψουμε σε υλικά αγαθά, να γίνουμε προαγωγοί της γυναίκας μας;
( …Συνεχίζεται…)
Πριν ο Αβραάμ “συνάψει συμφωνία” με το Θεό είχε το όνομα Άβραμ και η Σάρρα το όνομα Σάρα. Με υπόδειξη του Κυρίου ο Άβραμ έφυγε από τη Χαρράν, όπου κατοικούσε με τους συγγενείς του και εγκαταστάθηκε στη Χαναάν. Όμως ξέσπασε πείνα κι αναγκάστηκε να μετοικήσει στην Αίγυπτο. Διαβάζουμε στη “Γένεση”:
[[ Όταν πλησίαζε στην Αίγυπτο, είπε στη Σάρα τη γυναίκα του: « Ξέρω πως είσαι γυναίκα με ωραία εμφάνιση. Αν σε δουν οι Αιγύπτιοι θα καταλάβουν πως είσαι γυναίκα μου. Τότε θα με σκοτώσουν• εσένα όμως θα σ’ αφήσουν να ζήσεις. Να λες λοιπόν ότι είσαι αδελφή μου, για να μου φερθούν καλά και να μ’ αφήσουν να ζήσω για χάρη σου».
Όταν ο Άβραμ έφτασε στην Αίγυπτο, οι Αιγύπτιοι είδαν πράγματι ότι η γυναίκα ήταν πάρα πολύ ωραία. Την είδαν και οι αυλικοί του Φαραώ, του την παίνεψαν και την έφεραν στο ανάκτορό του. Για χάρη της Σάρας φέρθηκαν καλά στον Άβραμ, και του έδωσαν πρόβατα, βόδια, γαϊδούρια αρσενικά και θηλυκά, δούλους, δούλες και καμήλες. Αλλά ο Κύριος χτύπησε με μεγάλες συμφορές το Φαραώ και τους αυλικούς του εξαιτίας της Σάρας, της γυναίκας του Άβραμ. Τότε ο Φαραώ κάλεσε τον Άβραμ και του είπε: « Τι ήταν αυτό που μου έκανες! Γιατί δε μου το ’πες ότι αυτή είναι η γυναίκα σου; Γιατί είπες ότι είναι αδελφή σου, κι εγώ την πήρα γυναίκα μου; Τώρα λοιπόν να είναι η γυναίκα σου. Πάρ΄ την και φύγε». ]] ( Γένεσις, ιβ’11-19)
Κι αφού εκπόρνευσε τη γυναίκα του, σαν καλός ταβατζής, έφυγε από την Αίγυπτο πάρα πολύ πλούσιος σε κοπάδια ασήμι και χρυσάφι. « Άβραμ δε ήν πλούσιος σφόδρα κτήνεσιν και αργυρίω και χρυσίω».
Ο καλός μας “προπάτορας” αντί να υπερασπιστεί τη γυναίκα του, αν προσπαθούσαν να του την πάρουν οι Αιγύπτιοι, ο ίδιος την ξεπούλησε και πήρε σαν αντάλλαγμα ζώα. Και ο “δήθεν Θεός” αντί να τιμωρήσει τον δειλό, υστερόβουλο κι ανήθικο Άβραμ, χτύπησε με συμφορές την αυλή του Φαραώ, που σε τίποτα δεν έφταιξε. Αν τώρα θέλουν να μας παρουσιάσουν έναν Θεό, που μεροληπτεί, που επιβραβεύει την ανηθικότητα και τιμωρεί αυτούς που οι εκλεκτοί του εξαπάτησαν, ας τον χαίρονται, γιατί αυτός δεν είναι ο Θεός μας! Γιατί ο Θεός μας είναι δίκαιος κι αμερόληπτος, χωρίς εκλεκτούς λαούς και ειδικές συμφωνίες. Αυτά τα σκαρφίζονται οι αγύρτες για να εξαπατούν τους αφελείς, όπως ο νέος εκλεκτός του Θεού, ο χασάπης- πλανητάρχης Μπους και η Εβραϊκή δολοφονο-ληστρική συμμορία, που τον χρησιμοποιεί σαν πιόνι, για να εξαπατούν τους αφελείς και να μακελεύουν τον πλανήτη!
Το ζευγάρι μας ήταν άτεκνο, κι έτσι πληροφορούμαστε στη συνέχεια:
[[ Η Σάρα, η γυναίκα του Άβραμ, δεν του γεννούσε παιδιά. Στην υπηρεσία της είχε μια δούλη Αιγύπτια, που ονομαζόταν Άγαρ. Είπε λοιπόν η Σάρα στον Άβραμ. « Ο Κύριος μου στέρησε την ικανότητα να γενώ. Πήγαινε, λοιπόν, στη δούλη μου, και ίσως αποκτήσω μέσω αυτής ένα γιο». Ο Άβραμ άκουσε τα λόγια της Σάρας. Έτσι, δέκα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στη Χαναάν, η γυναίκα του η Σάρα του έδωσε την Άγαρ, την Αιγύπτια δούλη της, για γυναίκα.
