[[ δαμ-ων ]]
( 5ο Μέρος )
Αφού έχει αποφασίσει ν’ αυτοκτονήσει ο Αίαντας, απομονώθηκε στην ακρογιαλιά. Η απομόνωσή του είναι και προσωπική και ηθική. Στα σκληρά και τελευταία λεπτά της απομόνωσης, κατά τον Σοφοκλή, μονολογεί εκφράζοντας όλη την πίκρα και την αγωνία που πλημμυρίζουν την ψυχή του:
« Να, ολόρθος καρτερεί ο φονιάς μου κι όσο
παίρνει πιο κοφτερός, αν κανείς έχει
καιρό τέτοια να σκέφτεται• είναι δώρο
του Έκτορα, του πάρα μισητού μου
απ’ όλους τους εχθρούς που ‘χω αντικρίσει.
Στην εχθρική τη γη της Τροίας μπηγμένος
στέκεται τώρα, αφού σιδεροφάγο
τον τρόχισεν ακόνι και τον έχω
γερά στεριώσει μες στο χώμα, που έτσι
φίλος μου γενεί και να μου δώσει
το θάνατο γοργά. Λοιπόν στα πάντα
είμαι έτοιμος. Κατόπι, ω! Δία, πρώτος
εσύ, καθώς ταιριάζει, βοήθησέ με,
χάρη μεγάλη δε θα σου ζητήσω.
Στείλε μαντατοφόρο για να πάει
στον Τεύκρο το κακό μαντάτο, πρώτος
να με σηκώσει αυτός, ως θα ΄χω πέσει
στο αιματοράντιστο ετούτο ξίφος
να μη με δει πρωτύτερα κανένας
απ’ τους εχθρούς μου κι έτσι με πετάξουν
στα σκυλιά να με φάνε και τα όρνια.
Τόσα μονάχα, Δία, σου γυρεύω•
κι εσένα, τον Ερμή του Κάτω Κόσμου
που συνοδεύεις τις ψυχές, παρακαλάω,
δίχως σπασμούς γλυκά να με κοιμίσεις,
όταν με πήδημα γοργό θα σκίσω
στο σπαθί τούτο απάνω το πλευρό μου.
Κράζω και τις παρθένες βοηθούς μου
τις αιώνιες που πάντοτε επιβλέπουν
τα πάθη των θνητών, τις γοργοπόδες
σεβάσμιες Ερινύες για να μάθουν
τον έρμο πώς μ’ αφάνισαν οι Ατρείδες.
Κι αυτούς τους άτιμους αρπάζοντάς τους
φριχτά να εξολοθρέψουν, κι όπως βλέπουν
με τα ίδια μου τα χέρια παθαίνω,
έτσι να παν’ σφαγμένοι απ’ τα παιδιά τους.
Γοργές και τιμωρήτρες Ερινύες,
εμπρός, όλο το στράτευμα σπαράξτε.
Κι εσύ που τον ψηλό ουρανό διαβαίνεις
με το άρμα σου Ήλιε, μόλις αντικρίσεις
την πατρική μου γη, κράτα για λίγο
τα χρυσά χαλινάρια σου και δώσε
στο γέροντα γονιό μου και στη δόλια
μάνα μου το μαντάτο για τις μαύρες
συμφορές και το θάνατο που βρήκα.
Αχ! η δυστυχισμένη όταν ακούσει
την είδηση, μεγάλο μες στην πόλη
θα ξεσηκώσει θρήνο. Όμως δεν πρέπει
να κλαίω γι’ αυτά ανωφέλευτα• ήρθ’ η ώρα
γρήγορα πια το έργο να τελειώσει.
Θάνατε, θάνατε, έλα, αντάμωσέ με,
παρ’ όλο που εκεί κάτω εγώ μαζί σου
θα ‘χω πολύν καιρό να κουβεντιάζω.
