Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση και τα «Σταφύλια της οργής» του Τζον Στάϊνμπεκ


Αστέριος Παντοκράτορας, Καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης
e-mail:apantokr@civil.duth.gr

Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, λόγω της στράτευσης των αγροτών, τα χωράφια έμειναν ακαλλιέργητα και η αγροτική παραγωγή στην Ευρώπη έπεσε κατακόρυφα. Η καταστροφή της γεωργίας στην Ευρώπη ήταν ευνοϊκή για τους αμερικανούς αγρότες οι οποίοι έπρεπε να καλύψουν την παγκόσμια ζήτηση. Για την βελτίωση της παραγωγής δανείστηκαν χρήματα από τις τράπεζες για την αγορά εξοπλισμού και γης. Μετά το τέλος του πολέμου η αγροτική παραγωγή στην Ευρώπη άρχισε να αυξάνεται, η ζήτηση αμερικανικών αγροτικών προϊόντων έπεσε και οι αμερικανοί αγρότες βρέθηκαν χρεωμένοι στις τράπεζες. Τότε οι τράπεζες άρχισαν τις κατασχέσεις χωραφιών, εξοπλισμού και σπιτιών. Το τελικό χτύπημα ήρθε το 1929 με την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ και την οικονομική ύφεση που ακολούθησε. Εν τω μεταξύ στις πολιτείες Οκλαχόμα, Κάνσας, Τέξας, Νέο Μεξικό και Κολοράντο παρατηρήθηκε σημαντική διάβρωση των εδαφών και παρατεταμένη ξηρασία. Οι τράπεζες συνέχισαν τις κατασχέσεις και εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες και εργάτες έμειναν χωρίς δουλειά τη δεκαετία του 30.
Με τις σοδειές τους κατεστραμμένες, ξεριζωμένοι από τα χωράφια τους χιλιάδες εξαθλιωμένοι αμερικανοί αγρότες εγκαταλείπουν τις εστίες τους κατευθυνόμενοι προς τη γη της επαγγελίας, την Καλιφόρνια. Με τα λιγοστά υπάρχοντά τους φορτωμένα σε σαραβαλιασμένα φορτηγά ζουν ένα ταξίδι εφιαλτικό ελπίζοντας να βρουν δουλειά και ψωμί. Ανάμεσα στα πλήθη των καταφρονεμένων ταξιδεύει και ένας νεαρός Καλιφορνέζος που φιλοδοξεί να γίνει συγγραφέας. Ονομάζεται Τζον Στάϊνμπεκ. Οι μετανάστες, φθάνοντας στον προορισμό τους, δεν άργησαν να αντιληφθούν ότι τα πράγματα δεν ήταν όπως είχαν ελπίσει: τους περίμεναν η καχυποψία, η εχθρότητα, η πείνα και η ανάλγητη συμπεριφορά των εργοδοτών και των εκπροσώπων του κράτους.
Ο Τζον Στάϊνμπεκ γεννήθηκε στην περιοχή Σαλίνας Βάλεϋ (Salinas Valley) της Καλιφόρνιας το 1902. Η μητέρα του ήταν δασκάλα και του μετέδωσε την αγάπη για τα βιβλία και τη λογοτεχνία. Ο ίδιος ήταν πολύ καλός μαθητής και διετέλεσε και πρόεδρος της τάξης του την τελευταία χρονιά του λυκείου. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ, αλλά δεν ήταν ιδιαίτερα επιμελής. Το 1925 εγκατέλειψε τις σπουδές του χωρίς να πάρει πτυχίο και εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη με τη φιλοδοξία να γίνει συγγραφέας. Το 1926 επέστρεψε στην Καλιφόρνια, απογοητευμένος από την πορεία του στη Νέα Υόρκη. Το 1930 μετακόμισε στο Πασίφικ Γκρόουβ. Τα πρώτα του έργα, Το χρυσό κύπελλο (1929), Τα λιβάδια του παραδείσου (1932) και Σε έναν άγνωστο θεό (1933), δεν κατάφεραν να τραβήξουν την προσοχή των κριτικών.