Ο Άβραμ, λοιπόν, συνευρέθη με την Άγαρ κι εκείνη έμεινε έγκυος. Όταν η Άγαρ είδε ότι ήταν έγκυος, άρχισε να φέρεται στην κυρά της με περιφρόνηση. Τότε είπε η Σάρα στον Άβραμ: « Εσύ είσαι η αιτία για την προσβολή που μου γίνεται. Εγώ σου έδωσα την δούλη μου στην αγκαλιά σου κι εκείνη όταν είδε ότι έμεινε έγκυος άρχισε να με περιφρονεί. Ο Κύριος ας είναι κριτής ανάμεσα σ΄ εμένα και σ΄ εσένα ». Ο Άβραμ απάντησε στη Σάρα: « Ορίστε η δούλη σου, στη διάθεσή σου. Κάνε της ό,τι σου αρέσει ». Τότε η Σάρα άρχισε να κακομεταχειρίζεται την Άγαρ, κι εκείνη έφυγε από κοντά της.
Κοντά σε μια νεροπηγή στην έρημο, στο δρόμο προς τη Σουρ, τη συνάντησε ένας άγγελος Κυρίου και της είπε:
« Άγαρ, δούλη της Σάρας από πού έρχεσαι και που πηγαίνεις; » Εκείνη του απάντησε: « Έφυγα απ’ τη κυρά μου τη Σάρα ». Ο άγγελος της είπε: « Γύρνα πίσω στην κυρά σου και υποτάξου σ’ αυτήν ». Της είπε ακόμα: « Θα σου δώσω πολλούς απογόνους, που κανείς δε θα μπορεί να τους μετρήσει. Τώρα είσαι έγκυος• θα γεννήσεις γιο και θα τον ονομάσεις Ισμαήλ γιατί ο Κύριος άκουσε τον πόνο σου…»]] ( Γένεσις, ιστ’ 1-11)
Η Σάρα, το υπόδειγμα γυναίκας, λοιπόν, πρόσφερε την δούλη της, σαν να ήταν κάποιο θηλυκό ζώο, στον Άβραμ, κι αυτός δεν έχασε καιρό, γεύτηκε τα κάλλη της νεαρής δούλας. Κι όταν άρχισαν οι συζυγικοί καυγάδες, γιατί μάλλον ζήλευε η Σάρα, αντί σαν άντρας να υπερασπιστεί την αδύναμη θεραπαινίδα, αφού είχε τρυγήσει την ομορφονιά, δεν την προστάτεψε, εφόσον έφερε στα σπλάχνα της τον καρπό της συνεύρεσής τους, αλλά την παράδωσε στην μανία της γυναίκας του. Αυτή ξέχασε τον σκοπό της παραχώρησης της δούλας στο κρεβάτι του Άβραμ και την κακομεταχειριζόταν, οπότε απαύδησε η νεαρή και το ’σκασε. Ευτυχώς που ο Κύριος κατάλαβε τον πόνο της κι έστειλε άγγελο να την παρηγορήσει και να την συμβουλέψει. Έτσι γύρισε πίσω η Άγαρ και γέννησε τον Ισμαήλ, τον πρώτο γιο του Άβραμ, που ήταν νόθος.
Ας έρθουμε τώρα στην περίφημη διαθήκη Θεού- Άβραμ, που έγινε και δική μας διαθήκη, αφού μας την επέβαλε το χριστιανικό ιερατείο. Συνεχίζουμε την ανάγνωση:
[[ Όταν ο Άβραμ ήταν ενενήντα εννέα ετών, του φανερώθηκε ο Κύριος και του είπε: « Εγώ είμαι ο Ελ- Σαδδάι ( Θεός Παντοκράτορας ). Να ζεις σύμφωνα με το θέλημά μου και να είσαι τέλειος. Θα συνάψω μαζί σου διαθήκη, και θα σου δώσω πολλούς απογόνους ».
