[[ δαμ-ων ]]
Η λέξη “αίσθηση” προέρχεται από το ρήμα αισθάνομαι, που σημαίνει αντιλαμβάνομαι με τις αισθήσεις, γνωρίζω καλά κάτι, έχω επίγνωση, συνειδητοποιώ. Για τους αρχαίους Έλληνες η λέξη “αίσθησις” σήμαινε την δια των αισθήσεων γνώση, σε αντιδιαστολή με την επιστήμη, την σοφία.
Για την φυσιολογία, η αίσθηση είναι το σύνολο των μέσων, με τα οποία ένας οργανισμός αντιδρά στις μεταβολές του εξωτερικού ή του εσωτερικού περιβάλλοντος. Αυτό γίνεται με την ενεργοποίηση ειδικών τμημάτων που μετατρέπουν τις ανάλογες ενεργειακές μεταβολές σε βιολογικές διεργασίες. Οι μεταβολές του περιβάλλοντος μεταβιβάζονται από το όργανο δέκτη ( αισθητήριο όργανο, π.χ. μάτι ) ή όργανο- υποδοχέα σε άλλα τμήματα του σώματος διαμέσου ειδικευμένων κυττάρων. Στα ανώτερα ζώα και στον άνθρωπο η λήψη των ερεθισμάτων γίνεται με τα αισθητικά νευρικά στοιχεία, που μετατρέπουν τις μεταβολές σε νευρικούς παλμούς .
Με τις αισθήσεις γνωρίζουμε το φυσικό μας περιβάλλον, τον λεγόμενο αισθητό κόσμο, τροφοδοτούμε την μνήμη μας, και με τις νοητικές λειτουργίες τα ερεθίσματα γίνονται προϊόντα μάθησης κι εμπειρίας. Έτσι οι αισθήσεις αποτελούν μέσα γνώσης. Πριν δούμε τις απόψεις των αρχαίων φιλοσόφων για τις αισθήσεις, ας ανατρέξουμε σε ένα απόσπασμα από την “Ασκητική” του Ν. Καζαντζάκη:
[[ Ήσυχα, καθαρά, κοιτάζω τον κόσμο και λέω: Όλα τούτα που θωρώ, γρικώ, γεύουμαι, οσφραίνουμαι κι αγγίζω είναι πλάσματα του νου μου.
Ο ήλιος ανεβαίνει, κατεβαίνει μέσα στο κρανίο μου. Στο ένα μελίγγι μου ανατέλνει ο ήλιος, στο άλλο βασιλεύει ο ήλιος.
Τ’ άστρα λάμπουν μέσα στο μυαλό μου, οι ιδέες, οι ανθρώποι και τα ζώα βόσκουν μέσα στο λιγόχρονο κεφάλι μου, τραγούδια και κλάματα γιομώνουν τα στρουφιχτά κοχύλια των αυτιών μου και τρυκυμίζουν μια στιγμή τον αγέρα• σβήνει το μυαλό μου, κι όλα, ουρανός και γης, αφανίζουνται.
« Εγώ μονάχα υπάρχω!» φωνάζει ο νους.
Μέσα στα κατώγια μου, οι πέντε μου ανυφάντρες δουλεύουν, υφαίνουν και ξυφαίνουν τον καιρό και τον τόπο, τη χαρά και τη θλίψη, την ύλη και το πνέμα.
Όλα ρέουν τρογύρα μου σαν ποταμός, χορεύουν, στροβιλίζουνται, τα πρόσωπα κατρακυλούν σν το νερό, το χάος μουγκρίζει.
Μα εγώ, ο Νους, με υπομονή, με αντρεία, νηφάλιος μέσα στον ίλιγγο, ανηφορίζω. Για να μην τρεκλίσω να γκρεμιστώ, στερεώνω απάνω στον ίλιγγο σημάδια, ρίχνω γιοφύρια, ανοίγω δρόμους, οικοδομώ την άβυσσο.
Αργά, με αγώνα, σαλεύω ανάμεσα στα φαινόμενα που γεννώ, τα ξεχωρίζω βολικά, τα σμίγω με νόμους και τα ζεύω στις βαριές μου ανάγκες.
Βάνω τάξη στην αναρχία, δίνω πρόσωπο, το πρόσωπό μου, στο χάος.
Δεν ξέρω αν πίσω από τα φαινόμενα ζει και σαλεύει μια μυστική, ανώτερή μου ουσία. Κι ούτε ρωτώ• δε με νοιάζει. Γεννοβολώ τα φαινόμενα, ζωγραφίζω με πλήθια χρώματα φανταχτερό, γιγάντιο ένα παραπέτασμα μπροστά από την άβυσσο. Μη λες: « Αναμέρισε το παραπέτασμα, να δω την εικόνα!» το παραπέτασμα αυτό είναι η εικόνα.
Η συνέχεια >>> εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου