"Δια χειρός ANEXARTITOU"
Ο Μεγάλος Άρχοντας της Ουάσιγκτον διατάζει να μας πουν ότι επιθυμεί να αγοράσει τη γη μας. O Μεγάλος Αρχηγός, μας στέλνει λόγια φιλίας και καλής διάθεσης. Εκτιμούμε αυτή την ευγένεια, γιατί ξέρουμε ότι χρειάζεται πολύ λίγο τη φιλία μας. Θα σκεφτούμε την προσφορά σας, γιατί ξέρουμε ότι, αν δεν το κάνουμε, ο λευκός άνθρωπος θα έρθει με το πύρινα όπλα του και θα πάρει τη γη μας.
Πώς μπορείτε ν' αγοράσετε ή να πουλήσετε τον ουρανό, τη ζεστασιά της γης; Αυτή η ιδέα μας φαίνεται παράξενη. Εμείς δεν είμαστε ιδιοκτήτες της δροσιάς του αέρα ούτε του φέγγους του νερού. Πως λοιπόν θα μπορούσατε να μας το αγοράσετε;
Κάθε λαμπερό φύλλο, κάθε αμμουδιά, κάθε ομίχλη στο σκοτεινό δάσος, κάθε ξέφωτο και κάθε έντομο με το βούισμα του είναι ιερό στη μνήμη και στην εμπειρία του λαού μου. Οι πεθαμένοι του λευκού ανθρώπου λησμονούν τη γενέτειρά τους όταν πάνε να περπατήσουν στ' άστρα. Οι δικοί μας πεθαμένοι ποτέ δεν ξεχνούν αυτήν την όμορφη γη, γιατί η μητέρα του ανθρώπου έχει ερυθρό δέρμα.
Το ελάφι, το άλογο και ο μεγαλοπρεπής αετός είναι αδέλφια μας. Τα ποτάμια είναι αδέλφια μας, αυτά σβήνουν τη δίψα μας. Τα ποτάμια κουβαλούν τα κανό μας και τρέφουν τα παιδιά μας. Αν σας πουλήσουμε τη γη μας, θα πρέπει να θυμάστε και να διδάσκετε στα παιδιά σας ότι τα ποτάμια είναι δικά μας αδέλφια και αδέλφια δικά σας. Ξέρουμε ότι ο λευκός άνθρωπος δεν καταλαβαίνει το δικό μας τρόπο ζωής. Το ίδιο του κάνει ένα κομμάτι γης ή ένα άλλο, γιατί αυτός είναι ένας ξένος που έρχεται τη νύχτα για να βγάλει από τη γη ό,τι χρειάζεται. Η γη δεν είναι αδελφός του, αλλά εχθρός του. Αφού την κατακτήσει, την εγκαταλείπει και συνεχίζει το δρόμο του. Αφήνει πίσω του τους τάφους των γονιών του χωρίς να τον πειράζει. Μεταχειρίζεται τη μητέρα του τη γη, τον αδελφό του τον ουρανό, σαν να είναι πράγματα που μπορεί κανείς ν' αγοράσει, να ληστέψει και να πουλήσει, σαν να είναι γυάλινες χάντρες. Η απληστία του θα καταβροχθίσει τη γη και θ' αφήσει πίσω του μόνο έρημο. Δεν το καταλαβαίνω. Ο δικός μας τρόπος είναι διαφορετικός από τον δικό σας. Δεν υπάρχει καμιά ήρεμη περιοχή στις πόλεις του λευκού ανθρώπου, κανένα μέρος που να μπορεί ν' ακουστεί η ανάπτυξη των φύλλων της άνοιξης ή το τρίψιμο των φτερών ενός εντόμου. Αλλά ίσως να είναι έτσι επειδή εγώ είμαι ένας αγριάνθρωπος και δεν μπορώ να καταλάβω τα πράγματα. Και τι ζωή είναι αυτή, όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί ν' ακούσει την μοναχική κραυγή του ερωδιού ή τη νυχτερινή συνομιλία των βατράχων γύρω από το πηγάδι; Εμείς οι Ινδιάνοι προτιμάμε τον απαλό ήχο του ανέμου που χαϊδεύει την επιφάνεια της λίμνης και τη μυρουδιά του ανέμου που καθάρισε η βροχή του μεσημεριού. Ο αέρας είναι κάτι το πολύτιμο για τον άνθρωπο με το ερυθρό δέρμα, γιατί όλα τα πράγματα μοιράζονται την ίδια πνοή: το ζώο, το δέντρο και ο άνθρωπος.
Τέτοιο πεπρωμένο είναι για μας μυστήριο, γιατί δεν ξέρουμε τι θα γίνει όταν θα έχουν εξολοθρευτεί όλοι οι βούβαλοι, όταν θα έχουν δαμαστεί όλα τα άγρια άλογα, όταν οι πιο μυστικές γωνιές των δασών θα μυρίζουν άνθρωπο και όταν η θέα προς τους πράσινους λόφους θα εμποδίζεται από ένα πλήθος από σύρματα που μιλάνε. Πού είναι το πυκνό δάσος; Εξαφανίστηκε. Πού είναι ο αετός; Εξαφανίστηκε! Έτσι τελειώνει η ζωή και αρχίζει και αρχίζει η επιβίωση…
Έπρεπε λοιπόν, να εξαφανιστούν οι Ινδιάνοι από προσώπου γης, έπρεπε οι «απολίτιστοι»- χαρακτηριστικό δείγμα τους το παραπάνω «απολίτιστο» γράμμα-και «άγριοι» Ινδιάνοι, να υποταχθούν στον πολιτισμό των «cowboys» που ορμητικά άλωναν τις περιοχές του «Far West», την μια πίσω από την άλλη, δαιμονοποιώντας τους σαν τους κατ΄ επάγγελμα «κακούς» και στοχεύοντας στην καθυπόταξή τους στις βουλές τους…
Ένας γνήσιος πολιτισμός της απόλυτης οικολογικής ευταξίας και της φυσικής «τελεολογικής» αγνότητας, «καθαρμένος» από την προσπάθεια καταδυνάστευσης της φύσης και των οικοσυστημάτων ήταν αντίθετος, με τον άλλο «πολιτισμό», εκείνον του απόλυτου οικονομικού δογματισμού και της αποικιοκρατίας, που ήθελε τη φύση «υποχείριο» και τόπο άσκησης των παραγωγικών δραστηριοτήτων…
Της ληστρικής υπερεκμετάλλευσης της, χωρίς να νοιαστεί κανείς για το πως και πόσο μπορεί να αντέξει, του εξαναγκασμού της να παράγει, να παράγει, να παράγει…Φωνές λοιπόν και παρουσίες σαν αυτές των Ινδιάνων, δεν είχαν θέση σ΄ αυτό το σύστημα «παραγωγής και ανθρώπινων αξιών»…
Ατυχώς, για να εξαφανιστούν (μαζί τους) και οι οικολογικές τους, «περίεργες δοξασίες» και οι θεωρήσεις τους για το περιβαλλοντικό «γίγνεσθαι», δεν χωρούσαν «συμψηφισμοί» και «παρεκκλίσεις» στην τότε (νέα) τάξη πραγμάτων…
Και οι σημερινοί «επίγονοι» των τότε «cowboys», που «διαφεντεύουν» τον κόσμο, θεωρώντας όλους τους υπόλοιπους όπου γης «κακούς Ινδιάνους», αποφασίζουν ποιοι λαοί ανά την υφήλιο θα πρέπει να «διατηρηθούν», υπό την αναγκαία προϋπόθεση και συνθήκη, ότι δεν θα είναι «εμπόδιο» στα σχέδια τους, και, η δύναμη του πυρός και οι «μισθοφόροι» λεγεωνάριοι όπως τότε, θα επιβάλλουν το νόμο (το δικό τους) και τη (νέα) τάξη των δικών τους πραγμάτων, κάμπτοντας κάθε αντίσταση…Μη ακολουθώντας στο ελάχιστο της «σοφές Ινδιάνικες διδαχές» που όχι μόνο έκαψαν αλλά και πέταξαν στα αζήτητα της ιστορίας τους…
Και εδώ, στην Ευρώπη των «27» πλέον, «ζωή νάχουν», όλοι επιθυμούν την ανεξαρτητοποίηση και τον «απογαλακτισμό» από τον υπερατλαντικό κατ΄ άλλους «ευεργέτη» και κατ΄ άλλους «δυνάστη», ενώ οι όμορες μας χώρες, όπου ο κομμουνισμός ή και «έξαλλος» σταλινισμός, ήταν η μέθοδος διακυβέρνησης και διαχείρισης της πολιτικής, εκλιπαρούν, να προσδεθούν στην «άμαξα» των σύγχρονων “cowboys”… Και η μόνη διέξοδος άμυνας, των «ενωμένων» Ευρωπαίων παρέμεινε το €, και, τεν ριπή οφθαλμού, εφευρέθηκε η «πετρελαϊκή κρίση» που οφείλεται στο ασθενές $ (sic!), που ταλανίζει την ευρωπαϊκή οικονομία και ροκανίζει με τον αδάμαστο πληθωρισμό τα ευρωπαϊκά εισοδήματα….