Ο Άβραμ έπεσε με το πρόσωπό του στη γη και ο Θεός του είπε: « Αυτή είναι η διαθήκη που κάνω μαζί σου: Θα γίνεις πατέρας ενός πλήθους εθνών. Δε θα ονομάζεσαι πια Άβραμ αλλά Αβραάμ, γιατί θα σε κάνω πατέρα πλήθους εθνών. Θα κάνω ν’ αποκτήσεις πολλούς απογόνους και να γίνεις γενάρχης λαών• και βασιλιάδες θα προέλθουν από σένα. Τη διαθήκη μου τη συνάπτω μαζί σου, αλλά θα ισχύει και για όλες τις γενιές των απογόνων σου. Σ’ εσένα και τους απογόνους σου θα δώσω τη χώρα όπου τώρα κατοικείς σαν ξένος, όλη τη χώρα της Χαναάν, για αιώνια ιδιοκτησία και θα είμαι ο Θεός τους ». Είπε ακόμα ο Θεός στον Αβραάμ: « Θα πρέπει, όμως, να τηρείς τη διαθήκη μου τόσο εσύ όσο και οι επόμενες γενιές των απογόνων σου. Αυτή είναι η διαθήκη μου που θα τηρείτε: Κάθε αρσενικό παιδί σας θα περιτέμνεται. Θα κάνετε την περιτομή, κι αυτή αποτελεί σημείο της διαθήκης ανάμεσα σ’ εμένα και σ’ εσάς. Κάθε παιδί θα περιτέμνεται την όγδοη ημέρα από τη γέννησή του. Αυτό ισχύει για κάθε αρσενικό παιδί σε όλες τις γενιές σας, καθώς και για κάθε δούλο, είτε είναι γεννημένος στο σπίτι είτε αγορασμένος από ξένους και δεν περιλαμβάνεται στους απογόνους σας. Θα πρέπει οπωσδήποτε καθένας που γεννήθηκε στο σπίτι σου ή αγοράστηκε με χρήματα, να περιτέμνεται. Έτσι η διαθήκη μου θα μαρτυρεί στο σώμα σας, διαθήκη αιώνια. Ο απερίτμητος, δηλ. αυτός που δεν έχει κάνει περιτομή, θα αποκόπτεται από το λαό του, γιατί θα έχει παραβεί τη διαθήκη μου ». Έπειτα ο Θεός είπε στον Αβραάμ: « Η γυναίκα σου δεν θα ονομάζεται πια Σάρα αλλά Σάρρα… ».]] ( Γένεσις, ιζ’ 1-15)
Πάλι ο “προπάτοράς” μας, ως Αβραάμ πλέον, εξέδωσε τη γυναίκα του, είτε από δειλία είτε από υστεροβουλία. Ας συμβουλευτούμε το κείμενο:
[[ O Αβραάμ αναχώρησε από ’κει για τα νότια της Χαναάν και εγκαταστάθηκε ανάμεσα στην Κάδης και στη Σουρ, κατοικώντας ως ξένος στα Γάραρα. Εκεί έλεγε για τη γυναίκα του τη Σάρρα ότι ήταν αδελφή του. Φοβόταν να πει ότι ήταν γυναίκα του, για να μη τον σκοτώσουν οι άντρες της πόλης εξαιτίας της. Έτσι, ο βασιλιάς των Γεράρων Αβιμέλεχ έστειλε και πήρε τη Σάρρα στο παλάτι του. Τη νύχτα όμως παρουσιάστηκε ο Θεός στο όνειρό του και του είπε: « Πρόσεξε, θα πεθάνεις εξαιτίας της γυναίκας που πήρες, γιατί αυτή είναι γυναίκα άλλου ». Ο Αβιμέλεχ όμως δεν είχε ακόμα πλησιάσει τη Σάρρα, και είπε: « Κύριε, μη με θανατώσεις, δίκαιο άνθρωπο! Ο ίδιος ο Αβραάμ μου είπε ότι είναι αδελφή του, κι αυτή η ίδια με βεβαίωσε ότι αυτός είναι αδελφός της. Εγώ ό,τι έκανα το έκανα με καλή πρόθεση• δεν έπραξα τίποτε κακό ». Τότε ο Θεός του είπε, στο όνειρό του πάντα: « Το ξέρω κι εγώ ότι το έκανες με καλή πρόθεση• γι’ αυτό και σε προφύλαξα από του να αμαρτήσεις ενώπιόν μου, και δε σε άφησα να την αγγίσεις. Τώρα λοιπόν δώσε πίσω τη γυναίκα αυτού του ανθρώπου, γιατί είναι προφήτης• θα προσευχηθεί για σένα και θα ζήσεις. Αν όμως δεν του την επιστρέψεις, να ξέρεις ότι εξάπαντος θα πεθάνεις εσύ και όλοι οι δικοί σου ».
Ο Αβιμέλεχ σηκώθηκε νωρίς το πρωί, κάλεσε όλους τους αξιωματούχους του και τους ανακοίνωσε τα συμβάντα. Όλοι τους φοβήθηκαν πολύ. Έπειτα κάλεσε τον Αβραάμ και του είπε: « Τι μας έκανες! Τι σου έφταιξα εγώ, και έφερες σ’ εμένα και στο βασίλειό μου μια τόσο μεγάλη αμαρτία; Μου έκανες κάτι, που δεν επιτρέπεται να κάνει κανείς. Πού απέβλεπες όταν έκανες αυτό το πράγμα; »
Ο Αβραάμ απάντησε: « Σκέφτηκα ότι δεν υπάρχει καθόλου φόβος Θεού σ’ αυτόν τον τόπο, και θα με σκότωναν εξαιτίας της γυναίκας μου. Kι έπειτα είναι πράγματι αδερφή μου• είναι κόρη του πατέρα μου, όχι όμως και της μάνας μου. Όταν ο Θεός με οδήγησε μακριά από την πατρίδα μου στην ξενιτιά, της είπα: “- Έτσι θα δείξεις την αγάπη σου σ’ εμένα: σε κάθε τόπο που θα πηγαίνουμε, θα λες για μένα ότι είμαι αδερφός σου” ».
Τότε ο Αβιμέλεχ πήρε πρόβατα και βόδια, δούλους και δούλες και τα έδωσε στον Αβραάμ. Μαζί του έδωσε πίσω και τη Σάρρα τη γυναίκα του. Και του είπε ο Αβιμέλεχ: « όλη η χώρα είναι μπροστά σου. Μείνε όπου σου αρέσει ». Και στη Σάρρα είπε: « Δίνω στον αδερφό σου χίλια αργύρια. Αυτά αποτελούν απόδειξη για όλους τους δικούς σου, που βεβαιώνει σε όλους την αθωότητά σου ».]] ( Γένεσις, κ’ 1-16)
Για δεύτερη φορά ο “εκλεκτός” του Θεού, ο Αβραάμ για να σώσει το τομάρι του εκπορνεύει τη γυναίκα του τη Σάρρα.. Σκέφτηκε, όπως είπε εκ των υστέρων, πως οι κάτοικοι των Γεράρων ήσαν χωρίς φόβο Θεού και θα τον σκότωναν. Έτσι σαν εξιλαστήριο θύμα πρόσφερε τη γυναίκα του, γιατί η δειλία του δεν του επέτρεπε να υπερασπίσει την τιμή του! Σκεφτείτε πόσο τιμούσαν τις γυναίκες, ώστε να τις προσφέρουν σαν δώρο, όταν ήθελαν την εύνοια των αρχόντων. Κι ο Θεός γιατί μεροληπτεί και παίρνει το μέρος του Αβραάμ; Ποιος διέπραξε αμαρτία, ο Αβιμέλεχ ή ο Αβραάμ; Αντί να ρίξει κεραυνό στον φιλοτομαριστή και γεμάτο δόλο Αβραάμ, απειλεί να τιμωρήσει και να ρίξει θανατικό στον ανήξερο βασιλιά; Δεν είναι άδικο αυτό που μας μεταφέρει η συνέχεια της διήγησης;
[[ Τότε ο Αβραάμ προσευχήθηκε για τον Αβιμέχελ και ο Θεός τον απάλλαξε από την ποινή. Επίσης θεράπευσε τη γυναίκα του και τις δούλες του και μπορούσαν πάλι να γεννούν• γιατί εξαιτίας του περιστατικού με τη Σάρρα, τη γυναίκα του Αβραάμ, ο Κύριος είχε κάνει ώστε καμία γυναίκα στο παλάτι του Αβιμέχελ να μην μπορεί να γεννήσει.]] ( Γένεσις, κ’ 17-18)
Τιμωρία, λοιπόν, σε αθώους κι ανταμοιβή σε αυτούς, που πράγματι, διέπραξαν αμαρτία! Για να εξιλεωθεί από αμαρτία, που δεν έκανε, ο Αβιμέλεχ έδωσε στον Αβραάμ πρόβατα και βόδια , δούλους και δούλες και χίλια αργύρια. Βλέπετε η συζυγική προδοσία, στην Π. Διαθήκη, ακριβοπληρώνεται! Κι όλα αυτά, ο ιερέας μας εύχεται να τα επαναλάβουμε, προτάσσοντας στους άντρες σαν υπόδειγμα τον Αβραάμ και στις γυναίκες τη Σάρρα. Δηλαδή, αν κατάλαβα καλά, σεβάσμιοι λειτουργοί, για να περάσουμε καλά και για να προκόψουμε σε υλικά αγαθά, να γίνουμε προαγωγοί της γυναίκας μας;
( …Συνεχίζεται…)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου