Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

…Το (αν)άξιον εστί (της χώρας μας)…, Γ΄, Το οικόπεδο με τις τσουκνίδες…


[[ δαμ-ων ]]

Μιαν από τις ανήλιαγες μέρες εκείνης της άνοιξης, ένα πρωί Παρασκευής- ωσάν τη Μεγάλη Παρασκευή που τιμά το γένος- σωρός μαύρες λιμουζίνες που λαμποκοπούσαν στο κερί και μοτοσυκλέτες με χωροφυλάκους φτάσανε στο εργοστάσιο, το βαθύγκριζο από τον καπνό που βγάζαν οι τσιμινιέρες. Εκεί ιδροκοπούσε ο Κωσταντής από πριχού να φωτίσει μέχρι που άπλωνε και πάλι η νυχτιά τα μαύρα πέπλα. Γύρα –τριγύρα τα χαμόσπιτα με τι γλάστρες το βασιλικό και τα κόκκινα γεράνια, όπου έτρωγαν το λιγοστό φαΐ, σαν γύριζαν από το εργοστάσιο κι άπλωναν τη μέση να ισιώσει οι εργάτες.
Άνοιξαν οι οδηγοί τις πίσω πόρτες και πρόβαλε πρώτα το μαύρο πόδημα με το κορδόνι των ατσαλάκωτων με το σκούρο κουστούμι. Ταραχή συνεπήρε τους ντόπιους μπιστικούς, ότι είχαν έρθει οι ξενομερίτες μεγάλοι. Βιαστικά δόσαν τις εντολές να μαζωχτούν οι εργάτες και οι εργοδηγοί, οι κομπιουτεράδες και οι λογιστάδες. Ταχύνοντας το βήμα, ίσιωσαν τη γραβάτα και στη γραμμή μπήκαν στο σόδι ωσάν στρατιώτες οπού κάνει ο στρατηγός με πλάκα τα γαλόνια επιθεώρηση.
Μέσα στο εργοστάσιο πνιχτά δινόταν το παράγγελμα για τη σύναξη των εργατών στο οικόπεδο με τις τσουκνίδες. Καθότι το ομπρός στο εργοστάσιο με τη μαύρη άσφαλτό, όπου συνήθειο το ΄χαν να κάνουν σύναξη οι εργάτες, είχε γιομώσει με τις μαύρες λιμουζίνες.Και ως μπήκαν οι ατσαλάκωτοι κι αγέλαστοι, οι ντόπιοι εντολοδόχοι κάναν πως χαρήκαν και το πρόσωπο αντάμωσε το μάρμαρο από τις υποκλίσεις. Συνάχτηκαν στη μεγάλη σάλα, με τους μεγάλους πίνακες στους τοίχους των πρώτων ντόπιων αφεντικών, για τον καφέ, τις πορτοκαλάδες και τα κουλούρια. Ο μεγάλος μπιστικός είπε τα καλωσορίσματα και δυο λόγους σαν Φαρισαίος στη γλώσσα της Εσπερίας προσβάλλοντας των προγόνων τη γλώσσα.
Και μετά βγήκαν στο οικόπεδο με τις τσουκνίδες, οπού είχαν απλώσει πορφυρό χαλί να μη σκονιστούν τα ποδήματα των ξένων. Αυτού περίμεναν συναγμένοι σε σειρές οι μεροκαματιάρηδες με κρεμασμένη τη φροντίδα της οικογένειας στο σκαμμένο από τις ρυτίδες πρόσωπο και την αγωνία στα μάτια. Οι σκουροκουστουμάτοι ήσαν αρματωμένοι από πάνω ως κάτω με των αφεντικών τη σκληράδα οπού προστάζουν τους νέους δουλοπάροικους. Και φόβος μεγάλος έπιανε τους εργάτες, επειδή τύχαινε, σχεδόν όλοι, να κατέχουνε το μυστικό της αντίστασης στην τσέπη ή στην ψυχή τους. Αλλά τρόπος άλλος δεν ήτανε, και χρέος την ανάγκη κάνοντας λάβανε θέση στις γραμμές. Και οι ξενομερίτες με το μολύβι στην όψη, το άχερο στα μαλλιά και τα μαύρα ποδήματα, τους κάρφωσαν με τη ματιά. Και κόψανε στα δυο τα σύγνεφα, όσο που το ψιλόβροχο άρχισε να πέφτει μουσκεύοντας το τριμμένο πανωφόρι. Λίγο το κρύο ψιλόβροχο, λίγο η αγωνία, πήραν να χτυπούν τα δόντια και η καρδιά να σφίγγει σαν τσιμέντο.