Και ταυτόχρονα οι Κυβερνήσεις, που υποτίθεται σκέφτονται «εθνικά» αλλά πράττουν «υπεραντλαντικά», προχωρούν σε οικονομικά μέτρα ολικής επαναφοράς σε εργασιακό μεσαίωνα και εισάγουν μορφές ενέργειας, περιβαλλοντικά άστοχες και επικίνδυνες…
Η «πράσινη ανάπτυξη» και οι ΑΠΕ εξοβελίζονται, οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι αφαιμάζονται, το φαινόμενο του «θερμοκηπίου» και οι επισυμβαινόμενες φυσικές καταστροφές ακόμη δεν τους πείθουν… Και σίγουρα από κει που βρίσκεται ο Ινδιάνος αρχηγός, θα καγχάζει ειρωνικά, αναλογιζόμενος, “πόσους καιρούς” πριν είχε πει:
«…Πού είναι το πυκνό δάσος; Εξαφανίστηκε. Πού είναι ο αετός; Εξαφανίστηκε! Έτσι τελειώνει η ζωή και αρχίζει και αρχίζει η επιβίωση…»
Και μάλλον έχουμε περάσει παγκοσμίως, σε «ανέκκλητους καιρούς επιβίωσης»…
6 σχόλια:
Τέτοια κείμενα φίλε ανεξάρτητε διδάσκονται τα παιδία μας στο σχολείο αλλά θεωρητικά πάντα... Σιγά μην τολμήσει η παιδεία να τα βάλει με το κεφάλαιο. Γι'αυτό και οι κυβερνήσεις μας την έχουν εντέχνως υποβαθμισμένη και γραμμένη στα παλιά τους υποδήματα. Ευτυχώς που τους ξεφεύγουν κάποιοι για να μας θυμίζουν ότι υπάρχει ελπίδα......
Πολύ ωραία τα γράφεις, αδελφέ ανεξάρτητε! Μα τι γνωρίζει ο απολίτιστος και ειδωλολάτρης Ινδιάνος; Βλέπεις εμείς οι Χριστιανοί γαλουχηθήκαμε με τις διδαχές της Βίβλου κι αυτά ακριβώς εφαρμόζουμε! Εμείς έχουμε “εκλεκτούς” που μας διοικούν κατ’ εντολήν του Θεού, έχουμε γνήσιους αντιπροσώπους Του ( όπως λ.χ. τον πλανητάρχη Μπους ), που έλαβε την εντολή από τον Ουρανό ( έτσι δεν μας είπε; ) να κάνει τον πλανήτη κολυμπηθρόξυλα, να τον βυθίσει στο αίμα και να τον πνίξει στην ρύπανση. Ο Δυτικός- πολιτισμένος κόσμος, όπου κυριαρχεί ο Χριστιανισμός και ο Ιουδαϊσμός, ακολουθεί αυτά στα οποία τον προτρέπει η Π. Διαθήκη. Αναφέρω, χαρακτηριστικά, δύο εδάφια από την “Γένεση”: « αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γην και κατακυριεύσατε αυτής και άρχετε των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και πάντων των κτηνών και πάσης της γης και πάντων των ερπετών των ερπόντων επί της γης » (α’ 28 ), « …και ο τρόμος και ο φόβος υμών έσται επί πάσι τοις θηρίοις της γης, επί πάντα τα πετεινά του ουρανού και επί πάντα τα κινούμενα επί της γης και επί πάντας τους ιχθύας της θαλάσσης.» (θ’ 2). Αφού η εντολή του Γιαχβέ ( ονομασία του Θεού στην Π.Δ. ) είναι να ενεργούμε κυριαρχικά επί της γης και να εξουσιάζουμε δεσποτικά σε όλα τα ζώα, τα οποία να τα καταλαμβάνει φόβος και τρόμος μπροστά μας, πώς είναι δυνατό να σεβαστούμε την φύση, να προστατεύουμε τα δάση, τα ζώα και κάθε μορφή ζωής; Σαν καλοί Χριστιανοί εκτελούμε το “θέλημα του Θεού”! Βλέπεις αυτοί οι αρχαίοι Έλληνες, που σέβονταν τα ποτάμια, τα βουνά, τα δάση, τα νερά, τις θάλασσες και λάτρευαν την “παμμήτειρα Γαία”, είχαν την παρθένα Άρτεμη σαν θεά της φύσης, ήταν ειδωλολάτρες του κερατά! Άνθρωποι της απώλειας… Αυτοί θα πάνε στα Τάρταρα, ενώ οι Χριστιανοί που καταστρέφουν την φύση, μπορεί να πεθάνουν από την μόλυνση και τη λειψυδρία, αλλά θα κερδίσουν την Βασιλεία των Ουρανών!
Αδελφέ, τι γνωρίζουν οι βάρβαροι του Αμαζονίου από πολιτισμό; Είναι καθήκον μας να τους εκπολιτίσουμε. Να τους βγάλουμε από τις χορτοκαλύβες τους και να τους φτιάξουμε τσιμεντόσπιτα, να πάψουν να τρώνε άγριους καρπούς και τους δίνουμε υγιεινά μεταλλαγμένα…Έτσι δεν κάναμε με τους Αφρικανούς και τους ινδιάνους της Β.Αμερικής;
Τα πράγματα έχουν πρόσωπο και όνομα, είναι το διεθνές κεφάλαιο ( Σιωνισμός; ) και η διεθνής πολιτική ( οι διάφορες λέσχες- επιτροπές- εταιρείες ), η διεθνής πολιτική μαφία. Θυμήσου τους εκλεκτούς πολιτικούς μας και τραπεζίτες που εκλιπαρούν να έχουν μια πρόσκληση στη λέσχη Μπίλντεμπεργκ ( κλάδος της διεθνούς πολιτικής μαφίας ). Αυτοί θα μας κάνουν ζητιάνους, χωρίς ψωμί, χωρίς νερό, χωρίς αέρα. Μας παίρνουν τη γη μας για να φυτέψουν ρυπογόνα εργοστάσια, καταργούν τους πατροπαράδοτους σπόρους για να μας ταΐσουν μεταλλαγμένα, ρίχνουν Cr+6 νερό μας, βρωμίζουν τον αέρα μας, μας κλέβουν το χρόνο μας γιατί μας κατάργησαν το 8-ωρο. Κι αυτά είναι μόνον η ορατή κορυφή του παγόβουνου, στο οποίο θα συντριβούμε σαν σύγχρονοι Τιτανικοί. Τι λές; Να ενεργήσουμε σαν γνήσιοι Χριστιανοί- Ρωμιοί και να δεχτούμε όλα αυτά τα χαστούκια, γυρίζοντας και το άλλο μάγουλο; Εξάλλου δούλοι είμαστε…( έτσι δεν σε αποκάλεσε η εκκλησία όταν σε βάφτισε ή όταν σε πάντρεψε ); Να τους πουλήσουμε τα χωράφια μας, τις ελιές, τα αμπέλια για φτιάξουν εργοστάσια να βρουν δήθεν τα παιδιά μας δουλειά, για
να γίνουν σκλάβοι στα νέα αφεντικά, να μην έχουν νερό να πλυθούν αλλά να πλένονται σε ορυκτέλαιο, να φορούν μάσκες για ν’ αναπνεύσουν;
Ή να θυμηθούμε πως καταγόμαστε από τη γενιά εκείνων που αγωνίζονταν υπέρ βωμών κι εστιών, για τα παιδιά, τις γυναίκες, την ποιότητα ζωής, το φιλότιμο, την τιμή; Μήπως είναι ανάγκη να γράψουμε το νέο θούριο ( ως πότε, πατριώτες, θα ζούμε σε πνευματική και υλική σκλαβιά…) και να ιδρύσουμε την Φιλική Εταιρεία του 21ου αιώνα; Είσαι έτοιμος να σηκώσουμε το λάβαρο της αξιοπρέπειας; Να πούμε όχι άλλο κάρβουνο στη ζωή μας;
Συγχώρεσέ με, αδελφέ ανεξάρτητε, αλλά τώρα είδα την ώρα ανάρτησης, του κειμένου σου στο blog. Ήταν 6.27π.μ. Είχες αϋπνίες, αδελφέ. Όλοι εμείς, που ξέρουμε την πραγματική διάσταση των πραγμάτων και ανησυχούμε για το περιβάλλον, έχουμε χάσει τον ύπνο μας. Ποιοί κοιμούνται ήσυχοι; Μόνον αυτοί που τους ταιριάζει το "μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι"! Ας τους συγχωρήσει ο Θεός, γιατί σίγουρα τα παιδιά τους δεν θα τους συγχωρήσουν...
Ένας ΑΡΧΑΙΟΛΑΤΡΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΟΣ γράφει:
ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΔΕΙΝΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΒΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΠΑΡΘΕΝΩΝ ΘΕΩΝ
( Σε τρις συνέχειες )
Α'
Στο αρχαίο Ελληνικό Πάνθεο υπάρχει μια δίκαιη κι αμερόληπτη ισοκατανομή των θεοτήτων σε γένη. Έξι από τις θεότητες ανήκουν στο αρσενικό φύλο κι έξι στο γυναικείο. Από τις έξι θεές οι τρεις είχαν γνωρίσει την ηδονή του έρωτα, ενώ οι άλλες τρεις ήσαν παρθένες. Αυτές οι θεές προστάτευαν ό,τι πρέπει αιώνια να παραμένει αγνό, άσπιλο κι απαραβίαστο, σαν δώρο των αθανάτων θεών προς τους θνητούς. Οι αγνές παρθένες θεές ήσαν η Άρτεμη, η Αθηνά και η Εστία αντιπροσωπεύοντας αντίστοιχα τη φύση, τη γνώση και τον ιερό θεσμό της οικογένειας. Σύμφωνα με τη μυθολογία μας, στις τρεις θεές η Αφροδίτη δεν είχε καμιά επιρροή, ενώ εξουσίαζε όλους τους άλλους αθάνατους θεούς και τους θνητούς ανθρώπους.
Ένας ομηρικός ύμνος, που απευθύνεται στην Αφροδίτη, τονίζει πως μόνο τις τρεις παρθένες θεές δεν μπορούσε να ξεγελάσει η Κύπριδα:
« Ψάλε μου, Μούσα, της πολύχρυσης Αφροδίτης τα έργα
της Κύπριδας, που κίνησε των θεών τη γλυκιά επιθυμία,
και καταδάμασε των θνητών τις γενιές,
τα πουλιά που πετάν στον ουρανό και όλα τα θηρία
τ’ αμέτρητα που τρέφει η στεριά είτε η θάλασσα.
Μέλημα όλων της καλοστεφανωμένης της Κυθέρειας τα έργα.
Τρία μυαλά μονάχα ούτε να πείσει γίνεται ούτε να ξεγελάσει:
την κόρη του ασπιδοφόρου Δία, τη γλαυκομάτα Αθηνά,
που της πολύχρυσης της Αφροδίτης οι δουλειές δεν άρεσαν,
μόνο οι πόλεμοι της δίνανε χαρά και τα έργα του Άρη,
συγκρούσεις, μάχες κι ανδραγαθήματα να κάνει.
Πρώτη αυτή δίδαξε τους χθόνιους μαστόρους
αμάξια να κατασκευάζουν και άρματα χάλκινα ολοστόλιστα
κι αυτή τις παρθένες με το τρυφερό δέρμα μέσα στα μέγαρά τους
δίδαξε έργα σπουδαία, σύνεση βάζοντας σε καθεμιά.
Αλλά και την Αρτέμιδα ποτέ, τη χρυσόβελη και πολυθόρυβη,
σ’ αγάπη την τιθάσεψε η Αφροδίτη η χαμογελαστή.
Αυτή με τα τόξα χαιρόταν και με το σκοτωμό θηρίων στα βουνά,
με φόρμιγγες, με χορούς και με ξαναμμένες ολολυγές,
με τ’ άλση τα σκιερά και με την πόλη των δίκαιων ανθρώπων.
Αλλά της Αφροδίτης οι δουλειές δεν άρεσαν επίσης στη σεμνή κόρη
την Εστία, που ο πονηρός ο Κρόνος πρώτη γέννησε,
αλλά που η θέληση του ασπιδοφόρου Δία την έκανε νεότερη,
τη σεβαστή αυτή, που θέλανε να παντρευτούν ο Ποσειδών και ο Απόλλων.
Εκείνη δεν το ήθελε καθόλου, και στέρεο όχι πρόβαλε,
κι ακόμα μεγάλο όρκο πήρε, που είναι οριστικός,
αγγίζοντας την κεφαλή του ασπιδοφόρου Δία, του πατέρα,
παρθένα πάντοτε να είναι, η ιερή μες στις θεές.
Αντί για γάμο, ο πατέρας Δίας βραβείο της έδωσε λαμπρό
καταμεσής του οίκου θρονιασμένη να παίρνει την πιο πλούσια προσφορά.
Στων θεών όλων τους ναούς την τιμάνε
κι όλοι οι θνητοί πρέσβειρα των θεών την έχουν.
Αυτωνών τον νου δεν γίνεται να πείσει ή να ξεγελάσει.
Από τους άλλους όμως κανείς δεν ξέφυγε την Αφροδίτη
ούτε θεός μακάριος ούτ’ άνθρωπος θνητός…»
Αυτές τις αειπάρθενε θεές, που για χάρη της ανθρωπότητας ορκίστηκαν να παραμείνουν αγνές, τις βιάσαμε τον τελευταίο αιώνα πάνω στο ξεδιάντροπο και βρωμερό κρεβάτι του υλισμού και του τεχνολογικού μας πολιτισμού. Ένιωσαν την αποστροφή της κτηνώδους απληστίας μας ή της εγκληματικής αδιαφορίας μας, που και τα δύο αποτελούν “ύβρη”, και τα δύο ενεργοποιούν τη “Νέμεση”. Έτσι τα δεινά της ανθρωπότητας είναι αποτέλεσμα αυτής της ύβρεως, του βιασμού των παρθένων θεών. Ας δούμε, όμως, πως επιτελέστηκε αυτός ο βιασμός.
Να ξεκινήσουμε από την Άρτεμη, την κόρη της Λητώς και του Δία, τη δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα. Η αγαπημένη αδελφή του Φοίβου δίνει ζωή σ’ όλα τα πλάσματα της φύσης. Φροντίζει για το καθετί που ζει πάνω στη γη, για καθετί που φυτρώνει στα δάση και στους κάμπους. Νοιάζεται τ’ αγρίμια αλλά και τα κοπάδια των ανθρώπων. Αναζωογονεί το χορτάρι, τα λουλούδια και τα δέντρα, ευλογεί τη γέννηση και το γάμο.
Παντοτεινά νέα κι όμορφη σαν ξάστερη μέρα, η θεά βρίσκεται άλλοτε σε σκιερά δάση κι άλλοτε σε λιόλουστους κάμπους, ντυμένη με κοντό κυνηγετικό χιτώνα που μόλις φτάνει στο γόνατο, γεμάτη μεγαλοπρέπεια. Στον ώμο της έχει κρεμασμένο το τόξο και τη φαρέτρα με τις αλάνθαστες σαϊτες, ενώ στο χέρι της κρατάει το κυνηγετικό κοντάρι. Τη συνοδεύει πλήθος από ζωηρές νύμφες και τα γέλια και τα ξεφωνητά τους αντιλαλούν στις πλαγιές των πυκνόφυτων βουνών και τους δροσερούς λόγγους. Κι όταν αποκάμουν από το τρέξιμο του κυνηγιού και το χορό στα ανθόσπαρτα πλατώματα, το νερό κάποιας πηγής θα δροσίσει το αγαλματένιο τους κορμί. Εκεί στο δροσερό και γάργαρο νερό θα παίξουν και θα λουστούν, μακριά από τα λαίμαργα και λάγνα μάτια των αντρών. Κι αφού ξεκουραστούν και πέσει η νύχτα, κάτω από το φως του ασημένιου φεγγαριού, σε παχηλό, στολισμένο με μυριάδες λούλουδα λιβάδι, με ξέπλεκα μαλλιά και φεγγαρολουσμένες το ρίχνουν σε ξέφρενο χορό. Κάποτε ο Ακταίωνας από τη Θήβα, γιος του Αρισταίου και της Αυτονόης, που είχε βγει να κυνηγήσει, είδε τη θεά γυμνή να λούζεται κι αυτή την ιεροσυλία την πλήρωσε ακριβά. Η θεά τον μεταμόρφωσε σε ελάφι και τον κατασπάραξαν τα ίδια τα σκυλιά του.
Τα παραπάνω υμνεί ο ποιητής στον ακόλουθο ομηρικό ύμνο:
« Την Άρτεμη με τα χρυσά βέλη υμνώ, τη θορυβώδη,
παρθένα ντροπαλή που με τα βέλη της ελάφια κυνηγάει,
του χρυσοδόξαρου Απόλλωνα την αδερφή,
που σε όρη σκιερά και ανεμώδεις κορυφές
βρίσκει χαρά με το κυνήγι κι ολόχρυσα τεντώνει τόξα
τις πολυστέναχτες σαϊτες εκτοξεύοντας• τρομάζουν οι ψηλές
ακροκορφές κι αντιλαλεί το δάσος φοβερά
απ’ των θηρίων τις φωνές, και φρίττει η γη
κι η ψαροτρόφα θάλασσα• με τη γενναία της καρδιά
ολούθε πάει κι έρχεται σκοτώνοντας τα γένη των θεριών.
Κι όταν νιώσει χαρούμενη η κυνηγήτρα των θηρίων η τοξεύτρα
κι ο νους της ευφρανθεί, τα τόξα τα ευλύγιστα αφήνει χαλαρά
και πάει στο μεγάλο δώμα του καλού της αδερφού
του Φοίβου Απόλλωνα, στην πλούσια πόλη των Δελφών,
να οργανώσει τον ωραίο χορό Χαρίτων και Μουσών.