Το 1939 δημοσίευσε Τα σταφύλια της οργής, που θεωρείται από πολλούς το καλύτερό του μυθιστόρημα και ένα από τα αριστουργήματα του 20ου αιώνα. Το έργο αυτό αφηγείται την ιστορία μιας οικογένειας φτωχών αγροτών από την Οκλαχόμα, της οικογένειας Τζόουντ, που μετά το κραχ του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης το 1929 και την περίοδο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης χάνουν τη φάρμα τους και αναγκάζονται να φορτώσουν τα υπάρχοντά τους σε ένα φορτηγό και να πάνε στην Καλιφόρνια για να δουλέψουν ως εργάτες πλέον στα χωράφια των πλούσιων γαιοκτημόνων της περιοχής. Φθάνοντας εκεί συναντούν πλήθη και άλλων απελπισμένων αγροτών που έχουν κάνει το ίδιο ταξίδι με την ελπίδα να ξαναφτιάξουν κι αυτοί τη ζωή τους: να δημιουργήσουν οικογένεια, να βρουν μια σταθερή δουλειά, να μη χάσουν την αξιοπρέπειά τους. Ζουν σε έναν καταυλισμό όπου οι ανάγκες είναι τεράστιες και τα αφεντικά τούς εκμεταλλεύονται. Εκείνοι τότε οργανώνονται σε συνδικάτο και αναπόφευκτα συγκρούονται με την ιδιοκτησία. Μια από τις δυνατότερες σκηνές στο μυθιστόρημα είναι εκείνη στην οποία η Ρόουζ, κόρη του ζεύγους Τζόουντ, θηλάζει έναν πεινασμένο άντρα. Αλλά και τα λόγια του κεντρικού ήρωα Τομ Τζόουντ “Κι η Αμερική, μη νομίζεις πως είναι και τόσο μεγάλη. Δεν υπάρχει χώρος για μένα και για σένα, για τους όμοιούς μου και για τους όμοιούς σου, δε χωράνε μαζί πλούσιοι και φτωχοί στην ίδια χώρα, δε χωράνε κλέφτες και τίμιοι άνθρωποι μαζί, ούτε η πείνα μαζί με το πάχος”.
Το βιβλίο του Στάϊνμπεκ συζητήθηκε όσο κανένα άλλο στην εποχή του, με την ίδια ζέση επαινέθηκε και κατηγορήθηκε. Καταδικάστηκε ως κομμουνιστική προπαγάνδα και αντίτυπά του κάηκαν δημόσια. Το βιβλίο συζητήθηκε περισσότερο από όλα τα βιβλία της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Πάνω απ’ όλα όμως διαβάστηκε και εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα κλασικά αριστουργήματα της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αργότερα έγινε και μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία. Ο Στάϊνμπεκ τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ το 1940 και με το νόμπελ λογοτεχνίας το 1962. Πέθανε στη Νέα Υόρκη το 1968.
Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, που ξεκίνησε και πάλι από τις ΗΠΑ, έχει πολλά κοινά σημεία με την κρίση του 1929. Σπίτια που έχουν κατασχεθεί από τις τράπεζες, άνθρωποι που μένουν άνεργοι και ανασφάλιστοι, καταυλισμοί φτωχών που ζουν σε τροχόσπιτα και σκηνές, γειτονιές φαντάσματα. Η αιτία ίδια. Η απληστία και το κυνήγι του γρήγορου κέρδους από τις τράπεζες και τα χρηματιστήρια. Δυστυχώς οι άνθρωποι δεν διδάσκονται από την ιστορία.

1 σχόλιο:

Αποστόλης είπε...

Η ιστορία επαναλαμβάνεται