Η συνέχεια >>> εδώ

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πάνω από τις 800 μονάδες βάσης διαμορφώνονται πλέον οριστικά τα CDS, δηλαδή τα συμβόλαια έναντι ενδεχομένου κίνδυνου πτώχευσης της Ελλάδας. Για την ακρίβεια, αργά χθες το απόγευμα διαμορφώνονταν κοντά στις 850 μονάδες βάσης, την ίδια ώρα που τα spreads των 10ετών ομολόγων παρέμεναν σταθερά πάνω από τις 700 μονάδες. Το νέο κύμα ανόδου πυροδότησαν μια σειρά από προβλέψεις που έγιναν τις τελευταίες ώρες, τόσο από Αμερικανούς όσο κι από Ευρωπαίους αναλυτές, οι οποίοι προέβλεπαν τη λύση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους περίπου ως ...μονόδρομο.

Μάλιστα, ο Αμερικανός οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, έκανε λόγο για αντιγραφή του μοντέλου της Αργεντινής και στην ελληνική περίπτωση, κάτι το οποίο συνιστά, από μόνο του, μια εσχατολογική εκτίμηση. Γιατί, ως γνωστόν, το Μπουένος Άιρες ήταν το πιο δύσκολο case study που αντιμετώπισε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στα χρονικά του. Εν προκειμένω, χωρίς όμως την παρέμβαση του Ταμείου, εμπλοκή είχε σημειωθεί έως και με τις καταθέσεις των πολιτών, κάτι το οποίο, όμως, απορρίπτεται μετά βδελυγμίας στην ελληνική περίπτωση. Το γεγονός, ωστόσο, ότι τα CDS επιμένουν σταθερά να διαπραγματεύονται πάνω από τις 800 μονάδες συντηρεί τις ανησυχίες και δεν δικαιολογεί κανέναν εφησυχασμό. Ως γνωστόν, τα λεφτά που έχουν «επενδυθεί» διεθνώς στην πιθανότητα χρεωκοπίας της χώρας αποτιμώνται σε αρκετά δισ, οπότε το ενδιαφέρον παραμένει αμείωτο.

Αυτές τις "τσουκνίδες" ποιος θα τις αντιμετωπίσει; Ούτε ο "περιούσιος" λαός του Κυρίου είμαστε ούτε και τελικά ΞΕΡΟΥΜΕ ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ, πάντα αυτοκαταστροφικοί και στο "μάτι" όλων, όλοι μας υπονομεύουν διεθνώς...


Περισσότερα ενδιαφέροντα άρθρα στο http://www.voria.gr/

δαμ-ων είπε...

Παραθέτω το απόσπασμα από το "Άξιον εστί" που χρησιμοποίησα σαν υπόδειγμα για να γράψω το προσαρμοσμένο στην εποχή μας κείμενο. Αυτό που επιδιώκω είναι να θυμηθείτε το ωραιότατο κείμενο του Ελύτη.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΜΕ ΤΙΣ ΤΣΟΥΚΝΙΔΕΣ

ΜΙΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΗΛΙΑΓΕΣ μερες εκεινου του χειμωνα, ενα πρωι
Σαββατου, σωρος αυτοκινητα και μοτοσυκλετες εζωσανε το μικρο
συνοικισμο του Λευτερη, με τα τρυπια τενεκεδενια παραθυρα και
τ' αυλακια των οχετων στον δρομο. Και φωνες αγριες βγανοντας,
εκατεβηκανε ανθρωποι με χυμενη την οψη στο μολυβι και μαλλια
ολόισα ιδιο αχερο. Προσταζοντας να συναχτουν οι αντρες ολοι στο
οικοπεδο με τις τσουκνιδες. Και ηταν αρματωμενοι απο πανου ως
κατου, με τις μπουκες χαμηλα στραμμενες κατα το μπουλουκι. Και
μεγαλος φοβος επιανε τα παιδια, επειδη τυχαινε, σχεδον ολα, να
κατεχουνε καποιο μυστικο στην τσεπη ή στην ψυχη τους. Αλλα
τροπος αλλος δεν ητανε, και χρεος την αναγκη κανοντας, λαβανε θεση
στη γραμμη, και οι ανθρωποι με το μολυβι στην οψη, το αχερο στα
μαλλια και τα κοντα μαυρα ποδηματα, ξετυλιξανε γυρω τους το
συρματοπλεγμα. Και κοψανε στα δυο τα συγνεφα, οσο που το
χιονονερο αρχισε να πεφτει, και τα σαγονια με κοπο κρατουσανε
τα δοντια στη θεση τους, μηπως τους φυγουν ή σπασουνε.


Τοτε, απ τ' αλλο μερος φανηκε αργα βαδιζοντας να 'ρχεται
Αυτος με το Σβησμενο Προσωπο, που σηκωνε το δαχτυλο κι οι ωρες
ανατριχιαζαν στο μεγαλο ρολόι των αγγελων. Και σε οποιον λαχαινε
να σταθει μπροστα, ευθυς οι αλλοι τον αρπαζανε και τον εσουρνανε
χαμου πατωντας τον. Ωσπου εφτασε καποτε η στιγμη να σταθει και
μπροστα στον Λευτερη. Αλλα εκεινος δε σαλεψε. Σηκωσε μονο αργα
τα ματια του και τα πηγε με μιας τοσο μακρια - μακρια μεσα στο
μελλον του - που ο αλλος ενιωσε το σκουντημα κι εγειρε πισω με
κιντυνο να πεσει. Και σκυλιαζοντας, εκανε ν' ανασηκωσει το μαυρο
του πανι, ναν του φτυσει καταμουτρα. Μα παλι ο Λευτερης δε σαλεψε.

Πανω σε κεινη τη στιγμη, ο Μεγαλος Ξενος, αυτος που ακολουθουσε
με τα τρια σειρητια στο γιακα, στηριζοντας τα χερια στη μεση του,
καγχασε: οριστε, ειπε, οριστε οι ανθρωποι που θελουνε , λεει, ν'
αλλαξουνε την πορεια του κοσμου ! Και μη γνωριζοντας οτι ελεγε την
αληθεια ο δυστυχης, καταπροσωπο τρεις φορες του καταφερε το
μαστιγιο. Αλλα τριτη φορα ο Λευτερης δε σαλεψε. Τοτε, τυφλος απο τη
λιγη περαση που 'χε η δυναμη στα χερια του, ο αλλος, μη γνωριζοντας
τι πραττει, τραβηξε το περιστροφο και του το βροντησε συρριζα
στο δεξι του αυτι.

Και πολυ τρομαξανε τα παιδια, και οι ανθρωποι με το μολυβι στην
οψη και τα κοντα μαυρα ποδηματα, κερωσαν. Επειδη πηγανε κ' ηρθανε
γυρω τα χαμοσπιτα, και σε πολλες μεριες το πισσοχαρτο επεσε και
φανηκανε μακρια, πισω απο τον ηλιο, οι γυναικες να κλαινε γονατιστες,
πανω σ' ενα ερμο οικοπεδο, γεματο τσουκνιδες και μαυρα πηχτα αιματα.
Ενω σημαινε δωδεκα ακριβως το μεγαλο ρολόι των αγγελων.