Κρεμάει τότε τα παλίντονά της τόξα και τα βέλη
και μπρος πηγαίνει ομορφοστολισμένη στο κορμί
να σύρει πρώτη το χορό• κι οι άλλες με θεϊκή φωνή
δοξολογούνε την καλλίσφυρη Λητώ για τα παιδιά που γέννησε,
άριστα μέσα στους θεούς στις σκέψεις και στα έργα.
Χαίρετε, του Δία τέκνα και της ωριόμαλλης Λητώς•
και σ’ άλλο άσμα μου κι εγώ θα σας μνημονεύσω. »
Σαν ήταν κοριτσάκι ακόμη κι ο πατέρας της Δίας την κρατούσε στα γόνατά του, του ’πε αυτά τα λόγια:
« Δός μοι παρθενίην αιώνιον, άππα, φυλάσσειν, και πολυωνυμίην…» [ Δόσε μου, πατερούλη, την δύναμη να διαφυλάσσω αιωνίως την παρθενία μου και τα πολλά ονόματά μου…]
Τις ιδιότητές της περιγράφει ένας θαυμάσιος ορφικός ύμνος:
« Εισάκουσέ με, βασίλισσα, του Δία πολυώνυμη κόρη,
Τιτανίδα, βροντερή, μεγαλώνυμη, τοξεύτρα, σεπτή,
ολόφωτη, δαδούχε θεά, Δίκτυννα, προστάτιδα
του τοκετού, της γέννας βοηθέ και από γέννα άπειρη,
ζωνολύτρια, εκστασιαστική, κυνηγέτιδα,
λυτρώτρια των μεριμνών, γοργόδρομη, τοξόχαρη,
κυνηγόφιλη, νυχτοδρομούσα, ένδοξη, καταδεκτική,
λυτρώτρια, αντρόμορφη, Ορθία, ξεγεννήτρα,
αντροθρέφτρα θεά των θνητών, αγροτέρα,
χθόνια, θηριοφόνισσα, καλόμοιρη, που κατέχεις
τα δάση των βουνών, ελαφοκυνηγέτρια, σεπτή, σεβάσμια,
παμβασίλισσα, όμορφο βλαστάρι, που πάντοτε υπάρχεις,
δασική, προστάτιδα των σκύλων, Κυδωνιάδα,
ποικιλόμορφη• έλα, θεά σώτειρα, αγαπητή,
καταδεκτική προς όλους τους μύστες, φέρνοντας
καλούς καρπούς από τη γη, ειρηνική λατρευτή
κι ομορφοπλέξουδη υγεία• κι ας στέλνεις
στων βουνών τις κορφές τις αρρώστιες και του πόνους. »
Την αγνή θεά, με ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει, βιάσαμε “κατ’ εξακολούθηση” από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης μέχρι τις μέρες μας. Κι ενώ η φύση μας δείχνει σημάδια πόνου κι αγανάκτησης, εμείς ακόμη δεν έχουμε καταλάβει τίποτα, σφυρίζουμε αδιάφορα, αποχαυνωμένοι από την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία των κινητών τηλεφώνων και την καθηλωτική – υπνωτική δράση του internet. Καθόμαστε στον αναπαυτικό μας καναπέ, απολαμβάνοντας τη δροσιά από το κλιματιστικό μηχάνημα κι ένα φραπέ με μπόλικα παγάκια ή την κρύα μας μπίρα, σε μεταλλικό κουτάκι παρακαλώ, και χύνουμε κροκοδείλια δάκρυα για την καταστροφή των δασών από τους εμπρηστές, ενώ το προηγούμενο σαββατοκύριακο αφήσαμε τις πλαστικές σακούλες με τα σκουπίδια μας όπου μας διευκόλυνε, ή μπορεί πίσω από κάτι θάμνους, αν είχαμε στοιχειώδη αισθητική. Κλείσαμε το διπλανό ρέμα για ν’ αυγατίσουμε λίγα τετραγωνικά μέτρα το κτήμα μας. Δώσαμε χρήματα για να στρώσαμε με άσφαλτο και τσιμέντο τεράστιες περιοχές για να μην χαλάσει το αυτοκίνητό μας ή να μην έχουμε χώματα και λάσπες στους τόπους της δραστηριότητάς μας, όμως τσιγκουνευτήκαμε να δώσουμε λίγα χρήματα να καθαρίσουμε από τα ξερόχορτα και τα ξερόκλαδα τα δάση. Και εφησυχάζουμε προτάσσοντας το άλλοθι του κράτους που δεν μεριμνά, που είναι αδιάφορο κι αναποτελεσματικό. Και τα βάζουμε, πολλές φορές βρίζουμε, τους άρχοντες που εμείς με την ψήφο μας στείλαμε στην βουλή και στην κυβέρνηση. Με την ελπίδα ότι θα βολευτούμε ή θα βολέψουμε κάποιον δικό μας εξαγοράστηκε η συνείδησή μας και δεν στείλαμε τον άριστο κι αδιάφθορο στο μέγαρο της πλατείας Συντάγματος, αλλά τους εκμαυλιστές των ηθών και της ζωής του τόπου μας.
Κι αναρωτιέμαι, αφού κάψαμε τον Ταϋγετο, που θα βρει καταφυγή η θεά Άρτεμη; Αφού κάναμε αποκαϊδια την Αρκαδία, που της έστελνε συντρόφισσες παρθένες, αφού κάναμε “κρανίου τόπο την Ολυμπία όπου αγωνίζονταν οι νέοι για το κλωνάρι ελιάς κι όχι για τα παχηλά συμβόλαια των εταιριών- χορηγών, αφού καταστρέψαμε της Πάρνηθας την καταφυγή των ελαφιών, που θα μπορέσει να ζήσει η θεά; Σε ποιες πηγές και σε ποια ποτάμια θα λουστεί με τη συνοδεία της; Τα ποτάμια, οι πηγές μας, οι λίμνες, οι θάλασσες φαρμακώθηκαν από τα δηλητήρια των εργοστασίων. Σε ποιους ηλιόλουστους κι ανθοστόλιστους κάμπους θα χορέψει με τις Νύμφες της, όταν τα ζιζανιοκτόνα σε λίγα χρόνια αφαίρεσαν φυτά και βότανα που ζούσαν χιλιάδες χρόνια στον τόπο μας. Με ποια θεραπευτικά βοτάνια θα θεραπεύει τις αρρώστιες μας, όταν τα κάψαμε για να κάνουμε οικόπεδα; Πώς θα προστρέξει στα γεννητούρια όταν μας μαστίζει υπογεννητικότητα, μιας και τα παιδιά αποτελούν τροχοπέδη στην επαγγελματική μας εξέλιξη και την κοινωνική μας ανέλιξη; Μήπως, και δικαιολογημένα, θα μας εγκαταλείψει για να μετακομίσει από τον τόπο που γεννήθηκε σε άλλους τόπους, όπου σέβονται πιότερο την φύση και την ποιότητα ζωής; Έχει άδικο όταν από τη φαρέτρα της έβγαλε και μας τοξεύει με τις φαρμακερές σαϊτες της, που τώρα λέγονται τρύπα όζοντος, αλλαγή κλιματολογικών συνθηκών, φαινόμενο θερμοκηπίου, τήξη πολικών πάγων, μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα, έλλειψη πόσιμου νερού αλλά και νερού για καλλιέργειες, ερημοποίηση των πεδιάδων από την υπερκαλλιέργεια, ανατροπή του οικοσυστήματος από τα φυτοφάρμακα και τους μεταλλαγμένους σπόρους;
Η θεά ποτέ αναίτια δεν τιμώρησε! Τόξευσε τις κόρες της Νιόβης (5), γιατί η μητέρα τους παινεύτηκε πως ήταν ανώτερη από τη Λητώ αφού είχε περισσότερα παιδιά. Σκότωσε τον Τιτυό γιατί θέλησε να βιάσει την μητέρα της Λητώ. Έριξε νεκρή στο χώμα την Καλλιστώ γιατί αν κι είχε ορκιστεί αγνότητα, δόθηκε στον Δία. Τιμώρησε τον Οινέα, στέλνοντας τον άγριο κάπρο, γιατί παραμέλησε τις θρησκευτικές του υποχρεώσεις. Αυτές οι προειδοποιητικές σαϊτιές είναι να τιναχτούμε από τον ύπνο της απατηλής ευμάρειας, και να διορθώσουμε, όσο γρηγορότερα μπορούμε, τα λάθη μας. Επιστημονικές λύσεις υπάρχουν! Εμείς έχουμε τη θέληση και την αποκοτιά να πιάσουμε από το γιακά ή από τον λαιμό τους διοικούντες, τους βιομήχανους και κάθε αδιάφορο πολίτη, πριν νιώσουμε το θανατηφόρο βρόχο της μόλυνσης να μας πνίγει; Κι αν αδιαφορούμε για τον εαυτό μας, τουλάχιστον ας μεριμνήσουμε για τα παιδιά μας! Είναι καιρός να σηκωθούμε από τον καναπέ ή την πολυθρόνα του γραφείου, είναι καιρός για δράση…Αν για τα μάτια της ωραίας Ελένης έγινε η εκστρατεία στην Τροία, εμείς, αναλογιστείτε, τι εκστρατεία πρέπει να κάνουμε για να ισορροπήσει ο ταραγμένος πλανήτης μας!
΄Ενας ΑΡΧΑΙΟΛΑΤΡΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΟΣ γράφει:
ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΔΕΙΝΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΒΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΠΑΡΘΕΝΩΝ ΘΕΩΝ
Β’ Μέρος ( ΑΘΗΝΑ )
Ας έρθουμε τώρα στην Παλλάδα Αθηνά.
Η μυθολογική μας παράδοση λέει πως σαν νίκησαν τους Τιτάνες οι θεοί του ουρανού, ο Δίας ως κυβερνήτης της νέας τάξης του κόσμου, έσμιξε ερωτικά με τη θεά της φρόνησης, τη Μήτιδα , την κόρη του Ωκεανού και της Τιθύος. Μα ταχιά έμαθε από τον Ουρανό και τη Γη πως η Μήτιδα θα του γεννούσε πρώτα μια κόρη, ίδια κι απαράλλαχτη μ’ αυτόν στην παλικαριά και στο μυαλό, κι αργότερα έναν γιο πιότερο έξυπνο, που σαν μεγάλωνε υπήρχε ο κίνδυνος να του αρπάξει το θρόνο ολάκερου του κόσμου. Για να μην χάσει την εξουσία του ο Δίας κατάπιε τη γυναίκα του και την κράτησε για πάντα μέσα του. Έτσι έγινε ο μητίετα Δίας, ο Δίας ο βαθύγνωμος, που δεν κινδύνευε πια κάποιος εξυπνότερος να του πάρει την εξουσία.
Σαν ήρθε η ώρα να γεννηθεί η κόρη, ο Δίας πρόσταξε τον Προμηθέα, ή κατ’ άλλους τον Ήφαιστο, με μια τσεκουριά να του ανοίξει το κεφάλι. Έτσι ξεπήδησε πάνοπλη κι αλαλάζοντας η Αθηνά, αφήνοντας έκπληκτους τους άλλους θεούς. Η γέννησή της συνοδεύτηκε με θαυμαστά γεγονότα. Η γη σείστηκε, η θάλασσα αναταράχτηκε, ο ήλιος σταμάτησε το άρμα του στον ουρανό, και του Δία η κραυγή έφτασε στα πέρατα του κόσμου για να μάθουν όλοι πως γεννιόταν η γνώση και η σοφία.
Τη θαυμαστή γέννησή της περιγράφει ο ακόλουθος ομηρικός ύμνος:
« Τον ύμνο μου αρχίζω για την Παλλάδα Αθηνά, την ένδοξη θεά,
τη γλαυκομάτα και πολύσκεφτη, με την καρδιά την αδυσώπητη,
τη σεβάσμια παρθένα, προστάτιδα της πόλης και γενναία,
την Τριτογένεια, εκείνη που τη γέννησε ο Δίας ο στοχαστικός,
από το σεβαστικό κεφάλι του, μ’ αρματωσιά πολέμου
που άστραφτε ολόχρυση• όλοι οι αθάνατοι που έβλεπαν ένιωσαν
σεβασμό• εκείνη τότε, μπροστά από τον ασπιδοφόρο Δία,
ορμητικά πετάχτηκε από το αθάνατο κεφάλι
σείοντας το φοβερό ακόντιο• τράνταγμα φοβερό έφερε στο μεγάλο Όλυμπο
της γλαυκομάτας ο θυμός, κι ολόγυρα η γη
τρομαχτικά αντιλάλησε και σάλεψε η θάλασσα
ανάστατη από κύματα πορφυρά, ώσπου η αλμύρα ξάφνου κατασίγασε.
Ύστερα του Υπερίωνα ο λαμπρός ο γιος συγκράτησε
τα γοργοπόδαρα άλογα για ώρα πολλή, όσο να βγάλλει η κόρη,
η Παλλάδα Αθηνά, απ’ τους αθάνατούς της ώμους
τα θεία άρματα• κι ο Δίας ο σοφός ευχαριστήθηκε.
Έτσι κι εσύ, τέκνο του ασπιδοφόρου Δία, χαίρε•
και σ’ άλλο άσμα μου κι εγώ θα σε μνημονεύσω. »
Η Αθηνά ήταν πολεμική θεά, αλλά πάντα συνταίριαζε με την παλικαριά την εξυπνάδα και τη φρόνηση. Παραστέκει πάντα τους μεγάλους ήρωες στους αγώνες τους, τους αγαπάει. Μα η αγάπη της δεν έχει κανένα ίχνος ερωτισμού. Όταν απευθύνεται στον ήρωα της Ιλιάδας Διομήδη του λέει: « Διομήδη, του Τυδέα γιε, κι αγάπη της ψυχής μου…» Σαν θεά της σοφίας δεν διακατέχεται από έπαρση. Γι’ αυτό δε διστάζει να συγκρίνει την εξυπνάδα ενός θνητού με τη δική της θεϊκιά εξυπνάδα. Λέει, λοιπόν, στον Οδυσσέα:
« ... Κατέχουμε κι οι δυο από τέχνες.
Εσένα ποιος στον κόσμο βρίσκεται
στη γνώση και στα λόγια να ξεπερνά;
Κι εγώ δοξάζουμαι μες στους θεούς η πρώτη
για τις βουλές και για τις τέχνες μου…»
Στην Αθήνα, που την κέρδισε από τον Ποσειδώνα δίνοντάς της το όνομα, η θεά προσφωνείται Παρθένα και γι’ αυτό ο ναός της στην Ακρόπολη ονομάστηκε Παρθενώνας. Κι αυτή δεν πόθησε θεό, αλλά ούτε και θνητός μπόρεσε να τη συγκινήσει. Κι όταν κάποτε ο Ήφαιστος, που της κατασκεύαζε μια πανοπλία, την ερωτεύτηκε και προσπάθησε να σμίξει ερωτικά μαζί της, δεν τα κατάφερε αλλά το σπέρμα του έπεσε στην κνήμη της παρθένας θεάς, που το σκούπισε με λίγο μαλλί που βρήκε και το πέταξε στη γη, απ’ όπου γεννήθηκε ο Εριχθόνιος.
Σαν κόρη της Μήτιδας η Αθηνά είναι επινοητική κι ιδιαίτερα έξυπνη όχι μόνο στα έργα του πολέμου, αλλά κυρίως στα έργα της ειρήνης. Παραστέκει τους φιλόσοφους, τους ρήτορες και τους ποιητές, ενώ σαν “Αθηνά Εργάνη” προστατεύει τον κάθε τεχνίτη που δουλεύει με το μυαλό και με το χέρι. Κυρίως προστατεύει τις δουλειές των γυναικών. Δίδαξε τους ανθρώπους με την εργασία τους να φτιάχνουν όλα τα όμορφα έργα: να δαμάζουν τα άλογα και να κατασκευάζουν αμάξια, να οργώνουν τη γη, να καλλιεργούν την ελιά και να βγάζουν το λάδι, να υφαίνουν στον αργαλειό, να χτίζουν σπίτια και να σκαρώνουν καράβια.
Τα γνωρίσματα της Παλλάδας περιγράφονται στον ακόλουθο ορφικό ύμνο:
« Παλλάδα, μονογέννητη, σεπτέ γόνε του μεγάλου Δία,
θεϊκή, μακάρια θεά, πολεμοθόρυβη, γενναιόψυχη,
άρρητη και ρητή, μεγαλώνυμη, σπηλαιοθρεμμένη,
που κυβερνάς τις κορφές των ψηλόραχων βουνών
και τα σκιερά όρη, κι ευφραίνεις την ψυχή σου
στα φαράγγια, απλόχαρη, που εκστασιάζεις
τις ψυχές των θνητών με μανία, κόρη αθλήτρια
με τη φρικιαστική ψυχή, φόνισσα των Γοργόνων,
αρνήτρια του γάμου, πολύπλουτη μητέρα των τεχνών,
που την ορμή παρακινείς, και τη μανία δίνεις
στους κακούς, και στους καλούς τη φρόνηση•
αρσενική και θηλυκή γεννήθηκες, πολεμοξεσηκώστρα,
σοφία, ποικιλόμορφη, με βλέμμα διαπεραστικό,
ενθουσιαστική, λαμπρότιμη, φόνισσα των Γιγάντων
της Φλέγρας, αλογολάτισσα, Τριτογένεια,
λυτρώτρια των κακών, νικηφόρα θεά, γαλανομάτα,
τεχνοεφευρέτρια, πολυλατρεμένη βασίλισσα.