3 σχόλια:
Μερικά σχόλια ως συμπλήρωμα για το δημοσίευμα που αναφέρεται στον Αίαντα:
Η αυτοκτονία του Αίαντα οφείλεται στην εντιμότητά του, στην υπερηφάνεια και το φιλότιμο. Έχει τσίπα, συναισθάνεται το πόσο τρελή ήταν η ενέργειά του να επιτεθεί σε αθώα ζώα, αν και την έκανε ακούσια. Ο έντιμος πολεμιστής δεν μπορεί να αντικρίσει τους συμπολεμιστές του, που θα κρυφογέλαγαν γιατί τα έβαλε με πρόβατα και βόδια. Αυτός που δε δείλιαζε στη μάχη, αυτός που εξολόθρεψε δεκάδες Τρώες, έβαψε το σπαθί του με το αίμα άκακων προβάτων, βύθισε το κοντάρι του στο σώμα ακάματων βοδιών. Όπως ο ήλιος σκορπίζει την πρωινή αχλύ, έτσι το φως της μέρας σκόρπισε την άρρωστη μάνητα από τις φρένες του. Και τότε ο έντιμος πολεμιστής ένιωσε για πρώτη φορά τρόμο. Τον τρόμο για το κηλίδωμα του ονόματός του, για τον διασυρμό της φήμης του. Ένιωσε πως όσα έκανε μέσα εκείνο το βράδυ του παραλογισμού σε λίγη ώρα , να σκορπίζουν σαν ξερόφυλλα στο φύσημα δυνατού αγέρα τη φήμη του έντιμου πολεμιστή, που έφτιαξε κατόρθωμα στο κατόρθωμα, μάχη στη μάχη, λαβωματιά στη λαβωματιά σε τόσα χρόνια.
Στα λεξικά διαβάζουμε: φιλοτιμία: έντονη συναίσθηση της προσωπικής τιμής και αξιοπρέπειας. Φιλότιμος (=φίλος + τιμή). Και ο Αίαντας αποτελεί κλασικό παράδειγμα φιλοτιμίας.
Από τον «Ηρωϊκό» του Φιλόστρατου βλέπουμε την περιγραφή που κάνει ο Πρωτεσίλαος για τον Αίαντα τον Τελαμώνιο από τη Σαλαμίνα. Ο Αίαντας αποτελούσε υπόδειγμα φίλου και διακρινόταν για την ακεραιότητα του χαρακτήρα του. Ήταν γενναιότατος στις μάχες και έντιμος πολεμιστής.
Τον Αίαντα, τον γιό του Τελαμώνα, οι Αχαιοί τον ονομάζουν μέγα όχι εξαιτίας του ύψους του ούτε επειδή ο άλλος Αίαντας (ο Λοκρός) ήταν κοντύτερος, αλλά από τις πράξεις του, και τον θεωρούσαν καλό οιωνό για τον πόλεμο εξαιτίας της πράξης του πατέρα του. Όταν δηλαδή ο Λαομέδοντας είχε εξαπατήσει τον Ηρακλή, ο Τελαμώνας πήγε μαζί με τον Ηρακλή στο Ίλιον και το κυρίευσαν. Τον θαύμαζαν ακόμη και άοπλο, διότι ήταν πελώριος και ξεχώριζε πάνω απ’ όλο το στράτευμα, αλλά και το υψηλό του φρόνημα ήταν χαλιναγωγημένο και συνετό. Όταν πάλι ήταν οπλισμένος, ήταν τελείως προσκολλημένοι επάνω του, καθώς βάδιζε αγέρωχα ενάντια στους Τρώες, μεταχειριζόταν τέλεια την τεράστια ασπίδα του και τα μάτια του άστραφταν κάτω από την περικεφαλαία σαν του λιονταριού την ώρα που ετοιμάζεται να επιτεθεί. Πολεμούσε απέναντι στούς γενναιότερους Λυκίους, Μυσούς και Παίονες, λέγοντας πως ήρθε στην Τροία εξαιτίας του πλήθους τους, και θεωρούσε τους αρχηγούς τους αξιόμαχους και τέτοιους που, αν τους σκότωνε, θα γινόταν ονομαστός, ενώ, αν τον χτυπούσαν, το τραύμα δεν θα ήταν άδοξο. Όταν σκότωνε κάποιον εχθρό, δεν του έπαιρνε τα όπλα· διότι, το να σκοτώνεις έλεγε, ταιριάζει σε άνδρα, το να αφαιρείς όμως τα όπλα του νεκρού μάλλον σε λωποδύτη. Κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει άπρεπα και αλαζονικά ενώπιον του Αίαντα, ούτε ακόμη κι αυτοί που είχαν μεταξύ τους διαφορές. Αν ήταν καθιστοί, σηκώνονταν μπροστά του και στον δρόμο παραμέριζαν όχι μόνο οι ανώνυμοι, αλλά και όσοι συγκαταλέγονταν μεταξύ των σπουδαίων. Με τον Αχιλλέα τον συνέδεε φιλία και οι δυό τους ούτε ήθελαν ούτε ήταν στη φύση τους να φθονούν ο ένας τον άλλον. Παρηγορούσε τον Αχιλλέα στις στεναχώριες του, ακόμα κι αν ήταν γιά πράγματα σοβαρά, με άλλα συμπάσχοντας και για άλλα σχεδόν επιπλήττοντάς τον. Όταν κάθονταν μαζί και όταν προχωρούσαν, οι Έλληνες έστρεφαν το κεφάλι τους και κοίταζαν τους δυό άνδρες, που άλλοι όμοιοί τους μετά τον Ηρακλή δεν είχαν υπάρξει. Για τον Αίαντα μάλιστα έλεγαν πως ήταν θετό παιδί του Ηρακλή και πως όταν ήταν βρέφος τυλίχτηκε με την λεοντή του ήρωα που τον σήκωσε προς τον Δία και τον παρακάλεσε να τον κάνει ανίκητο σαν το δέρμα του λιονταριού. Ακόμη και με μιά απλή ματιά φαινόταν πως είχε κάτι το θεϊκό, εξαιτίας της ομορφιάς και της δύναμης του. Ο Πρωτεσίλαος τον ονομάζει άγαλμα πολέμου. Όταν κάποιος συνομιλητής του είπε: «Κι όμως, τούτος ο μέγας και θεϊκός νικήθηκε από τον Οδυσσέα στην πάλη», απάντησε: «Αν οι Κύκλωπες είχαν υπάρξει και ο μύθος γι’ αυτούς ήταν αληθινός, ο Οδυσσέας θα προτιμούσε να παλέψει μάλλον με τον Πολύφημο παρά με τον Αίαντα».
……
....
Ο Αίαντας ξέρει να τιμά τους φίλους του και να αδιαφορεί για τις συνέπειες. Αναφέρουμε το περιστατικό στον «Ηρωϊκό» του Φιλόστρατου που συνέβη μετά την άδικη εκτέλεση του Παλαμήδη.
Απάνθρωπη ήταν και η διαταγή που εκδόθηκε έπειτα γι’ αυτόν : απαγορεύτηκε η ταφή του Παλαμήδη και ο εξαγνισμός του με χώμα και τέθηκε η ποινή του θανάτου για όποιον τον έπαιρνε και τον έθαβε. Την ώρα που διακηρύσσονταν αυτές οι αποφάσεις του Αγαμέμνονα, ο μέγας Αίαντας ρίχτηκε πάνω στο νεκρό και έκλαψε πολύ. Τον σήκωσε και τον πήρε, κουνώντας δεξιά και αριστερά το γυμνό σπαθί του και, αφού τον έθαψε με τον καθιερωμένο τρόπο, παρά την απαγόρευση, έπαψε να παρουσιάζεται στις συνελεύσεις των Ελλήνων, δεν συμμετείχε στις αποφάσεις, ούτε έπαιρνε μέρος στις μάχες. Όταν επέστρεψε ο Αχιλλέας μετά την άλωση της Χερσονήσου, οργίστηκαν και οι δύο γι’ αυτό που είχε γίνει στον Παλαμήδη.
Τον έθαψαν ο Αχιλλέας κι ο Αίαντας στη χώρα των Αιολέων, που συνορεύει με την Τροία. Οι ίδιοι έφτιαξαν και ιερό για χάρη του, πολύ αρχαιοπρεπές, όπου τοποθετήθηκε το άγαλμα του Παλαμήδη, που τον παριστάνει γενναίο και οπλισμένο, και πηγαίνουν να του προσφέρουν θυσίες οι κάτοικοι των παραθαλάσσιων πόλεων.