Εισάκουσέ με που προσεύχομαι μέρα και νύχτα, ακόμα
και τα ξημερώματα, και δώσε ειρήνη πολύπλουτη,
ικανοποίηση κι υγεία σ’ ευτυχισμένες εποχές. »
Η Αθηνά παρέμεινε παρθένα για να μας δείξει την αγνότητα της γνώσης. Η γνώση πρέπει να είναι άσπιλη γιατί απευθύνεται σ’ όλη την ανθρωπότητα. Δεν αφορά την προσωπικότητα του ανθρώπου, αλλά την ατομικότητα. Αφορά την ψυχή του, την οποία ανυψώνει, την εξελίσσει, σαν το φρούτο την ωριμάζει και σταδιακά την φτάνει στην τελείωση, στη θέωση. Επομένως η γνώση δεν είναι για τους λίγους, αλλά για όλους. Είναι η αιτία που ο Αδάμ και η Εύα έχασαν την μακαριότητα του παράδεισου, που ο Προμηθέας αλυσοδέθηκε στον κοφτερό βράχο πάνω στον αφιλόξενο Καύκασο. Δεν ανήκει σε έναν, όπως η σύζυγος στον σύζυγο, ανήκει σε όλους κι αυτό επιτυγχάνεται με τη διατήρηση της παρθενίας. Κι αφού καλλιεργηθεί και δοθεί απλόχερα, χωρίς ιδιοτέλεια, μπορεί να γίνει σοφία. Είναι χρέος αυτού που κατέχει τη γνώση να την δώσει και στους συνανθρώπους του, να τους βοηθήσει να ξεφύγουν από την λάσπη της αμάθειας και να πει όπως ο μεγάλος Διδάσκαλος: « καγώ εάν υψωθώ εκ της γης, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν ».
Τι συμβαίνει σήμερα; Διατηρεί την αγνότητά της; Πιστεύουμε πως όχι. Έχει κι αυτή βιαστεί. Η Παλλάδα δεν τιμάται σε ερευνητικούς και πανεπιστημιακούς Παρθενώνες, η γνώση δεν προάγεται αβίαστα και πηγαία, αλλά κατευθυνόμενα από τους χορηγούς και τους εκμεταλλευτές της. Η έρευνα, που παράγει τη γνώση, είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος κατευθυνόμενη. Οι ερευνητές συνήθως εργάζονται σε προγράμματα κατά παραγγελία. Κι αν ανακαλυφθεί κάτι, που δεν ταιριάζει στα σχέδια εκείνων που ουσιαστικά διευθύνουν την παγκόσμια οικονομία, επομένως και την πολιτική, αποσιωπάται. Κάτι τέτοιο πιθανόν να συνέβη το 1988 με την ψυχρή πυρηνική σύντηξη, που θα έλυνε παγκόσμια το ενεργειακό πρόβλημα, αλλά ήταν αντίθετο στα συμφέροντα των εταιριών πετρελαίου και όπλων. Πετρέλαιο και όπλα είναι αλληλένδετα, πολλοί πόλεμοι του 20ου αιώνα και ο πρώτος του 21ου είχαν αφορμή το πετρέλαιο. Γνωρίζουμε ότι ο τελευταίος πόλεμος έγινε για το πετρέλαιο του Ιράκ κι ο επόμενος θα γίνει για το πετρέλαιο του Ιράν, έστω κι αν προβάλλουν οι πολεμοκάπηλοι άλλες- γελοίες- δικαιολογίες .
Πρώην υπουργός παιδείας ζήτησε το υπουργείο παιδείας να συγχωνευτεί όχι με το υπουργείο πολιτισμού, αλλά το υπουργείο εργασίας κι ανάπτυξης. Το κράτος θέλει να παύσει την χρηματοδότηση της έρευνας στα πανεπιστήμια και τα πανεπιστήμια να γίνουν ιδιωτικά, ώστε εξωκοινοβουλευτικά κέντρα ν’ αναλάβουν την χορηγία. Αυτή η στρεβλή άποψη επικρατεί στους ηγέτες μας, λες και το πολύτιμο αγαθό της γνώσης μπορεί να μπει στη διατίμηση.
Σήμερα δεν καλλιεργείται η γνώση, αλλά η πληροφόρηση. Όμως η γνώση ανοίγει τα παράθυρα της διάνοιας και την οδηγεί στην πρόοδο, στην εξέλιξη, την ψυχική ανέλιξη. Κάνει την ψυχή να βρίσκει τα ορόσημα της πνευματικής ατραπού. Η πληροφόρηση δεν έχει κανένα στοιχείο υποβοηθητικό για την ψυχή. Η γνώση προσδίνει σοφία, η πληροφόρηση ποτέ.
Διαπιστώνουμε, δυστυχώς, ότι σήμερα στο σχολείο με την πληθώρα των μαθημάτων και της ύλης, δεν παρέχεται γνώση, παρά πληροφόρηση. Γι’ αυτό οι περισσότεροι μαθητές βγαίνουν αμαθείς και σε κατώτερο επίπεδο γνώσεων απ’ ό,τι σε προηγούμενα χρόνια. Το λεξιλόγιό μας γίνεται φτωχότερο, η ικανότητά μας να εκφράζουμε τη σκέψη ασθενέστερη. Κι έρχεται η τηλεόραση των ημιμαθών και των αμφίβολης ηθικής να προτείνει πρότυπα, που βιάζουν ακόμη και “παρά φύσιν” την Παλλάδα. Να μας μάθει πως αν εκπορνεύσουμε το κορμί μας, τη συνείδησή μας, την ηθική μας υπόσταση θα καταξιωθούμε. Πως σήμερα δεν έχει σημασία η γνώμη των επαϊόντων, αλλά τα νούμερα της AGB.
Κάποτε, λέει ο μύθος, έτυχε ο Τειρεσίας να δει γυμνή τη θεά, να λούζεται σε μια λίμνη κοντά σε μια πηγή, μαζί με τη μητέρα του Χαρικλώ. Η θέα της γυμνής Αθηνάς ήταν η αιτία να χάσει την όρασή του. Την παρακάλεσε τότε η Χαρικλώ να ξαναδώσει πίσω την ικανότητα να βλέπει, αλλά αυτό ήταν αδύνατο, όταν οι θεοί έπαιρναν μια απόφαση, δεν υποχωρούσαν. Αντί της όρασης, του έδωσε το χάρισμα να ακούει τη φωνή των πουλιών και να μαντεύει, ενώ του χάρισε ένα ραβδί, με το οποίο περπατούσε καλύτερα κι από το να είχε τα μάτια του. Έτσι ο θνητός Τειρεσίας έγινε ο μάντης της Θήβας κι έζησε εννιά γενιές αντί για μία. Αυτό το περιστατικό μπορούμε να το αποσυμβολίσουμε πως όταν αντικρίσουμε την ωραιότητα της γνώσης, δηλ. έρθουμε σ’ επαφή με την αληθινή πηγή της, αποκτούμε ικανότητες που ξεπερνούν αυτές των απλών αισθήσεων. Αποκτούμε την ικανότητα της διόρασης, γινόμαστε διαισθητικοί κι ερχόμαστε σ’ επαφή με υπεραισθητούς κόσμους. Ξεφεύγουμε από τον αισθητό κόσμο κι ανυψωνόμαστε στον νοητό κόσμο, στον κόσμο των Ιδεών του Πλάτωνα και σταδιακά στον πνευματικό κόσμο. Αυτό σπάει τους χρονικούς περιορισμούς κι είναι σαν να ζούμε πολλές γενιές.
Ένας ΑΡΧΑΙΟΛΑΤΡΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΟΣ γράφει:
ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΔΕΙΝΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΒΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΠΑΡΘΕΝΩΝ ΘΕΩΝ
Γ’ ( Εστία )
Θα αναφερθούμε, στη συνέχεια, στην τρίτη αγνή θεά, την πρωτότοκη κόρη του Κρόνου και της Ρέας, τη σεμνή Εστία. Οι μυθογράφοι δεν μας έδωσαν τόσες πολλές μαρτυρίες, όσες για τους υπόλοιπους θεούς. Γνωρίζουμε πως είναι αδελφή του Δία, της Ήρας, της Δήμητρας, του Ποσειδώνα και του Πλούτωνα. Είναι η θεά της οικογενειακής εστίας, την οποία οι αρχαίοι σέβονταν και τιμούσαν με θρησκευτική ευλάβεια. Τόσο πολύ τιμούσαν τη θεά οι πρόγονοί μας, ώστε στο όνομα της Εστίας και του Δία έδιναν τους σοβαρότερους όρκους. Στην Ολυμπία, μπροστά στους βωμούς των θεών, πρώτα θυσίαζαν στην Εστία και μετά στον Ολύμπιο Δία. Η εστία της οικογένειας και της πόλης αποτελούσε το απαραβίαστο άσυλο κάθε καταδιωκόμενου.
Ο μύθος αναφέρει πως όταν τελείωσε η τιτανομαχία με τη νίκη των θεών, ο Δίας μόλις ανέλαβε την εξουσία του κόσμου επέτρεψε στην Εστία να λάβει ό,τι ήθελε. Εκείνη ζήτησε τη διατήρηση της παρθενίας και να παίρνει πρώτη τις απαρχές των θυσιών που οι θνητοί πρόσφεραν στους θεούς. Έτσι δικαιολογείται και η παροιμία: « αφ’ Εστίας άρχου». Στα συμπόσια η πρώτη σπονδή γινόταν προς τιμήν της θεάς.
Στο μέσον κάθε σπιτιού είχαν εγκαταστήσει την εστία αφιερωμένη στη θεά, αλλά και σε κάθε πόλη στο κέντρο ενός ιδιαίτερου κυκλικού κτηρίου, του πρυτανείου, έκαιγε άσβεστο το ιερό πυρ. Το σβήσιμο του πυρός από το βωμό της Εστίας θεωρούνταν κακός οιωνός και για να ανάψει και πάλι η φωτιά έπρεπε να προέρχεται από τον ήλιο, ώστε να είναι και πάλι καθαρή κι αμίαντη. Απ’ αυτή τη φωτιά άναβαν τους πυρσούς όταν ξεκινούσαν για πόλεμο ή για την ίδρυση νέων αποικιών. Υπήρχε και άσβεστο ιερό πυρ που αντιπροσώπευε όλη την οικουμένη κι έκαιγε στον ομφαλό της γης, στο Δελφικό ιερό.
Τα παραπάνω τονίζονται και στον ακόλουθο ομηρικό ύμνο:
« Εστία, εσένα στις κατοικίες τις ψηλές των αθάνατων θεών
όλων και των χαμόζωων ανθρώπων
έδρα αϊδια σου έλαχε πρεσβυτικό προνόμιο
να ΄ναι βραβείο και τιμή σου• αληθινά, χωρίς εσένα
συμπόσια οι θνητοί δεν στήνουν, όπου η πρώτη η σπονδή
κι η τελευταία του μελίγλυκου κρασιού είναι για την Εστία.
Και συ, Αργοφονιά, του Δία γιε και της Μαιάδας, μαντατοφόρε
των μακάριων θεών, με το χρυσό ραβδί σου, που δίνεις τα καλά,
- στις κατοικίες τις ωραίες, όπου μένετε, μ’ αγάπη μεταξύ σας -,
σπλαχνίσου και, μαζί με τη σεμνή κι αγαπημένη Εστία,
βοήθησέ με• κι οι δυο σας των χθονίων ανθρώπων τα έργα
τα καλά, που τα βραβεύετε με νου και νιότη.
Χαίρε, κόρη του Κρόνου, συ κι ο Ερμής με το χρυσό ραβδί.
Και σ’ άλλο άσμα μου κι εγώ θα σας μνημονεύσω. »
Η εγκατάσταση της εστίας στο κέντρο του σπιτιού συμβόλιζε τον αρραγή κι αδιατάραχτο δεσμό της οικογένειας, τις στενές συγγενικές σχέσεις. Η οικογένεια θεωρούνταν ιερή, άσπιλη, αμόλυντη κι ο θεσμός της ιερός. Η θεά ευλογούσε το σπιτικό και το είχε υπό την προστασία της φροντίζοντας για την ευδαιμονία των μελών της οικογένειας. Σ’ αυτήν πρόσπεφταν και προσεύχονταν για κάθε οικογενειακό πρόβλημα. Ο Ευριπίδης στην τραγωδία του “Άλκηστις”, παρουσιάζει την ηρωίδα, που είναι έτοιμη να πεθάνει για να ζήσει ο αγαπημένος της άντρας, ενώ ετοιμάζεται για να παραδοθεί στου χάροντα τα χέρια, να θυσιάζει στη θεά Eστία και να την παρακαλεί για τα παιδιά της:
« …κατόπι στάθηκε μπρος στης Εστίας
το βωμό και προσευχήθηκε έτσι: « Πάω,
Κυρά, στον κάτω κόσμο• σου προσπέφτω
και σου ζητώ μια τελευταία χάρη•
τα ορφανά προστάτεψε παιδιά μου•
στο γιο μου δώσε μια καλή γυναίκα
κι ευγενικό στη θυγατέρα μου άντρα.
Να μη χαθούνε πρώιμα τα παιδιά μου,
καθώς πεθαίνω εγώ που τα ’χω κάνει,
μα ολάκερη να ζήσουν τη ζωή τους
στην πατρική τους γη ευτυχισμένα »
Έπειτα πήγε στους βωμούς που υπήρχαν
στου Άδμητου το σπίτι, προσευχήθη
και με μυρτιάς τους στόλισε βλαστάρια,
δίχως ν’ αναστενάζει και να κλαίει• »
Το ιερό πυρ στο πρυτανείο της πόλης εικόνιζε πως αυτή αποτελούσε μια μεγάλη οικογένεια, κι οι κάτοικοι όφειλαν να σέβονται ο ένας τον άλλον και να συνεργάζονται για το καλό της πόλης, που κατ’ επέκταση ισοδυναμούσε με το καλό του καθενός. Όπως στο σπίτι σέβονταν τον αρχηγό, που συνήθως ήταν ο γεροντότερος και ο πλέον έμπειρος, έτσι και στην πόλη σέβονταν και υπάκουαν σ’ αυτόν που ασκούσε την εξουσία.
Έχουμε και τον παρακάτω ορφικό μύθο, αφιερωμένο στη θεά:
« Βασίλισσα Εστία, πολυδύναμη κόρη του Κρόνου,
που έχεις τον οίκο σου στη μέση της αέναης,
της μέγιστης φωτιάς, εσύ τούτους τους μύστες
ας αναδείξεις όσιους στις τελετές, κάνοντάς τους
αιώνια θαλερούς, πολύπλουτους, ευφρόσυνους, αγνούς•
οίκε των μακάριων θεών, γερό στήριγμα των θνητών,
αιώνια, πολύμορφη, ποθητότατη χλοόμορφη•
χαμογελαστή, μακάρια, τούτες τις θυσίες δέξου πρόθυμα,
στέλνοντας ευτυχία και απαλόχερη υγεία. »
Η διατήρηση της παρθενίας από την θεά εκφράζει τη μεγάλη σημασία που έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες στην αγνότητα των σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας και τον σεβασμό των νεοτέρων στους πρεσβύτερους. Η φωτιά είναι εξαγνιστική, καθαρίζει τα μέταλλα από τις προσμίξεις, καυτηριάζει τα μολυσμένα μέρη του σώματος, κατακαίει καθετί το παρασιτικό. Έτσι μέσα στο σπίτι οφείλει να εξαγνίζει τις σχέσεις, να αποβάλει καθετί το εγωιστικό που θα διέλυε την οικογένεια, καυτηριάζει τις διαλυτικές τάσεις, κατακαίει τα παράσιτα στην ομαλή λειτουργία και τις εκδηλώσεις του σπιτικού.
Στην εποχή μας έπαψε να καίει η φωτιά στην εστία του σπιτιού, της πόλης, του κράτους, της οικουμένης. Η θεά βιάστηκε κι έφυγε ντροπιασμένη. Δεν τιμάται από κανέναν. Το φοβερότερο είναι πως έπαψε να καίει η φωτιά της αγάπης στην εστία της καρδιάς μας. Ο εγωισμός σβήνει τις σχέσεις αγάπης και σεβασμού στα ζευγάρια και διαλύονται οικογένειες με αποτέλεσμα τα διαζύγια ν’ αυξάνουν με ρυθμό γεωμετρικής προόδου, αφήνοντας ψυχικά τραύματα και στους δύο, μα το κυριότερο στις ευαίσθητες ψυχούλες των παιδιών τους. Τα παιδιά στο πλαίσιο ενός κακώς εννοούμενου μοντερνισμού φεύγουν νωρίτερα από την εποπτεία των γονιών και γίνονται βορά μιας ανελέητης κοινωνίας. Οι ίδιοι οι γονείς έπαψαν να προσφέρουν την φροντίδα και την στοργή τους, αντικαθιστώντας τα με ικανοποίηση των υλικών μόνο αναγκών, λες και το έλλειμμα στοργής εξαγοράζεται με ένα γενναίο χαρτζιλίκι. Οι οικογένειες το βράδυ δεν συζητούν γιατί οι γονείς γυρίζουν αργά κι εξουθενωμένοι από τις εργασίες τους, οπότε σωριάζονται στον καναπέ για να γευτούν τη σαβούρα της τηλεόρασης, ενώ τα παιδιά είναι κλεισμένα το καθένα στο δωμάτιό του, διαβάζοντας μαθήματα χωρίς ενδιαφέρον ή παίζοντας στον ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Σε μια αφιλόξενη πόλη, οι πολίτες, ξένοι μεταξύ τους κι αδιάφοροι, περιφέρονται και σκουντουφλούν στην είσοδο της πολυκατοικίας, στο μετρό, στα σουπερ-μάρκετ χωρίς ν’ ανταλλάσσουν έναν χαιρετισμό, ένα χαμόγελο. Ψεύτες ηγέτες κι εκπρόσωποί μας, μας έκαναν να χάσουμε ακόμη και την ελπίδα που η Πανδώρα φρόντισε να κλείσει στο κουτί της για χάρη της ανθρωπότητας. Έμποροι θανάτου από το παρασκήνιο κινούν τα νήματα στις απρόσωπες πολιτικές τους μαριονέτες σε όλη την υφήλιο, έχοντας σπείρει την αβεβαιότητα και τον φόβο.
Ώρες θα μπορούσαμε να συζητούμε και να αναφέρουμε αναρίθμητα παραδείγματα και περιστατικά, τα οποία μας έχουν κλέψει το χαμόγελο και την αισιοδοξία. Για την ανασφαλή μας κατάσταση όλοι φταίμε, κάποιοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο. Είναι λάθος μας που επιτρέψαμε να βιαστούν οι τρεις παρθένες θεές, που δείξαμε τόση ανοχή. Ακόμη και το γεγονός ότι δεν παίρνουμε θέση, μας καθιστά συνένοχους. Είναι καιρός ν’ αναλογιστούμε την ευθύνη μας και ν’ αφυπνιστούμε. Σήμερα! Γιατί αύριο θα είναι αργά!