Ο σοφώτατος των Ελλήνων, Σωκράτης, στην Απολογία του αναφέρει:
« Εγώ πάντως πολλές φορές θα ήθελα να πεθάνω αν όλα αυτά αληθεύουν, γιατί σ' εμένα τουλάχιστον, φαίνεται θαυμαστή η παραμονή σε μέρος που θα μπορούσα να συναντήσω τον Παλαμήδη, τον Αίαντα τον Τελαμώνιο και όσους άλλους από τους παλιούς πέθαναν από άδικη κρίση, και να συγκρίνω τα παθήματά μου με τα δικά τους. Νομίζω πως κάθε άλλο παρά δυσάρεστα θα μου ήταν όλα αυτά. »
● Το θέμα της τιμής και του φιλότιμου, ήταν αυτό που καθόρισε και τη στάση του Αχιλλέα, του συμπολεμιστή και φίλου του Αίαντα. Θίχτηκε το φιλότιμο του γιου της Θέτιδας, όταν ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνονας του πήρα τη Βρισηίδα. Γι’ αυτό, αν και εννέα χρόνια ήταν πρώτος στον πόλεμο Αχαιών- Τρώων, αποχώρησε από το πεδίο της μάχης, πράξη που οφείλεται στη χιλιοτραγουδισμένη “μήνιν”.
Αυτά φαίνονται από τη συζήτηση μεταξύ του ήρωα και της πρεσβείας, που έστειλαν οι Αχαιοί για να τον μεταπείσουν. Στη διαπραγμάτευση πήραν μέρος ο Οδυσσέας, ο Φοίνικας και ο Αίας. Ο Αχιλλέας απέρριψε το αίτημα και στα λεγόμενα των δύο πρώτων ανδρών της πρεσβείας είχε τα αντεπιχειρήματά του.
Ακολουθεί η τρίτη προσπάθεια από τον Αίαντα στο όνομα της φιλίας τους, στο όνομα όλων των Δαναών που τον τιμούν και από σεβασμό στην κατοικία του όπου τους φιλοξενεί. Ο Αχιλλέας αναφέρεται πάλι στην ατίμωση που του έγινε, αλλά υποχωρεί κάπως λέγοντας ότι θα βγει μόνον αν ο Έκτωρ φτάσει μπροστά στη σκηνή του, δηλαδή δεν απειλεί πάλι με φυγή. Έτσι, υπάρχει μια ένδειξη σταδιακής υποχώρησης. Η εμμονή στην «μήνιν» μπορεί να κατανοηθεί σε σχέση με την ανδρεία και την τιμή, καθώς, όπως επισημαίνει ο Finley «η κάθε αξία, η κάθε απόφαση, η κάθε πράξη και όλες οι ικανότητες και κλίσεις αποβλέπουν στο να προσδιορίσουν την τιμή ή να την πραγματώσουν. Ούτε η ίδια η ζωή δεν μπορούσε ν΄ αποτελέσει εμπόδιο σ΄ αυτήν την επιδίωξη. Οι ομηρικοί ήρωες αγαπούσαν βέβαια τη ζωή με πάθος […]. Μολαταύτα και η ζωή ακόμη έπρεπε να υποταχτεί στην τιμή».
Ο Αχιλλέας στο λόγο του εστιάζει την προσοχή στην προσβολή της τιμής του, έστω και αν όλα τα μέλη της πρεσβείας τον ανυψώνουν ως τον καλύτερο όλων, γιατί όπως λέγουν μόνον αυτός μπορεί να σώσει τους Δαναούς από τον εχθρό. Ο Αχιλλέας αναφέρεται στην έννοια της τιμής και όχι τόσο στην ίδια τη Βρισηίδα. Η Βρισηίδα ήταν αυτή ήταν που του άρπαξε ο Αγαμέμνονας και η αξία της αντλείται σε σχέση με τον ήρωα Αχιλλέα (η θέση της γυναίκας στον πόλεμο). Αξίζει να σχολιασθεί η στάση και η πράξη του Αγαμέμνονα- κίνησε τον Τρωικό πόλεμο για την τιμή του αδελφού του-αρπαγή της Ελένης- και η θέση του Αχιλλέα σε σχέση με τη δική του τιμή με την αρπαγή από τον Αγαμέμνονα της Βρισηίδας, που ήταν πολεμικό λάφυρο γι΄ αυτόν και που την αγαπούσε. Έχομε πέρα από την τιμή την αναζήτηση της δικαιοσύνης μέσα από δικαιο- ή αδικο- πραξίες στο πλαίσιο μιας ισότιμης στάσης και πράξης.
Τελικά, η τιμή είναι εκείνη που κρατάει έξω από τη μάχη τον Αχιλλέα, αλλά η φιλία, η τιμή και το φιλότιμο είναι εκείνα, που θα τον οδηγήσουν πάλι στη μάχη και κατά συνέπεια στο θάνατο.
Δημοσίευση σχολίου