ΛΙΓΑ ΣΧΟΛΙΑ:
O κάθε λαός έχει πλάσει στην φαντασία και στη συνείδησή του τους θεούς του “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν” του. Οι θεοί του εκφράζουν την ιδεολογία του, τις πεποιθήσεις του, τη φιλοσοφία του, τα ήθη του, τον τρόπο ζωής του. Οι αρχαίοι Έλληνες τιμούσαν την φύση, την λάτρευαν ως επέκταση του θείου. Ήταν η προβολή του Θεού στην ύλη, η υλική Του υπόσταση. Ο πανταχού παρών Θεός ήταν μέσα στο καθετί, από το ταπεινό χορτάρι μέχρι τον υπερήφανο Όλυμπο, όπου βρίσκονταν οι θείες κατοικίες, από το μικρό σκουλήκι που ζει μέσα στο χώμα μέχρι τον άνθρωπο, το τέκνο Του. Δεν ήταν απαραίτητο να λατρεύεται μόνο σε καλόχτιστους κι ομορφοστόλιστους ναούς. Οι πρόγονοί μας Τον λάτρευαν και στα ιερά άλση, στα ποτάμια, που τα ενσάρκωναν θεότητες, σε ιερά άντρα. Μέσα στη φύση έβλεπαν τον Θεό, και γι’ αυτό την σέβονταν. Την υμνούσαν με θαυμάσιους ύμνους, όπως ο ακόλουθος ορφικός:
« Ω Φύσι, παμμήτειρα θεά, πολυμήχανε, μήτερ,
ουρανία, πρέσβειρα, πολύκτιτε δαίμον, άνασσα,
πανδαμάτωρ, αδάμαστε, κυβερνήτειρα, παναυγής,
παντοκράτειρα, τιτεμέν’ αεί, πανυπέρτατε πάσιν
άφθιτε, πρωτογένεια, παλαίφατε, κυδιάνειρα…»
Ας δούμε ολόκληρο τον ύμνο σε μετάφραση:
« Φύση, θεά γενέτειρα των πάντων, πολυμήχανη μητέρα,
ουράνια, σεβάσμια, πολυδημιουργά θεά, βασόλισσα,
πανδαμάστρια κι αδάμαστη, κυβερνήτιδα, πάμφωτη,
παντοκράτειρα, πάντοτε τιμημένη, ύψιστη όλων,
αόρατη, πρωτογέννητη, αρχέγονη, των ανθρώπων δόξα,
νυχτερινή, πολύπειρη, φωτοδότρα, ακατάβλητη,
που αθόρυβα ελίσσεις τα ίχνη με τα σφυρά
των ποδιών σου, αγνή, ηγέτιδα θεών, ατελής και τέλεια,
κοινή σε όλους, μόνη αμέθεκτη, αυτογέννητη,
χωρίς πατέρα, λετρευτή, πολύχαρη, μέγιστημ
θαλερή, πολύπλοκη, συμφιλιώτρια, πολύμεικτη, σοφή,
ηγέτιδα, καθογήτρια, ζωοδότρα, πανθρέφτρα κόρη,
αυτάρκεια, δικαιοσύνη, πολυώνυμη πειθώ των Χαρίτων,
αιθέρια, χθόμια, και θαλασσινή κυβερνήτισσα,
πικρή για τους κακούς, γλυκιά για τους υπάκουους,
πάνσοφη, πανδωρήτρια, χορηγήτρια, παμβασίλισσα,
τροφοδότρια της αύξησης, εύφορη,
διαλύτρια των ωριμασμένων. Εσύ των πάντων πατέρας,
μητέρα, τροφός και κηδεμόνας, γοργοξεγεννήτρα,
μακάρια, πολύσπορη, ορμή στην ώρα της,
παντεχνήτρα, πλάστρα, πολυδημιουργέ, σεβάσμια θεά,
αιώνια, που φέρνεις την κίνηση, πολύπειρη, συνετή,
που τη γοργή ροή τροβιλίζεις με αέναη περιδίνηση,
πολύρευστη, ανακυκλούμενη, ποικιλόζωη, ομορφόθρονη,
τιμημένη, που μόνη εκτελείς το αποφασισμένο,
ισχυρότατη βαρυβρόντισσα πάνω στους σκηπτούχους,
ατρόμητη, πανδαμάστρια, πεπρωμένη, μοίρα,
φλογόπνοη, αιώνια ζωή και αθάνατη πρόνοια•
τα πάντα είσαι εσύ, βασίλισσα• γιατί εσύ μόνη
τούτα κάνεις. Αλλά, θεά, σε ικετεύω,
μαζί με τους ευδαίμονες κατά τις εποχές
ειρήνη να φέρνεις, υγεία και αύξηση των πάντων. »
Το θείο, η γη και η φύση με τα πλάσματά της για τους αρχαίους Έλληνες ήταν αγνές κι άσπιλες οντότητες, και γι’ αυτό η θεά που απεικόνιζε την φύση, η Άρτεμη, ήταν αγνή, παρθένα. Θεωρούσαν τη γη σαν μητέρα τους. Οι μύστες έλεγαν: « Γης παις ειμί και ουρανού αστερόεντος, αυτάρ εμοί γένος ουράνιον » [ Της Γης παιδί είμαι και του έναστρου ουρανού, αλλά το γένος μου είναι βεβαίως (μόνο) ουράνιο. ] Και σαν μητέρα τη σέβονταν. Διατηρούσαν με κάθε μέσο την αγνότητα της φύσης. Ζούσαν αρμονικά μ’ αυτήν, έπαιρναν τα αγαθά της με μέτρο και την ευχαριστούσαν. Φρόντιζαν να μην την πληγώνουν, να μην την λεηλατούν, δεν την βίαζαν με σκοπό το άνομο κι άπληστο κέρδος. Την τραγουδούσαν και την υμνούσαν, την γιόρταζαν με ειδικές γιορτές όπως τα “Ανθεστήρια”. Η γη, η φύση, δεν τους ανήκε, αυτοί της ανήκαν. Ζούσαν έχοντας μια σχέση αμφίδρομη μ’ αυτήν. Γι’ αυτό οι σοφοί μυθογράφοι έβαλαν στους μύθους τους την Άρτεμη να ζητάει από τον γλυκό της πατερούλη να παραμείνει παρθένα. Αυτή την αγνή των όλων μάνα υμνούσαν με ύμνους παρόμοιους μ’ αυτόν:
« Τη Γη, τη μάνα όλων, με τα θεμέλια τ’ ατράνταχτα θα υμνήσω
τη σεβαστότατη, τροφό για κάθε χθόνιο πλάσμα.
Την ιερή στεριά όσα περνούνε, όσα τη θάλασσα
κι όσα πετούν, από πλούσια αγαθά σου τρέφονται.
Χάρη σε σένα, θεϊκή, γίνονται τα πολλά παιδιά κι οι άφθονοι καρποί,
εσύ ορίζεις ζωή να δώσεις ή να πάρεις των θνητών
ανθρώπων• ο καλότυχος ο που με την καρδιά σου τιμή
θα του χαρίσεις – όλα θα τα ’χει πλούσια:
Κατάφορτα τα χτήματά του δίνουν ζωή, και στους αγρούς του τα κοπάδια
πλήθος, το σπίτι του γεμάτο μ’ όλα τα καλά.
Την πόλη με τις ωραίες τις γυναίκες με ευνομία διοικούν
οι άνθρωποι, και μες στον πλούτο ζούνε και την καλοτυχία.
Τα παιδιά τους με τη χαρά της νιότης καμαρώνουν
ενώ οι παρθένες μ’ ευφρόσυνη καρδιά στις ανθοφόρες τρέχουν
τις ομάδες, σκιρτώντας στα παιγνίδια τους στη μαλακή λουλουδιασμένη χλόη•
συ σεβάσμια θεά, σε ανεπίφθονη θεότητα, σ’ αυτούς τιμή θα φέρεις.
Χαίρε, η μητέρα των θεών, η ομόκλινη του αστερόεντα Ουρανού,
καλοδιάθετη αντάμειψε τον ύμνο μου μ’ ευχάριστη ζωή.
και σ’ άλλο άσμα μου κι εγώ θα σε μνημονεύσω. »
Εμείς γιατί στεγνώσαμε τόσο από έμπνευση; Γιατί παύσαμε να γελάμε, να τραγουδάμε, να χαιρόμαστε; Γιατί αφήσαμε να μας εκπροσωπεί η Καλομοίρα με εγγλέζικους στίχους και ξενόφερτη μουσική; Γιατί χάσαμε την ταυτότητά μας; Γιατί εγκαταλείπουμε τη γλώσσα μας, τις συνήθειές μας; Γιατί επιτρέπουμε στο Κίσιγκερ να επαληθεύεται καθημερινά; ΓΙΑΤΊ;;;;;;;; ( ατέλειωτα γιατί; )
Δημοσίευση σχολίου